Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ν.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ν.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Απόσπασμα ...




"...
Κι έτσι, κάτω απ' το βαμβάκι των σύννεφων, ρέει ο άνεμος μιας αφιλόξενης ζωής και σκέφτομαι φευγαλέα τα μεγάλα έργα των ονείρων, όπως απλώνονταν οι χιλιετίες των άστρων, και με την ίδια ορμή βάζω για ύπνο το σώμα μου που δε γνωρίζει πολλά πολλά και γυρνάω από το άλλο πλευρό, εκεί που η καρδιά αντηχεί κουρασμένη και τα πόδια πονούν και τρέμουν ανήσυχα, και μέσα στο θόλο του βλέμματός μου διακρίνω ένα δέντρο ψηλά ψηλά στο βουνό να το χαϊδεύουν τα σύννεφα ...




Και δεν μπορώ να σου πω το μικρό μυστικό πως ... χαθήκαμε,
πως πήγα πάλι μακρυά σ' αυτές τις παγανιστικές εμμονές και πως δεν θέλω να ξέρεις ...

















Μοιάζει αυτή η προσιτή εγγύτητα, η προσιτή απόσταση, να είναι ο τόπος ο κοινός, όπου ανέκφραστος ο φόβος σιγομουρμουράει, Κι έτσι, με τους ανθρώπινους, τους κοινούς τρόπους οργώνεις ή ζωγραφίζεις το δέρμα μας, το δέρμα σου, κι ούτε που ξέρω πια τη δύναμή σου, ή μήπως η δύναμή σου να είναι η σιωπή και η πράξη κι ένας καφές τ' απογεύματα; ...
Ποιος ξέρει;
Κι όταν ανοίγουν οι ουρανοί εσύ ξέρεις να πενθείς και να προσεύχεσαι, ενώ εγώ ..., εγώ δεν ξέρω παρά μονάχα αχυρένια ομοιώματα, και ξέρω να λούζομαι στο λάδι της κουζίνας και να αλυχτώ με τα σφαχτάρια ή να βουτώ στον κόπρο, και έπειτα να κρύβομαι, να κρύβομαι όταν μαζεύουν τα λύτρα, όταν ζητάνε το φόρο, όταν σταυρώνουν τους Ιούδες, όταν ανασταίνουν τις καρδιές τους από τον τάφο ..."







Ν.



Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011


Ανοικτή αυτή, και απλώθηκε, η αίσθηση, όπως η αναπόφευκτη καταστροφή
κάποιες λεπτές ανακλάσεις μονάχα, ή ένα νεύμα μετάνοιας ή απώλειας,
και, όπως τα βλέμματα συναντιόνται και φεύγουν ξανά, έτσι, αλλά ολοκληρωτικά,
ήρθε η μετά θάνατον ζωή, η ζωή μετά το θάνατο, όπως μια αναπόφευκτη καταστροφή, ένας κορμός και μία στήλη των κεφαλών μας, ένα λαγούμι που μέσα φωλιάζουν τα δικά μας στήθη, μία κλωστή στο νήμα του αέρα, όλο θλίψη και σκέψη ...
μια σύνοψη αυτού που δεν τελειώνει και απέραντη πέρα ως πέρα χτυπά τα τύμπανα των τοίχων και αναγυρίζει τη σκόνη και, από το τραπέζι που τρως, νιώθεις αυτό το άβολο αίσθημα, τα μέλη σου ξηρά να αντιστέκονται και, πηγαίνοντας στην εποχή των παιδιών, ανοιγοκλείνεις τα μάτια σε μια άλλη ζωή ή σ' ένα τμήμα της, όπου μέσα στον κόκκινο ήλιο του απογεύματος η εκκλησία χάνεται αγκαλιασμένη μ' ένα κυπαρίσσι κι εσύ περιμένεις ...


Έτσι είναι όταν έρχεται η ώρα, κι όσο σηκώνεις το έδαφος περιμένοντας, ανακαλύπτεις τον ήχο μιας καρδιάς που φθίνει, μιας γλώσσας ακατάληπτης, ή ένα μαυσωλείο που αντηχεί πια χαμηλόφωνα μια θαμπή μακρινή παλινωδία του κόσμου ...






Ίσως το καλύτερο μέρος να ήταν αυτό, αυτό το έρημο κομμάτι του κόσμου, όπου το μέλλον και το παρελθόν έσμιξε σ' ένα νέο κορμί, ακούραστο ακόμα ν' ανεβαίνει τα βουνά, και να γυρνά τις μέρες,
όμως, αν ήταν, θ' αρνιόμουνα τον εαυτό μου και θα φανέρωνα πως δεν είναι δικό μου και πως ούτε και τώρα το θέλω, να μου ανήκουν όλα αυτά τα δέματα, τα δέρματα, τα σιρίτια, ή οι πόρτες που ανοιγοκλείνουν, ή τα δευτερόλεπτα, αλλά ήσυχα μια νύχτα θα τερμάτιζα τους ύπνους όλους, σ' ένα ύπνο πιο ήσυχο και πιο μεγάλο, ανίκανος πια για πραγματική χαρά ή για λαχτάρα της χαράς, κι έτσι, αλλαγμένος, απ' τους σκοτεινούς καιρούς, σαν εύπλαστη, εύθραυστη, χάρτινη σκιά, θ' αφανιζόμουν μ' ένα νεύμα του τίποτα, όπως εξαφανίζονται τα μέλη μου ιριδίζοντας σ' ένα διάχυτο κρότο από πόνο, μουδιασμένα, τρεμάμενα ...


Ν.



Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Υπάρχει


Υπάρχει πάντοτε το κρύσταλλο του χρόνου, ανάμεσα στις θυελλώδεις στιγμές, το καλοκαίρι, και το χειμώνα, κι έτσι ανοίγει η ολισθηρή δίοδος της ανάσας και του φωτός, σ' αυτό το σκοτεινό, το γκρίζο κενό, με τις ημιδιάφανες φιγούρες, και χωρίς να θέλω, χωρίς να μπορώ, ανοίγει και κλείνει το πέρασμα, κι έτσι, με μια ματιά, είναι σχεδόν αρκετό να διασχίσω τις αποστάσεις της φαντασίας πάνω στα πλάσματα, όπως το φως ή η λάμψη, και να επιμηκύνω το εσωτερικό της καρδιάς μέχρι το χέρι, ή την ψυχή, εκεί που διασταυρώνονται οι δράσεις της ζωής και των θανάτων και φωλιάζουν κυνηγημένες, εκεί που καμιά φορά ξεχνιέται η μνήμη μου και αργοσαλεύει, ή εκεί που αγκιστρώνεται η εμμονή ...



Τίποτα δεν έχει μείνει σχεδόν, και σχεδόν φαντάζομαι πως χάνομαι και εγώ και αφήνομαι σε σένα, όπως έχω δει να αφήνονται τα ζώα, σ' ένα άγνωστο αφέντη ή σ' ένα αόρατο άνεμο ή σε μια λάμψη που σκάει πιο πέρα, και παίζοντας με το παλιό φθαρμένο παιχνίδι, ψιθυρίζω ακατάληπτα, ακατάληπτες ανολοκλήρωτες λέξεις και φθόγγους, γλώσσες και γλωσσισμούς, που μαζί με τη σιωπή αργοσβήνουν στο ημιδιάφανο κενό, στο ομιχλώδες τοπίο, με μάτια μεγάλα, με μάτια κλειστά, κι έτσι πηγαίνω πιο πέρα τη σιωπή τους, μέσα σ' ένα βόμβο από κρυμμένες ροές, από ανακλάσεις γυμνές μιας απαλής ζεστής φρίκης, και πάνω σ' αυτό, μέσα σ' αυτό, πάνω σ' αυτό το βωμό αργοσαλεύω, και η ύπαρξή μου, όπως τη βλέπω, συσπάται και σέρνεται, σαν ένα απαρηγόρητο πουλί που πέφτει από τη φωλιά, με μια φωνή πνιγμένη ...

Και ήθελα πάντα να το πω, μέσα στο δάσος του χειμώνα, τη νύχτα, μέσα στη βροχή, πως είμαι και δεν είμαι το παν, πως η συγκίνησή μου πάντα με προδίδει, πως όλα είναι μηδέν και πως τίποτα δε μένει τώρα που έφυγες και πως μέσα στη σκιά ακόμα και θα σε αρνιόμουν και θα καταριόμουν για σένα όπως καταριέμαι και για αυτόν, αυτόν που κουβαλώ, και, ίσως, αφού ξεπουλήσω τα χρόνια και τη σάρκα, ίσως τότε να σβήσουν οι σπίθες και χαθεί και η αχλή του φωτός στη σκοτεινή αίθουσα των σωμάτων, ίσως σε συναντήσω και πάλι να μ' αγοράζεις μ' ένα νόμισμα φθηνό και ακατάληπτο, όπως αυτό που συγκρατεί την πραγματικότητα και τη φαντασία, αυτό που κυλά από την άκρη της μύτης, από τη βλέννα, και συναντά τον αέρα ενός μικρού δευτερολέπτου ...

Πως ξεκίνησαν όλα και πως θα τελειώσουν; όταν τελειώσουν οι λέξεις και όλα πια θα έχουν λεχθεί και θα μείνει να κλαίει αργόσυρτα ένα εγώ ταλαιπωρημένο ...

Όμως τις νύχτες σαν κι αυτή, που ξένος κάθομαι στον εαυτό μου και τρυπάω το μηδέν, τις νύχτες σαν κι αυτή θα γίνει και πάλι η στροφή του αοράτου και χλιαρός ο αυχένας του κόσμου θα στέκει ...

Ν.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

"... οι λέξεις αυτές άψυχες θα κείτονται στο πάτωμα ... στα μάτια ενός καλοκαιριού νεογέννητου ..."


"...
κι έπειτα πίσω απ' τη σάρκα μας η όψη του θανάτου
κοιτάζει το πρόσωπό της
...
πρόσωπο με πρόσωπο
θάνατος με θάνατο
..."


(αυτοπροσωπογραφία σε T-shirt)

"... μέσα στη σάρκα κατοικείς 
τη σάρκα αυτή την ακαθόριστη 
τη σάρκα αυτή την αόρατη

όπως χτυπούν τα δευτερόλεπτα όλος ο κόσμος σύρεται
οι τοίχοι το πάτωμα το κρεβάτι η ανάσα σου

εδώ και τώρα εκεί και τώρα δίπλα
ένας γίγαντας ξεπατώνει το κορμί σου

και το σύρει και το πετά
και το περνά μέσα απ' τους τοίχους

στον άδειο χώρο να χωρέσει και στην όραση

και χάσκει η άβυσσος στα μάτια μου
όπως γυρίζεις κι όπως αναπνέεις

και πάλλεται η καρδιά σου 
και ματώνει

ένα λεπτό χρειάζεται
και πια δεν υπάρχεις ..."



(αυτοπροσωπογραφία σε T-shirt)

"... κι έπειτα όταν θα περάσει χρόνος πολύς
οι λέξεις αυτές - άλλοτε σαν λεπίδες επικίνδυνες
και φαρμακερές σαν δηλητήρια θανάτου -
άψυχες θα κείτονται στο πάτωμα
σαν καύκαλα λεπιδοπτέρων
στα μάτια ενός καλοκαιριού νεογέννητου ..."

Ν.

Σάββατο 2 Μαΐου 2009

"... Everything is fear ..."




(ξερά κλαριά, κερί, φύλλο, ipecavom)

'Ακούμπησε το χέρι μου, τι είναι μεγαλύτερο; ο θάνατος ή η ζωή;
Ποιος θα με συντροφέψει στο ταξίδι;
Πως να βαστάξω τόση απουσία;'

"... Θα ονόμαζα την έμπνευση Ρυθμό τυμπάνων Και μουσική της καρδιάς Κάτι συμβολικό μονάχα Και χαρούμενο Αυτό που θέλεις να πεις Θα το 'λεγα αλλιώς Χωρίς να το πω Και έτσι μέσα στην απουσία Σαν μήνυμα κενό Θα αναδίδει την κενότητα Θα έπερνα τα πρόσωπα που είδες Στοιβαγμένα το ένα στο άλλο Έτσι με τον ανθρώπινο σωρό Έρχεται η έμπνευση Σώμα με το σώμα Πρόσωπο με πρόσωπο Ρωγμή τη ρωγμή Θα έπερνα τα πράγματα που ακούμπησες Ένα και ένα Όλα μαζί τα ίχνη Κι έπειτα τα βήματα Τα ρούχα που φοράς Αυτά που φόρεσες Έτσι έρχεται η έμπνευση Έτσι φεύγει η ζωή Ακροπατώντας ..."

'Give me your hand give me your blood give me a proof of the life we have lived
Are you there?
Where are you?'

N.

Παρασκευή 1 Μαΐου 2009

"... Πέφτουμε απ' τα βουνά αγκαλιασμένοι ... Πέφτουμε απ' τα βουνά που αγκαλιάσαμε ..."




'Μ' αγαπάς;'
'Ποιος είσαι;'
'Ποιος ήμουνα;'
'Που πάω;'
'Δώσε μου τα μέλη σου'
'Μη φύγεις'
'Μη χαθείς'
'Πάρε με μαζί σου'


"...
Πως αλλιώς; Πως αλλιώς; Όλα μεσ' στο κεφάλι σου Θάνατος και σήψη Θάνατος και σήψη

Σε πιάνει Σε κρατά καλά Κουλουριασμένη στην κοιλιά Γεννάει τα αυγά της  Και αναδεύεται Στο φως Στο σκοτάδι

Είδες;

Όλα μες στο μυαλό σου όπως το φως Έτσι και το σκοτάδι Όλα μες στο μυαλό σου...

Στην πόρτα στο διάδρομο στον τοίχο Λίγα και απλά τα σύννεφα στο μέτωπο Λίγες σκληρές γραμμές, οξείες αιχμές Οι αριθμοί Οι αριθμοί Ο κόσμος Τα πέρατα του κόσμου στο μικροσκόπιο Θα θελα να φύγω Να χαθώ ...

'Ο θάνατος ή η ζωή είναι μεγαλύτερος;'
'Ποιος θα με συντροφέψει στο ταξίδι;'
'Κράτα το χέρι μου, πως να βαστάξω τόση απουσία;'

Στους βουβώνες γεννιέται η ζωή;

Εκεί;

Τα μάτια μου πετούν, τα μάτια μου χάνονται...

Ποιος ν' αναδεύεται στους θάμνους με του θανάτου την ένταση; ..."

N.

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009

"...Είμαστε οχυρωμένοι!..."



(από την έκθεση ... BODIES)

"...Πίσω από μικρά και μεγάλα δευτερόλεπτα
Και πίσω από τη λήθη που άτακτα έρχεται
να θέσει τη δικιά της την τάξη και πρακτική
Μια αιμάτινη συρροή σπόγγων σαρκός
Σήψη και αργόσυρτη αναμονή..."

Ν.

"..Φεύγουν κι έρχονται - και μαζί τους σκελετοί - τα οράματα των φόβων σου στην οθόνη..."




(Max Ernst, οι πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου)


Ν.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

"...Και η μορφή σου θα επιταχυνθεί τόσο πολύ στην εξαφάνιση μια υποχώριση ταχύτατη..."




















"...Και η ρουφήχτρα του χρόνου 
κι αυτό που ξεχωρίζει εμένα από σένα 
θα εμφανιστεί - αλλοίμονο - 
ογκώδες και σκληρό, 
όσο κι αιθέριο..."

"...Και τι κρίμα! τι κρίμα..."

Ν.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

"...Όλα λοιπόν δείχνουν πως έφτασε το τέλος..."




















"...Δεν θέλω να μ' αγαπάς. Μονάχα θέλω να περνάω δίπλα σου να γλύφω με τη γλώσσα λίγη από τη θλίψη των ημερών σου..."

Ν.

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

"...What my mother saw..."

"...Μπορούσες ν' ακούσεις θρήνο πιο εκμαυλιστικό;..."





















"...Και το τραγούδι του νερού δίπλα στο δέντρο γνωρίζει από παλιά αυτό που εγώ, νέος, έχω ξεχάσει, μεσα στα αιφνίδια γηρατιά της γροθιάς, στα αιφνίδια γηρατιά του βουβώνα, της μνήμης..."

Ν.

"...Μεγεθυσμένοι θύσσανοι άφθας στο στόμα του ουρανού..."






















"...Μεγεθυσμένοι θύσσανοι άφθας στο στόμα του ουρανού,
λευκασμένοι και ασπρισμένοι στον ήλιο..."

N.


"...Everything..."

















"...Όλα, οι φωνές και οι συμφωνίες της άνοιξης, όλα, τα καλοκαιρινά τείχη και οι δυσανάλογοι ορισμοί..."

Ν.

"...Για να τελειώνουμε..."
























"...Διαριγνύοντας του κόσμου την εικόνα κι αφήνοντας το κενό, ένα μπάσταρδο κενό,
κι ακροπατώντας στις λέξεις πάνω, όπως σε καρφιά και λεπίδες, και διστάζοντας πολύ, σε σύγχυση πλέεις κα πηγαίνει και έρχεται ο φόβος με το φύσημα του αγέρα και με κάθε αναπνοή πνίγεται η ζωή σου, όπως μέσα στη μαύρη θάλασσα μια χειμωνιάτικη νύχτα, κι ας λάμπει ο ήλιος, κι ας γελούν τα λουλούδια - άλλο δεν ξέρουν - και τρέχει η ζωή παρασυρμένη απ' το θάνατο...
Μαζί είτε χωριστά κυλάμε σα βράχια προς τον πάτο της γης, κατρακυλάμε, πέφτουμε χωρίς επιστροφή...
Σάμπως πανώλη φοβερή η φρίκη πάει κι έρχεται και αλωνίζει μες στο αλώνι σου και ο νους μικρός υποχωρεί και σωριάζεται ανήμπορος...
σα σκιάχτρο το σώμα σου από άχυρο και πονά, ο αέρας να το παρασέρνει κομμάτι κομμάτι, κατοικία φιδιών και εντόμων...
ευγλωτία η πικρότατη πίκρα και η απελπισία που λαλίστατη σου γλείφει το αυτί κι ο νούς ολάνθιστος να καμαρώνει πως μπορεί
μα είναι αυτός που από τη ρίζα ξεπατώθηκε σαν είδε το ανάστημα κάτω, γνωρίζοντας πως κούφια είναι η γη και κάτω απ' τα πόδια μας το σκοτάδι των νεκρών αντηχεί στις έκατόμβες...
ο νους είναι ο ασθενής και νοσεί, και μαζί του το σώμα πάσχει όπως σε καθρέπτη..."

Ν.

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

"...Germany..."



"...Άνοιξη, άνοιξη πάλι έρχεται με ρομφαίες πύρινες
τα λουλούδια ματώνουν
και λυώνουν οι κρύσταλλοι στα φύλλα μας
και λυώνει και η θλίψη η δύσμοιρη
μετά, κάποτε, ποτέ, πάλι πίσω και πάλι μπροστά
όλο αυτό το κουβάρι το ολόφωτο όλο αυτό το κουβάρι
που τυλίγεται και τυλίγει, αόρατο, ορατό και πάλι
αόρατο και μετά ορατό και μετά πάλι αόρατο
πάλι αόρατο πάντοτε αόρατο - πως αλλιώς;
κι εσύ να ψιθυρίζεις να ψυθυρίζεις..."

Ν.

"...Germany..."



"...Μέλλον μας όλων ο θάνατος
και πριν το θάνατο αυτή η εξαφάνιση
και η ακίδα της κοιλιάς
και αυτό το φαγητό της σκόνης, τα κόπρανα, η πέτρα
της ζωής πάνω απ' τα κεφάλια μας
το πηγάδι της ζωής κάτω απ' τα πόδια μας..."

Ν.

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

"...Εσύ μοιχέ, εσύ ληστή..."


"...Πήγαινε λοιπόν ζωσμένος την ψυχή
να ξεκοιλιάσεις
ζωσμένος την ψυχή, την ψυχή να ξεκοιλιάσεις..."

Ν.

"...Νους τύρρανος..."





"...άνοιξη άνοιξη ποτέ
μόνο μεγάλιθοι
και στόματα ανοιχτά να χάσκουν..."

Ν.

"...Και η αύρα η αύρα τώρα!..."



























"...το ανέφικτο ακούω, το αδύνατο βλέπω, το παράδοξο κρατώ
ασύμμετρο, κοφτερό, γλιστερό, παγερό
Και το μέλλον έρχεται σφυρίζοντας σαν τραίνο
με τον άνεμο της φωνής
και το μυστικό
σαν χρυσό δόντι κλαίει ακόμα
στα στομάτά τους..."

Ν.