Ήμουν στην τουαλέτα σε δύσκολη πάλι στιγμή ' εκεί συνηθίζω να αναγιγνώσκω τα δημοσιογραφικά πονήματα.
Την "κρίσιμη" ώρα το μάτι μου έπεσε σ΄ένα παλιό αρθράκι - απ΄αυτά που με περισσό θράσος και πτωχή, πτωχότατη επιχειρηματολογία προσπαθούν να μας πουν ότι κάποιος μεγάλος δεν ήταν μεγάλος, γιατί αυτοί που μάλλον η Ιστορία δεν θα ασχοληθεί ποτέ μαζί τους, έτσι πιστεύουν. Διότι αυτοί έχουν τη δύναμη να φτάνει σε πολύ κόσμο η γραφή τους και ο τρόπος του "δημοσιογραφίζειν" είναι γνωστός : μονόδρομος, ανυπαρξία διαλόγου, απουσία κριτικού πνεύματος, τονισμός μόνο επιλεγμένων πλευρών, ώστε το μόρφωμα να έρθει και να γίνει όπως αυτοί γουστάρουν. Σε τελική ανάλυση, πες-πες, στο τέλος κάτι από τη ρετσινιά θα μείνει - παλιά, αγαπημένη μέθοδος πολλών...
Πήρα τα μάτια μου από το αρθρίδιο και προχώρησα στην τελετουργία του μπιντέ, αναγνωρίζοντας για άλλη μια φορά την υποβοηθητική συμβολή της δημοσιογραφίας στις προσωπικές μου ανάγκες - μήπως να εγκαταστήσω τηλεόραση απέναντι από τη λεκάνη ?
......................................................................................
Αργότερα στη βιβλιοθήκη, θυμήθηκα τους στίχους του Μεγάλου Ποιητή που η Ιστορία και η Τέχνη τον έχουν αγκαλιάσει από καιρούς πολλούς και για πάντα, σε πείσμα πολλών "μικρών" και χαμογέλασα :
* * * * *
"...οι συμβουλές είναι εύκολες όταν έχεις δυο καρέκλες
ν' απλώνεις τα πόδια σου και μεγάλη λιακάδα
όταν έχεις ένα δεύτερο καφέ συνέχεια παγωμένο νερό
και μια τέντα
ραβδωτή πράσινη κι άσπρη
όταν δεν έχεις να πληρώνεις νοίκι με καρφιά στον τοίχο
κ' ένα
καθρεφτάκι για το ξύρισμα που πουθενά δεν στεριώνει
αυτά ήταν όλα κι όλα που είχα να σας πω με την
ανεμελιά του νυν χορτάτου
μ' ενδιέφεραν πάντοτε τα καταστήματα ειδών υγιεινής
ιδίως τις νύχτες μετά το σινεμά στην οδό Αχαρνών ή 3ης
Σεπτεμβρίου
ή εκείνα στον Άγιο Παντελεήμονα πίσω απ' τα πολυκλαδεμένα
χειμωνιάτικα δέντρα
αντανακλάσεις στην άσφαλτο φώτα ζαχαροπλαστείων
μάγκες ταξιτζήδες...
* * * * *
και διαβάζαμε στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια
για τη σύφιλη
για το σονέτο για τη Σόνια Σονόρε
κι ο Καρυωτάκης δεν είχε πάει ακόμη στην Πρέβεζα
και το στρατσόχαρτο με το χοντρό αλάτι απ΄τις παστές
σαρδέλες
δεν είχε ακόμη περάσει στην περιοχή της αισθητικής
* * * * *
όμως αυτό ακριβώς δεν μου το συχωρέσανε ποτές οι
στέρφοι οι φθονεροί κ' οι ανίδεοι
κι εκείνοι οι δόλιοι φραγκοφτιασιδωμένοι τελειόφοιτοι
Σχολών Φιλελλήνων
διπλωματούχοι της Σορβόνης του Καίμπριτζ
του Χάρβαντ
και κόμπαζαν και μου σφενδόνιζαν πέτρες
και λέγαν πως δεν έχω ιδέαν απ΄το ξ υ ν ό ν και το ε ν ο ν
του ιερατικού Ηράκλειτου
και μ' ακοντίζανε οι νωθροί τις κατηγορίες του
κομπογιαννίτη και του πολυγράφου
κι από κοντά τους σεγκοντάριζαν τα σκυλιά
της Ασφάλειας
όμως εγώ χαμογελούσα κ' έκρυβα κάτω από το κρεβάτι
μου τις εννιά μου χιλιάδες περιστέρια
* * * * *
και γέλασα πολύ δυνατά για να μπορέσω επιτέλους να
πω κ' εγώ
τα πράγματα με το πραγματικό όνομά τους
το γαμήσι γαμήσι το γκάστρωμα γκάστρωμα
το κόκκινο πουκάμισο
και μια βάρκα με τρία γυμνά κοριτσόπουλα
και το βαρκάρη στη θάλασσα μ' ένα κουπί στα δόντια
του
και μια όρθια κιθάρα μες στο φανάρι..."
~ ~ ~ ~ ~
(Γιάννης Ρίτσος: Το τερατώδες αριστούργημα - αποσπάσματα).