Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΙΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΙΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014
Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ: Tα μνημόνια καταπόντισαν την ανταγωνιστικότητα!
Για να τελειώνουμε με το παραμύθι της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας και για το πώς τα προγράμματα λιτότητας από το 2010 και εντεύθεν συνέβαλαν στην ανάκτησή της, δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια ματιά στο παραπάνω διάγραμμα.
Σύμφωνα με στοιχεία των ετήσιων εκθέσεων του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) τα οποία είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του από το 2006-2007 ώς το 2013-2014, βλέπουμε ότι ο συνολικός δείκτης ανταγωνιστικότητας της χώρας μας βαίνει συνεχώς μειούμενος. Ενώ η ανταγωνιστικότητα την δήθεν περίοδο της ασωτείας, 2006-2007 ήταν στο 4.12, με άριστα το 7 το οποίο παρεμπιπτόντως δεν πιάνει καμια χώρα, πέρσι ήταν στο 3.86, και σήμερα που πηδάμε απ' τη χαρά μας, έχει μόλις πάει στο 3.93.
Αν κοιτάξουμε δε τις κατατάξεις, και πάλι η πτώση τον καιρό των μνημονίων είναι θεαματική.
Από την 61η θέση το 2006-2007, τα επόμενα χρόνια πέφτουμε σταθερά στην 65η, 67η, 71η, 83η, 90η, 96η θέση και φέτος στην 91η. Κι όλα αυτά με την πιο τρομερή εσωτερική υποτίμηση που έχει ποτέ λάβει χώρα.
Και τίθεται το ερώτημα; Θα είμαστε ευχαριστημένοι αν πιάσουμε την ανταγωνιστικότητα του τρισκατάρατου 2006? Προφανώς, γιατί δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Και πάλι καλά να λες.
Ειναι δυνατόν να είμαστε τόσο τυφλοί; Υπάρχει σήμερα κάποιος, έστω ένας που δεν πανηγυρίζει;
Αναρτήθηκε από
cynical
στις
12:16 μ.μ.
3
σχόλια
Ετικέτες ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΚΡΙΣΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Πέμπτη 17 Απριλίου 2014
Χρηματιστικοποίηση του Καπιταλισμού και Κρίσεις
Χρηματιστηκοποίηση του καπιταλισμού
λαμβάνει χώρα όταν το υπερβάλλον κεφάλαιο
από τον τομέα της παραγωγής στρέφεται
για επενδύσεις στον χρηματοπιστωτικό
τομέα της οικονομίας από τον οποίο
επιδιώκει να εξασφαλίσει μεγαλύτερες
αποδόσεις. Αυτό μπορεί να συμβεί για
διάφορους λόγους όπως:
λόγω πλεονάζοντος κεφαλαίου,
λόγω υπερ-παραγωγής,
λόγω χαμηλής αγοραστικής δύναμης και
ζήτησης,
λόγω πτώσης του ποσοστού κέρδους στους
παραγωγικούς τομείς
λόγω απορρύθμισης του χρηματοπιστωτικού
κλάδου.
Κάθε ένας από τους παράγοντες αυτούς
είτε μεμονομένος, είτε σε συνδιασμό
και ανεξάρτητα από τις συνθήκες που τον
προκαλούν, έχει σαν αποτέλεσμα την
ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Η ανάπτυξη και οι ελκυστικές αποδόσεις
του άυλου αυτού τομέα της οικονομίας
συνδέονται επίσης και με την ανάπτυξη
των τεχνολογιών, ειδικά αυτών που
σχετίζονται με την πληροφορική (software
και hardware), καθώς
καλύτεροι αλγόριθμοι και μεγαλύτερες
ταχύτητες στις συναλλαγές αυξάνουν τις
αποδόσεις. Ταυτόχρονα όμως συμβάλλουν
και στο μέγεθος και τη βιαιότητα των
booms και busts διότι
παρακινούν σε μεγαλύτερους όγκους
συναλλαγών, σε ανάληψη μεγαλύτερου
ρίσκου και σε μεγαλύτερη δικτύωση, έτσι
ώστε μια διαταραχή σε έναν από τους
κόμβους του δικτύου να φτάνει ως τσουνάμι
σε κάποιον άλλον χιλιάδες χιλιόμετρα
μακριά.
Αν εξετάσουμε τα 3 μεγαλύτερα κραχ από
το τέλος του 19ου αιώνα ως σήμερα, δηλαδή
τη Long Depression της
περιόδου1873-1896, τη Great
Depression με επιστέγασμα το
Κραχ του 1929 και την τωρινή κρίση του
2008, παρατηρούμε ότι σε ολες αυτές τις
περιπτώσεις προηγήθηκε μια περίοδος
έντονης κερδοσκοπίας και δανεισμού,
κατά την οποία είχαμε ανατροπή της
ισορροπίας μεταξύ finance και
production, με την πρώτη να
εμφανίζει απότομες αυξητικές τάσεις.
Στο παρακάτω διάγραμμα από τον Thomas
Filippon, του Πανεπιστημίου της Νέας
Υόρκης, απεικονίζεται η
χρονική εξέλιξη του μεριδίου της
χρηματοοικονομικής βιομηχανίας στο
συνολικό ΑΕΠ των ΗΠΑ από το 1860 ως τις
μέρες μας. Το μερίδιο αυτό από το 2%
περίπου στα τέλη του 19ου αιώνα και από
το 4.9% στο 1980, φτάνει σήμερα στο 8.3%,
χωρίς να δείχνει τάσεις μετριασμού όπως
θα περίμενε κανείς εξ αιτίας της κρίσης.
Στο διάγραμμα αυτό έχω σημειώσει με
μαύρες γραμμές τις περιόδους αλλαγής
της κλίσης της καμπύλης, οι οποίες
αλλαγές αντιστοιχούν σε επιτάχυνση, σε
αύξηση δηλαδή του ρυθμού χρηματιστικοποίησης
της οικονομίας, έχοντας ως κατάληξη
τα αντίστοιχα κραχ.
Η
γραμμή 1 θέλει να τονίσει την απότομη
αλλαγή της κλίσης γύρω στο 1880 που διαρκεί
περίπου ως το 1895, η γραμμή 2, την αλλαγή
που συμβαίνει περί το 1920 και συνεχίζει
μέχρι το 1935 και η γραμμή 3 την αλλαγή που
συμβαίνει το 1980 μέχρι σήμερα. Συγκρίνοντας
τις κλίσεις των τριών γραμμών βλέπουμε
ότι η μεγαλύτερη κλίση αντιστοιχεί στη
γραμμή 2, γεγονός που μπορεί να εξηγήσει
και τη βιαιότητα του κραχ του 1929 στην
Αμερική, σε σχέση με τη βιαιότητα του
σημερινού κραχ το οποίο συγκριτικά είχε
μικρότερες επιπτώσεις. Επίσης η μικρή
μεταβολή της κλίσης της γραμμής 1, σύμφωνα
με το ίδιο σκεπτικό εξηγεί και τις
μικρότερες επιπτώσεις της Long
Depression στην οικονομία. Αν
και ήταν μια μακρά περίοδος χαμηλής
ανάπτυξης μετά το boom του
1873, δεν έμοιζε με τη βίαιη παλινδρόμηση
της οικονομίας της περιόδου της Great
Depression.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που μπορεί να
παρατηρήσει κανείς εξετάζοντας το εν
λόγω διάγραμμα είναι ότι με την πάροδο
του χρόνου η περιόδος που σηματοδοτείται
από την αλλαγή της κλίσης, δηλαδή από
την έναρξη της ξέφρενης χρηματιστικοποίησης
της οικονομίας μέχρι την τελική εμφάνιση
του κραχ, γίνεται όλο και μεγαλύτερη,
γεγονός που θα μπορούσε να εξηγηθεί από
την αξιοποίηση της προηγούμενης εμπειρίας
και τη βελτίωση των τεχνικών αντιμετώπισης
των κρίσεων. Έτσι, ενώ ως παράδειγμα, η
πορεία προς τη χρηματιστικοποίηση της
οικονομίας αρχίζει το 1980, (για λόγους
που δεν είναι του παρόντος), το τελικό
σκάσιμο της φούσκας συμβαίνει μετά από
35 χρόνια. Στο κραχ του 1929 αντιθέτως, η
φούσκα σκάει μετά από μόλις 9 χρόνια.
Αν
εξετάσει κανείς από κοντά τις τρεις
αυτές εμβληματικές περιόδους διαπιστώνει
ότι προέκυψαν από μια παρόμοια συμπεριφορά.
“Η σημασία του χρηματοπιστωτικού
τομέα στη μετά το 1980 εποχή θέτει ερωτήματα
για τις ομοιότητες που παρουσιάζει με
την περίοδο από τα τέλη του 19ου μέχρι
τις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς και σε
αυτήν την περίοδο η χρηματιστικοποίηση
θεωρήθηκε ως η κυρίαρχη δύναμη στην
οικονομία. Όταν κοιτάξουμε την οικονομία
των ΗΠΑ στα τέλη του 19ου αιώνα, βλέπουμε
μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ένα
μεγάλο και ισχυρό χρηματοπιστωτικό
τομέα που συνοδεύεται από την κυριαρχία
μονοπωλίων/ολιγοπωλίων. Λέγεται ότι οι
μεγάλες επιχειρήσεις του βιομηχανικού
τομέα βρίσκονται υπό την επήρεια (ή υπό
τον έλεγχο) του Money Trust - μια ένωση των
χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων υπό
την ηγεσία της JP Morgan. Αυτό ήταν το
αποτέλεσμα της απάντησης των επενδυτικών
τραπεζών στον αδίστακτο ανταγωνισμό
της δεκαετίας 1880 -1890, με το να στρέψουν
την προσοχή τους στη χρηματοδότηση των
καρτέλ, τραστ και στις συγχωνεύσεις”.
Η
αλόγιστη πιστωτική επέκταση, το μέγεθος
της οποίας φαίνεται στο επόμενο γράφημα,
ήταν επίσης μια από τις κυριώτερες
αιτίες του κραχ του 1929.
Ενθαρρυμένοι από την ευρωστία της
οικονομίας οι καταναλωτές δανείζονταν
για ν' αγοράσουν μετοχές το ίδιο και οι
επιχειρήσεις για να επεκταθούν. Στα
χρόνια που προηγήθηκαν του κραχ, το
χρηματιστήριο θεωρούνταν ως το κατ'
εξοχήν ίδρυμα όπου κάποιος μπορούσε να
πετύχει μεγάλα κέρδη. Ήταν κάτι όπως το
κυνήγι του χρυσού. Όσο οι μετοχές
ανέβαιναν τόσο και περισσότεροι
δανείζονταν όλο και μεγαλύτερα ποσά
για να επενδύσουν σε μια ανατροφοδοτούμενη
φούσκα. Ανάμεσα στο 1923 και 1929 μια μέση
μετοχή είχε αυξηθεί κατά 400%, αύξηση που
κατ' ουδένα λόγο αντιστοιχούσε στην
ευρωστία των επιχειρήσεων.
Όσον αφορά την τελευταία κρίση όλοι
δείκτες ανάγουν τις απαρχές της στο
1980, όταν η χρηματιστικοποίηση επιλέχθηκε
ως ο προσφορότερος δρόμος για το ξεπέρασμα
του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας
του '70.
Ως παράδειγμα είναι το επόμενο διάγραμμα,
όπου κανείς παρατηρεί από το 1980 και
μετά, την άνοδο του ποσοστού των
χρηματοοικονομικών περιουσιακών
στοιχείων ως προς τα υλικά περιουσιακά
στοιχεία των κυριώτερων παραγωγικών
επιχειρήσεων. Το πιο γνωστό παράδειγμα
αποτελεί η αυτοκινητοβιομηχανία General
Motors η οποία με το να αποφεύγει τις επενδύσεις στις
γραμμές παραγωγής, κατέληξε στη χρεοκοπία.
Η αντίστιξη της πορείας του χρηματοπιστωτικού τομέα σε σχέση με τον παραγωγικό φαίνεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο στο επόμενο διάγραμμα. Πάλι το 1980 αποτελεί σημείο αναστροφής.
Το γιατί οι επενδύσεις στράφηκαν τελικά στα χρηματιστήρια και στα ποικίλα άλλα χρηματοοικονομικά προιόντα φαίνεται και από τα κέρδη που εξασφάλιζαν. Όπως φαίνεται παρακάτω, πάλι από το 1980 και μετά το μερίδιο των κερδών του financial sector ως προς τα συνολικά κέρδη βαίνει αυξανόμενο φτάνοντας το 45%.
Η ασυδοσία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου οφείλεται εν πολλοίς στην παγκοσμιοποίηση και στην απορρύθμιση των κεφαλαιακών αγορών. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει πολιτική διάθεση αναστροφής της τάσης. Τουναντίον το σκιώδες banking ζει και βασιλεύει ενώ με το High Frequency Trading οι συναλλαγές γίνονται όλο και πιο επικίνδυνες και επισφαλείς...
Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014
ΤΟ ΕΥΡΩ, Ο ΝΟΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ, της Μαριάννας Τόλια
Το
βιβλίο της Μαριάννας Τόλια, που μόλις κυκλοφόρησε, αποτελεί μια εύστοχα
σχολιασμένη παρουσίαση τεσσάρων ερευνητικών εργασιών από διεθνή κέντρα
ερευνών, του ΔΝΤ συμπεριλαμβανομένου, για τις πραγματικές αιτίες της
κρίσης του Νότου συνολικά, όπου η Ελλάδα αποτελεί υποσύνολο και όχι μια
ξεχωριστή και ιδιαίτερη περίπτωση. Αναλύονται τα συστατικά στοιχεία της
Γερμανικής αφήγησης για την κρίση τα οποία και αποδομούνται με
αδιάσειστα στοιχεία, αναδεικνύοντας συνάμα τον κεντρικό ρόλο του κοινού
νομίσματος στην επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας. Όντας, ένα από τα
καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει, το συνιστώ ανεπιφύλακτα.
Αποσπάσματα από τον Πρόλογο
...Πυρήνας αυτού του
βιβλίου είναι τέσσερις ακαδημαϊκές
μελέτες από την παρακαταθήκη των
οικονομικών αναλύσεων που θέλει να
αγνοεί η Ευρώπη. Καρπός εργασίας αρκετών
οικονομολόγων, προερχόμενων από μεγάλα
ιδρύματα και οργανισμούς – τράπεζες
της Ασίας, την Τράπεζα της Γαλλίας, το
ΔΝΤ κλπ. –, οι μελέτες αυτές ανατέμνουν
σε βάθος τα φαινόμενα που αποκλήθηκαν
«κρίση ανταγωνιστικότητας» του Ευρωπαϊκού
Νότου και «ανισορροπίες Βορρά-Νότου»
που βρίσκονται στις ρίζες της κρίσης
και καθώς συνομιλούν μεταξύ τους,
συνθέτουν μια πολύ σημαντική γραμμή
έρευνας και τεκμηρίωσης. Η γραμμή αυτή
ξεκινά από τον έλεγχο της βασικής
υπόθεσης περί «ανόδου του μοναδιαίου
κόστους εργασίας» στο Νότο – που κατά
το Βερολίνο συμπυκνώνει τις ευθύνες
των κρατών του Νότου για την «κρίση
τους» και αποτελεί τη βάση για τις
συνταγές εσωτερικής υποτίμησης – και
εξελίσσεται ως μια ριζικά ανατρεπτική
αφήγηση που αποκαλύπτει ως μύθους όσα
έχουν θεωρηθεί και προβληθεί μέχρι
στιγμής ως δεδομένα για την κρίση. Αυτή
η γραμμή έρευνας και τεκμηρίωσης:
• Αναδεικνύει τα
επιστημολογικά προβλήματα της χρήσης
του μοναδιαίου κόστους εργασίας –
δείκτη που αφορά επιχειρήσεις και
κλάδους – σε επίπεδο ολόκληρων εθνικών
οικονομιών και προτείνει τον μετασχηματισμό
του κατά τρόπο που τον μετατρέπει από
εργαλείο στήριξης προβληματικών
λογιστικών ασκήσεων σε εργαλείο χρήσιμης
αποτίμησης παραγωγικών προτύπων.
• Διαψεύδει ότι το
όντως υπαρκτό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας
και η υπερχρέωση της Ελλάδας και των
άλλων χωρών του Νότου οφείλονται στην
μεγάλη αύξηση του μοναδιαίου κόστους
εργασίας. Δείχνει ότι ένα μέρος του
προβλήματος του Νότου οφείλεται στη
μεγάλη ανατίμηση του ευρώ μετά το 2003 κι
ότι το υπόλοιπο έχει δημιουργηθεί
εξωγενώς προς την ΟΝΕ, υπό την επιρροή
των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με
νέους εμπορικούς εταίρους – Κεντρική
και Ανατολική Ευρώπη, Κίνα, πετρελαιοπαραγωγές
χώρες – που επηρέασαν το Νότο με
διαφορετικό τρόπο από το Βορρά λόγω της
διαφορετικής τεχνολογικής σύστασης
των εξαγωγών τους. Παράλληλα, δείχνει
πως και η ίδια η δημιουργία του ευρώ
λειτούργησε για τις χώρες του Νότου ως
ασύμμετρο σοκ, λόγω της μεγάλης αύξησης
της ροής δανειακών κεφαλαίων από Βορρά
προς Νότο.
• Καταλήγει στο
συμπέρασμα ότι το πρόβλημα των χωρών
του Ευρωπαϊκού Νότου είναι η επιδείνωση
της εξωτερικής ανταγωνιστικότητάς τους
ως προς τους εμπορικούς εταίρους εντός
και εκτός ΕΕ που έχουν εθνικά νομίσματα,
γι’ αυτό και η εσωτερική υποτίμηση δεν
τις βοηθά. Χρειάζονται πολιτικές που
θα μοιράσουν το κόστος της προσαρμογής
μεταξύ Βορρά και Νότου ή – καλύτερα –
υποτίμηση του ευρώ.
• Τονίζει ότι η Ελλάδα
και η Πορτογαλία πρέπει να διαχωρίζονται
από την Ιταλία και την Ισπανία και ότι
είναι χώρες πιασμένες σε παγίδα. Έκαναν
το σφάλμα να εισέλθουν στο ευρώ με
υπερτιμημένη ισοτιμία, γι’ αυτό επλήγησαν
δραματικά από την ανατίμησή του, κι
έχουν παραγωγή πολύ χαμηλής τεχνολογίας,
άρα μείζον πρόβλημα ανταγωνισμού με
τις φθηνές κινέζικες εισαγωγές στην
Ευρώπη. Αν δεν θέλουν να αποκτήσουν
κινέζικα μεροκάματα, η μόνη τους λύση
είναι η ενεργητική βιομηχανική πολιτική
με σκοπό την τεχνολογική αναβάθμιση
της παραγωγής τους.
Τα ερωτήματα είναι
δύο: Αντέχει ο πολιτικός κόσμος να πει
την αλήθεια στους πολίτες: ότι το 2002
κοιμηθήκαμε με το όνειρο της Ευρώπης
κλειδωμένοι σε ένα νόμισμα που έμελλε
να γίνει πανάκριβο και το 2012 ξυπνάμε
συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούμε να
βασιστούμε στην Ευρώπη αλλά και πως δεν
έχουμε εργαλεία να αντιμετωπίσουμε
π.χ. τον κινέζικο ανταγωνισμό; Μπορεί
να δημιουργηθεί άλλο οικονομικό μοντέλο
γρήγορα και πώς;
Μήπως πρέπει να
τεθεί ως προτεραιότητα η αντιμετώπιση
του παραγωγικού και εμπορικού ελλείμματος
με πολύ στοχευμένο τρόπο και σε βάρος
άλλων στοχεύσεων; Με τι πολιτικές μπορεί
να υλοποιηθεί ένα νέο παραγωγικό μοντέλο
γρήγορα; Πώς μπορεί και οφείλει να
συμβάλλει το δημόσιο, οι πολιτικοί και
οι υπάλληλοί του, τι ρόλους μπορούν και
πρέπει να αναλάβουν οι πολίτες; Μπορεί
να στηριχθεί κεντρικά μια σοβαρή έξοδος
αθηναϊκών πληθυσμών προς την επαρχία
για ανάπτυξη της πρωτογενούς παραγωγής
σε κλάδους που προσφέρονται για
υποκατάσταση εισαγωγών; Μπορούν να
βρεθούν εργαλεία και η βούληση να
περιφρουρηθεί η εναπομείνασα εγχώρια
βιομηχανία ως κλάδος ικανός να παράγει
μεγαλύτερη εγχώρια προστιθέμενη αξία
από την πρωτογενή παραγωγή; Υπάρχει
περίπτωση να δούμε επιτέλους την έναρξη
μιας σοβαρής συζήτησης για το ευρώ που
θα εξηγεί στον κόσμο τον ειδικό χαρακτήρα
του ως νομίσματος το οποίο η Ελλάδα
μπορεί να προμηθευτεί μόνο με εξαγωγές
και δάνεια και να ζητηθεί εθνική κοινωνική
συστράτευση ώστε η οικονομία μας να
πάψει να συμπεριφέρεται ως σουρωτήρι
που χάνει ευρώ από παντού; Αφού δεν
ελέγχουμε τη νομισματική και δημοσιονομική
μας πολιτική, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε
τη φορολογική; Για παράδειγμα, μπορούμε
να διανοηθούμε διαφορετική φορολογία
για ό,τι εισάγει χρήμα, ό,τι ανακυκλώνει
και ό,τι εξάγει; Μπορεί η ελληνική
οικονομία να αντέξει την τρέχουσα
ισοτιμία του ευρώ; Μήπως πρέπει να
επιστρέψουμε στη δραχμή και να
συνεργαστούμε με την Ευρώπη πάνω σε
αυτό τον στόχο ώστε η μετάβαση να είναι
όσο το δυνατόν πιο ομαλή;
Μαριάννα Τόλια
Μαριάννα Τόλια
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Μαριαννα
Τολια, Πρόλογος
σελ. 7
Α.Δ..
Παπαγιαννιδης,
Πώς (μάλλον) πέσαμε στην χαραμάδα μιας
αλλαγής υποδείγματος
σελ.15
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
Στεφανος Μανος, Η επίρριψη της ευθύνης στους ξένους σελ. 21
Αλεκος
Παπαδοπουλος,
Πώς η Ελλάδα «κοιτάει» τον εαυτό της
σελ. 23
Γιωργος
Παπανικολαου,
Η ευθύνη των εγχώριων ηγεσιών απέναντι
στο μέλλον σελ.
29
Πετρος
Λινάρδος-Ρυλμον,
Προϋποθέσεις της ανασυγκρότησης μετά
την επιτυχία του νεοφιλελεύθερου σχεδίου
σελ. 37
Γιαννης
Τολιος,
Προβληματική για την οικονομία και το
λαό η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη
σελ. 45
ΕΡΕΥΝΕΣ
1. Ο
«παιδαγωγικός ηγεμονισμός» της Γερμανίας
και οι οικονομικοί πίνακες
της Άνγκελας Μέρκελ
σελ. 55
2.
Η πλάνη της αύξησης του μοναδιαίου
κόστους εργασίας και γιατί ο Ευρωπαϊκός
Νότος δεν χρειάζονταν εσωτερική υποτίμηση
(Felipe,
Kumar, “Unit Labor Costs in the Eurozone: The Competitiveness
Debate Again”),
σελ. 75
3.
Η δημιουργία του ευρώ ως «ασύμμετρο
σοκ» για τον Ευρωπαϊκό Νότο, (Gaulier,
Vicard, “Current Account imbalances in the Euro area:
Competitiveness or demand shock?”)
σελ.
91
4.
Η ανταγωνιστικότητα του Ευρωπαϊκού
Νότου και ο ξεχασμένος μετασχηματισμός
της ΕΕ (Grennes,
Stradzs, “The Elephant in the Room in the EU Competitiveness
Debate”
σελ.
103
5.
Η ανατροπή όλων των μύθων της κρίσης
(Chen,
Milesi-Ferretti, Tressel, “External Imbalances in the Euro Area”,
IMF WP, 12/236),
σελ.
109
ΑΝΤΙ ΕΠΙΜΕΤΡΟΥ
«Επανανακαλύπτοντας» την Κύπρο και συνοψίζοντας σελ. 139
Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013
Έφερε το ευρώ ανάπτυξη;
Με την εύγλωττη αποτυχία των πολιτικών λιτότητας στην Ευρωζώνη, η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα φαίνεται σαν μια λογική εναλλακτική προοπτική, υποστηριζόμενη τελευταία πέρα από τους συνήθεις Sinn και Krugman και από τον Munchau.
Λεω λογική, με την έννοια ότι το "παιχνίδι" με το νόμισμα αποτελεί ακόμα μια ελεύθερη παράμετρο, μαζί με τις δημοσιονομικές και συναλλαγματικές, στη διαχείριση της οικονομίας. Όσο περισσότερες οι παράμετροι, τόσο περισσότερες και οι δυνατότητες άσκησης οικονομικής πολιτικής προς μια επιθυμητή κατεύθυνση. Αυτό στα textbooks. Στην πραγματικότητα, η αλλαγή νομίσματος, ιδιαίτερα αν επιχειρείται μονομερώς, εγκυμονεί κινδύνους, τους οποίους, όσο καλά προετοιμασμένη και να είναι μια κυβέρνηση είναι δύσκολο να τους σταθμίσει επακριβώς.
Πολλά έχουν ειπωθεί για το ευρώ και τα ευεργετικά του αποτελέσματα στις οικονομίες των χωρών που το υιοθέτησαν. Όποιον και να ρωτήσετε αν το ευρώ έφερε ανάπτυξη, η απάντηση θα έρθει χωρίς δεύτερη σκέψη και θα είναι θετική. Φυσικά, η απάντηση αυτή είναι η σωστή, αλλά, για λόγους πληρότητας, χρειάζεται και μια δεύτερη ερώτηση, για το πώς τα πήγαν, λόγου χάρη, και οι χώρες που σνομπάρισαν το ευρώ.
Κι εδώ κρύβεται μια μικρή και αναπάντεχη έκπληξη, διότι οι χώρες της Ευρώπης που κράτησαν τα δικά τους νομίσματα τα πήγαν καλύτερα! Oh Yes!
Αυτό φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα που απεικονίζει τους ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης στο χρονικό διάστημα 2000-2007 (προ κρίσης) των 12 χωρών με ευρώ, σε σχέση με 11 χώρες που παρέμειναν εκτός. Η διαφορά είναι εμφανής, με τις χώρες εκτός Ευρωζώνης να τα πηγαίνουν σαφώς καλύτερα καθ΄ολη την οκταετία.
So far so good!
Έρχεται όμως το επόμενο διάγραμμα για να μάς βάλει σε κάποιες σκέψεις. Εδώ έχουμε πάλι τους ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης, υπολογισμένους ανά τρίμηνο, των 16 χωρών της Ευρωζώνης, των 7 χωρών εκτός ευρώ και των ΗΠΑ για το χρονικό διάστημα της κρίσης (2008-2013).
Τι παρατηρούμε;
Πρώτον, ότι και οι τρεις ομάδες χωρών επηρεάζονται με τον ίδιο σχεδόν τρόπο από την κρίση.
Δεύτερον, ότι μετά τα χειρότερα του 2009 υπάρχει μια γρήγορα ανάκαμψη για όλες τις ομάδες, η οποία όμως συνοδεύεται από μια δεύτερη βουτιά μόνο για τις ευρωπαικές χώρες. Οι ΗΠΑ, εν αντιθέσει, με τα αλλεπάλληλα QE φαίνεται να ξεφεύγουν οριστικά, παρ' όλα τα σκαμπανευάσματα.
Και τρίτον, οι χώρες εκτός ευρώ τα καταφέρνουν λιγάκι καλύτερα από αυτές της Ευρωζώνης και ο λόγος είναι ότι δεν χρειάστηκε να πιουν από το πικρό ποτήρι της λιτότητας. Αν δε, από τις χώρες εκτός-ευρώ εξαιρέσουμε το Ην. Βασίλειο, με την εν πολλοίς άσκοπη απο τη μεριά του υιοθέτηση της λιτότητας, η συμπεριφορά των υπολοίπων εκτός ΕΖ χωρών παρουσιάζεται αρκετά καλύτερη.
Παρ' όλα αυτά όμως, η δυνατότητα ελέγχου των νομισματικών ισοτιμιών από τα κράτη εκτός Ευρωζώνης, δεν βοήθησε στην αποφυγή της ύφεσης, και η άνακαμψη επίσης, δεν φαίνεται να είναι τέτοια που να γέρνει αναμφίβολα τη ζυγαριά προς την κατεύθυνση εγκατάλειψης του κοινού νομίσματος.
ΥΓ. Τα διαγράμματα είναι από το άρθρο του John Weeks (Εconomist and Professor Emeritus at SOAS, University of London): 'Join The Euro? Yes, For Lower Growth' που δημοσιεύτηκε εδώ.
Αναρτήθηκε από
cynical
στις
10:30 μ.μ.
10
σχόλια
Τρίτη 9 Ιουλίου 2013
Όλος ο Νότος σε ...εικόνες
Μια μόνο παρατήρηση για το πραγματικό κόστος εργασίας στην Ελλάδα: Ανάμεσα στο 2005 και 2009, παρατηρείται μείωση της τάξης του 5%. Αν δεν κάνω λάθος, οι υπέρμαχοι της λιτότητας μέχρι τώρα μιλούσανε για υπέρογκες αυξήσεις μισθών. Πού υπάρχει το λάθος; Για μετά το 2009, δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι.
ΠΗΓΗ: SPIEGEL
Τρίτη 25 Ιουνίου 2013
Πού πήγαν τα πακέτα της τρόικας;
Από ΔΝΤ και EFSF πήραμε συνολικά 219 δις ευρώ.
Από αυτά:
τα 48.2 δις πήγαν στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
τα 11,3 δις στην επαναγορά χρέους (buy back)
τα 29,7 δις στο PSI
και
τα 122,2 δις σε κατόχους ομολόγων που έληγαν, (δηλαδή σε ιδιώτες, που πλέον μετά το PSI είναι ελάχιστοι, και κυρίως στην ΕΚΤ).
Από τα 219 δις, δηλαδή, μόνο τα 7,6 δις πήγαν σε μισθούς και συντάξεις και γενικά στον προυπολογισμό, καλύπτοντας ελλείμματα περίπου 2 δις ετησίως, ήτοι κατά μέσο όρο 1% του ΑΕΠ.
με αυτά πληρώσαμε για τόκους 48.171 δις και για χρεολύσια 74.056 δις. Όταν οι τόκοι κοντεύουν να φτάσουν τα χρεολύσια, δικαιούμαστε να μιλάμε για τοκογλυφία;
Ω!, πόσο ωραία αφεθήκαμε και αφηνόμαστε στο δούλεμα;
Υ.Γ. ΠΗΓΗ
Αναρτήθηκε από
cynical
στις
7:16 μ.μ.
15
σχόλια
Ετικέτες ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ, ΚΡΙΣΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κυριακή 7 Απριλίου 2013
Γιατί το όριο των €100,000 στις καταθέσεις σύντομα θα παραβιαστεί
Παρά τις όποιες διαβεβαιώσεις της ευρωελίτ, έχουμε κάθε λόγο
να πιστεύουμε ότι τα λόγια της δεν έχουν περισσότερη βαρύτητα από ό,τι οι πορδές
της.
Παράδειγμα 1ο.
Η απόφαση του 1ου eurogroup όπου σύσσωμοι και οι
17 ΥΠΟΙΚ επικύρωσαν με βουλοκέρι και χωρίς κανένα ενδοιασμό το κούρεμα κάτω των
100,000 στις κυπριακές τράπεζες ανεξαιρέτως. Αγνοούσαν την ύπαρξη ευρωπαϊκής
συνθήκης που ορίζει το όριο προστασίας στις 100,000; Φυσικά και το γνώριζαν. Αλλά
στο βαθμό που δεν υπάρχει κανένα σώμα να τους ελέγχει, και στο βαθμό που οι λαοί
ακόμα ψάχνονται, η Γερμανία και οι υποτακτικοί της μπορούν να αλωνίζουν ελεύθερα.
Παράδειγμα 2ο.
Μετά την κυπριακό ΟΧΙ, η επόμενη σκέψη που η ευρωελίτ κατέβασε
άμεσα στο τραπέζι ήταν η προστασία των καταθέσεων μέχρι του ορίου των 20,000, ποσό,
που κατά τη γνώμη μας αποτελεί και το defacto νέο όριο προστασίας. Οι όποιες
συνθήκες, αναθεωρούνται είτε αυτοστιγμή, είτε εκ των υστέρων για τη διατήρηση
του προσωπείου, τάχαμ δήθεν, της νομιμότητας.
Παράδειγμα 3ο.
Εφ’ όσον το δόγμα bail-in αποτελεί πλέον γεγονός, διότι η λιτότητα,
ως όπλο καταστροφής κεφαλαίων αρχίζει να πνέει τα λοίσθια, πολλοί σπεύδουν να
τακτοποιήσουν τις αποταμιεύσεις τους με τρόπο τέτοιο ώστε να εξασφαλίσουν την
προστασία τους βάσει του ορίου των 100,000, με αποτέλεσμα, σε ενδεχόμενο
μελλοντικό κούρεμα να μην βρεθούν τα απαραίτητα κεφάλαια από τις ανασφάλιστες καταθέσεις
για το bail-in. Ο μόνος τρόπος να εξασφαλιστούν είναι απλά να κατεβεί το όριο
ασφάλειας. Στοιχειώδες!
Υπενθυμίζουμε ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες, και λόγω του
γεγονότος ότι οι περισσότερες τράπεζες στο δυτικό κόσμο είναι κατ’ ουσίαν πτωχευμένες,
το να προσπαθήσεις να πιαστείς από λόγια, συνθήκες και υποσχέσεις, αποτελεί το άκρον άωτον της ηλιθιότητας.
Τρίτη 2 Απριλίου 2013
Η Ολλανδία με το κεφάλι στη δίνη της κρίσης
Όπου και να γυρίσεις το κεφάλι σου αυτό τον καιρό ακούς κυβερνήσεις και αρχηγούς κρατών να παραδέχονται ανοιχτά ότι «κάναμε» ή «έγιναν» λάθη. Κι αναρωτιέσαι, πώς στο καλό έτυχε και όλοι μαζί οι σοφοί να πέσουν την ίδια περίοδο ακριβώς στο λάθος; Όλοι μαζί ταυτόχρονα;
Στην Ελλάδα βρήκαμε τη δικαιολογία στο «υπερτροφικό
δημόσιο» και στους αναρίθμητους δημοσίους υπαλλήλους, στην Ιταλία στις κρατικές
σπατάλες και στα μπούνγκα-μπούνγκα του Σίλβιο, στην Ισπανία στα φαραωνικά έργα
και τις παραθεριστικές κατοικίες, στην Πορτογαλία στα δεν ξέρω τι, ένα μίγμα
από όλα τα προηγούμενα με ολίγην από δημοσίους υπαλλήλους ως το απαραίτητο
καρύκευμα στη σούπα των λαθών, στις ΗΠΑ στα ανεξέλεγκτα δάνεια, μόνο η Γερμανία
τα έκανε όλα σωστά, και δεν περιέπεσε στον πειρασμό, το ίδιο και η Φιλανδία και
το κολλητήρι της η Ολλανδία. Βέβαια, υπάρχουν πολλά ράμματα για τη γούνα της Γερμανίας
η οποία ακόμα μπορεί να κρύβει κάτω απ’ το χαλί τα χάλια της ναυαρχίδας της, τής
Deutsche Bank, και των μεγαλοεταιριών της, στο βαθμό που θα
καταφέρουν να επιβιώσουν χωρίς τα «μαύρα» τους ταμεία, τα οποία όπως πάνε τα
πράγματα θα μείνουν ανενεργά για πολύ καιρό ακόμα .
Δυστυχώς για τη Γερμανία, και ίσως ευτυχώς για τους υπόλοιπους
ταλαίπωρους της Ευρωζώνης, η Ολλανδία δεν θα μπορεί για πολύ ακόμα να στέκεται
στο πλευρό της. Άλλο να βλέπεις στα χαρτιά τα νούμερα να μιλάνε από καιρό για
το υπέρογκο ιδιωτικό χρέος των Ολλανδών, κι άλλο να τα βλέπεις να ζωντανεύουν
και να ρίχνουν αληθινά χαστούκια.
Η Ολλανδία, είναι πλέον γεγονός και επισήμως, ότι
δεν μπορεί άλλο να κρύβεται ότι δεν βρίσκεται σε κρίση, σε κρίση οικιστική,
λίγο πολύ όπως και οι ομοιοπαθείς της στις ΗΠΑ, Ισπανία και Ιρλανδία.
Η πορεία προς το «λάθος» γνωστή και μη εξαιρετέα: Οι
τράπεζες μοίραζαν αφειδώς δάνεια για κατοικία, σε ποσά τα οποία υπερέβαιναν πολλές
φορές το ετήσιο εισόδημα των αιτούντων ή ακόμα και την αξία της κατοικίας. Οι
ιδιοκτήτες, αφ’ ενός τύγχαναν φορολογικών διευκολύνσεων, αφ’ ετέρου επένδυαν τα
δανεικά σε διάφορα funds που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια με
μεγαλύτερες αποδόσεις από τους τόκους, με την προοπτική σε κάποιο σύντομο
μεταγενέστερο χρόνο να πουλήσουν το σπίτι σε υψηλότερη τιμή, αφού οι τιμές
συνέχιζαν ν’ ανεβαίνουν, και να ξεπληρώσουν αφ’ ενός το δάνειο, αφ’ ετέρου να βάλουν
και κάτι στην άκρη απ’ αυτό.
Μόνο που τους πρόλαβε η κρίση! Οι τιμές των σπιτιών κάνουν
χαμηλές πτήσεις, οι φορολογικές διευκολύνσεις κόπηκαν ήδη από φέτος, τα νοικοκυριά
βρίσκονται σε αδυναμία πληρωμής και οι τράπεζες ανακαλύπτουν ότι από τα δις των
δις που έδωσαν σε οικιστικά δάνεια κάποια δεν θα τα δουν ποτέ να επιστρέφουν
στα ταμεία τους. Καμιά άλλη χώρα στην ΕΖ
δεν βρίσκεται τόσο βαθιά στο χρέος όσο η Ολλανδία, αναφέρει το Spiegel. Αυτή τη στιγμή οι τράπεζες
έχουν γύρω στα 650 δις δάνεια-φούσκα στα τεφτέρια τους, ενώ το μέσο ιδιωτικό
χρέος ανέρχεται στο 250% του μέσου ετήσιου εισοδήματος. Για σύγκριση, το μέσο καταναλωτικό
χρέος του Ισπανού ανέρχεται μόνο στο
125%.
Ενός κακού, όπως λέει και το ρητό, μύρια έπονται. Η
Ολλανδική ανταγωνιστικότητα, δύσκολα θα βγάλει τη χώρα από το χρέος με τέτοιο
βάρος. Η ανεργία ήδη αυξάνει με ασυνήθιστους ρυθμούς, επισήμως στο 7.7%, χωρίς
να συνυπολογίζονται οι 800,000 εργαζόμενοι με μπλοκάκι, που είναι κι εδώ αόρατοι.
Μόνο το Φεβρουάριο, 755 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση, πρωτοφανές νούμερο από
το 1981, και να σκεφτείς ότι ο χρόνος ακόμα δεν περπάτησε. Και η ανεργία δεν
χτυπάει πλέον τους ανειδίκευτους, αλλά και τους «εξειδικευμένους».
Ο YΠOIK Dijsselbloem
ανήγγειλε περικοπές 4.5 δις, στα γνωστά της υγείας, παιδείας, πρόνοιας κλπ, οι
οποίες όμως θα εφαρμοστούν από του χρόνου, διότι όπως δήλωσε: "Sticking the knife in even more deeply"
would be "very, very unreasonable." Προσέξτε τον εμφατικό διπλασιασμό
του «very», όταν
απευθύνεται στο εκλογικό σώμα, όπου εντελώς τυχαία ξαναθυμάται τις σοσιαλδημοκρατικές
του ρίζες. Τo
ίδιο και το «unreasonable”, όταν
πρόκειται για τους άρειους του Βορά, κι όχι για τους μαυριδερούς του Νότου.
Οι Ολλανδοί ήδη νοιώθουν την
κοφτερή άκρη του μαχαιριού να τους αγγίζει στο σβέρκο. Θα συνεχίζουν άραγε να
γλείφονται στην ποδιά της Μέρκελ; Είναι αλήθεια ότι το βλέπω λιγάκι χλομό.
Αχ, τι ωραία που περνάμε εις τας Ευρωζώνας!
Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013
Η απάτη των οικονομολόγων
Αν θυμάστε, πριν από λίγους μήνες ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας έξι σεισμολόγους, για την αδυναμία τους να προβλέψουν τον καταστροφικό σεισμό της Ακουίλα το 2009. Οι δικαστές οδηγήθηκαν στην απόφασή τους αυτή λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι η σεισμολογία αποτελεί κλάδο των φυσικών επιστημών, οπότε σαν τέτοια αφήνει την εντύπωση ότι θα πρέπει να έχει ταυτόχρονα την ικανότητα και να προβλέπει, αλλιώς είναι για τα μπάζα, και ως τέτοια ας αλλάξει κατηγορία, ώστε να μην μπερδεύονται οι άνθρωποι κι οι δικαστές. Φυσικά η σεισμολογία δεν μπορεί να προβλέψει, και κανένας σεισμολόγος, πλην ολίγων ευφάνταστων ημεδαπών, δεν ισχυρίστηκε το αντίθετο, παρά μόνο να επιβεβαιώσει εκ των υστέρων αν είχαμε σεισμό, πόσο μέγεθος είχε και πού στο διάολο συνέβη. Εν πάση περιπτώσει μια τέτοια δικαστική απόφαση μπορεί ν' αποτελέσει προηγούμενο, ώστε κάποια στιγμή να ξεκαθαρίσει ο χώρος από τους λαθρεπιβάτες των επιστημών, οι οποίοι έχουν το θράσος να νομίζουν ότι τα πέντε δέκα μαθηματικά ορνιθοσκαλίσματα που αραδιάζουν, αποτελούν κιόλας τεκμήρια αξιοπιστίας και εγκυρότητας. Αυτό το τελευταίο δεν ισχύει για τη σεισμολογία, ισχύει όμως για την οικονομική.
Η οικονομική έχει το κακό συνήθειο να κάνει προβλέψεις, και όσο περισσότερες κάνει κάποιος, τόσο πιο περιζήτητος γίνεται και τόσο πιο μεγάλος γίνεται ο μισθός του, φτάνει μάλιστα και στα ανώτατα αξιώματα του υπουργού οικονομικών, άσχετο αν κανένας δεν κάθεται εκ των υστέρων να τις αξιολογήσει, και να ζητήσει τα ρέστα. Στο βαθμό μάλιστα που μια σύγχρονη οικονομία βρίθει προβλέψεων, καταλαμβάνοντας ολόκληρο τον ορίζοντα των πιθανών εκβάσεων, το να υπάρξουν και μια και δυο που επαληθεύτηκαν, όπως καταλαβαίνετε, είναι απολύτως φυσιολογικό και στατιστικά δικαιολογημένο.
Το οξύμωρο με την οικονομική, λοιπόν, είναι ότι ενώ οι προβλέψεις της λαμβάνονται στα σοβαρά από τις κυβερνήσεις ώστε βάσει αυτών να χαράζονται πολιτικές, που στις πλείστες των περιπτώσεων, βέβαια, χαράζουν και πετσοκόβουν ολόκληρες κοινωνίες, κανείς δικαστής ως τα τώρα δεν βρέθηκε ν' απαγγείλει κατηγορίες εναντίον εκείνων, οι λανθασμένες προβλέψεις των οποίων οδήγησαν σε μαζικές ανθρωποκτονίες και καταστροφές. Γιατί;
Η μόνη εξήγηση που υπάρχει είναι ότι κανένας δεν παίρνει τελικά την οικονομική στα σοβαρά, και ότι κανένας δεν δίνει πίστη στα λεγόμενά της, όσα τερτίπια και να επινοεί ώστε να πείθει για το αντίθετο. Αν την έπαιρναν, θα τής ζητούσαν και το λόγο.
Εδώ υπάρχουν δυο μόνο τινά. Είτε θεωρείς την οικονομική σοβαρή επιστήμη, οπότε και στέλνεις τους οικονομολόγους στα δικαστήρια για πρόκληση βλάβης λόγω αστοχιών και πλημμελούς γνώσης και εφαρμογής του αντικειμένου τους, είτε στέλνεις στα δικαστήρια τους πολιτικούς που εμπιστεύτηκαν σεσημασμένους τσαρλατάνους. Ανάμεσα σ' αυτά τα δυο, δεν χωράει τίποτε άλλο λογικό.
Η μόνη που πήρε στα σοβαρά την οικονομική, ήταν η βασίλισσα της Αγγλίας, η οποία απαιτώντας, εν τη αφελεία της, μια εξήγηση για την τόση μεγάλη αστοχία των οικονομολόγων, προκάλεσε και εύλογη έκπληξη και αμηχανία στο σινάφι, το οποίο μέχρι τώρα είχε μάθει να πατάει ανενόχλητα σε δυο βάρκες, και του επιστήμονα, και του τσαρλατάνου.
Ηγεμόνας, ήταν αυτός, και η απορία της δεν έπρεπε να μείνει αναπάντητη. Όπως ήταν φυσικό προκάλεσε αναστάτωση στη Βρετανική Ακαδημία, η οποία και συγκάλεσε σύσκεψη των κορυφαίων οικονομολόγων του ακαδημαϊκού χώρου, του χρηματοπιστωτικού τομέα και της κυβέρνησης για ν' αποφανθούν. Αφού συσκέφθηκαν απερίσπαστοι και κεκλεισμένων των θυρών για κανένα μήνα, παρέδωσαν τελικά πόρισμα στο οποίο η αποτυχία της πρόβλεψης οφειλόταν κατά γράμμα "στην αποτυχία της συλλογικής φαντασίας πολλών ευφυέστατων ανθρώπων, τόσο στη Μεγάλη Βρετανία, όσο και σ' ολόκληρο τον κόσμο, να κατανοήσουν τους κινδύνους του συστήματος εν όλω".
Αποτυχία της "συλλογικής φαντασίας;", ήταν η εύστοχη παρατήρηση του Χα-Τζουν Τσανγκ στο γνωστό βιβλίο περί των 23 Αληθειών κλπ. Δηλαδή, όλα όσα έλεγαν ως τα τώρα περί του λογικού υποστρώματος της οικονομικής είχαν πάψει να ισχύουν; Κατά πόσο μια σύλληψη σαν τη φαντασία, συλλογική ή μη έχει θέση στην κυρίαρχη ορθολογική πραγματεία των οικονομικών; Στην πραγματικότητα, όπως συνεχίζει ο Τσανγκ, οι κορυφές του οικονομικού χώρου, δεν είχαν ιδέα για το τι είχε φταίξει.
Γιατί λοιπόν να συνεχίζουμε να τους εμπιστευόμαστε και να τους ακριβοπληρώνουμε; Είτε στα γραφεία τους και έξω απ' την πολιτική, είτε, όταν ανακατεύονται, στη φυλακή.
Αναρτήθηκε από
cynical
στις
12:49 μ.μ.
15
σχόλια
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)