Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Paulo Coehlio. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Paulo Coehlio. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025

Και ο Θεός έπλασε τη μητέρα

Ο Θεός κάλεσε τον πιο αγαπημένο Του άγγελο και του παρουσίασε ένα πρότυπο μητέρας. Στον άγγελο δεν άρεσε αυτό που είδε.
- Εργαστήκατε πολύ, Κύριε, δεν ξέρετε πλέον τι κάνετε, είπε ο άγγελος. Κοιτάξτε! Φιλί ειδικό, που θεραπεύει όλες τις αρρώστιες, έξι ζευγάρια χέρια για να μαγειρεύει, να πλένει, να σιδερώνει, να φροντίζει, να ελέγχει, να καθαρίζει. Δε θα δουλέψει!
- Το πρόβλημα δεν είναι τα χέρια, αντέτεινε ο Θεός. Είναι τα τρία ζευγάρια μάτια που χρειάστηκε να βάλω: ένα, για να βλέπει το παιδί της πίσω από κλειστές πόρτες και να το προστατεύει από ανοιχτά παράθυρα, ένα άλλο, για να το κοιτάζει με αυστηρότητα, όταν πρέπει να του μάθει κάτι ουσιώδες και το τρίτο, για να του δείχνει διαρκώς τρυφερότητα και αγάπη, όση δουλειά κι αν έχει εκείνη!
Ο άγγελος εξέτασε το πρότυπο της μητέρας πιο προσεκτικά.
- Κι αυτό τι είναι;
- Ένας μηχανισμός αυτοθεραπείας. Δε θα έχει χρόνο να αρρωσταίνει, θα πρέπει να ασχολείται με το σύζυγό της, με τα παιδιά, με το σπίτι.
- Νομίζω ότι πρέπει να ξεκουραστείτε λίγο, Κύριε, είπε ο άγγελος. Και να επιστρέψετε στο κλασικό πρότυπο με τα δύο χέρια, τα δύο μάτια, κ.λπ.
Ο Θεός συμφώνησε με τον άγγελο. Αφού ξεκουράστηκε, μεταμόρφωσε τη μητέρα σε κανονική γυναίκα. Εξομολογήθηκε όμως στον άγγελο:
- Χρειάστηκε να της δώσω μια τόσο δυνατή θέληση, ώστε να νομίζει ότι θα έχει έξι χέρια, τρία ζευγάρια μάτια και ικανότητα αυτοθεραπείας. Αλλιώς, δε θα καταφέρει να εκπληρώσει το καθήκον της.
Ο άγγελος την εξέτασε από κοντά. Κατά τη γνώμη του, αυτή τη φορά ο Θεός είχε επιτύχει. Ξαφνικά όμως πρόσεξε ένα λάθος:
- Αδειάζει. Αναρωτιέμαι, Κύριε, μήπως βάλατε ξανά υπερβολικά πολλά πράγματα σε αυτό το πρότυπο μητέρας.
- Δεν αδειάζει. Αυτό ονομάζεται δάκρυ.
- Και σε τι χρησιμεύει;
- Για να δείχνει χαρά, λύπη, απογοήτευση, πόνο, θυμό, ενθουσιασμό.
- Κύριε, είστε μεγαλοφυΐα! αναφώνησε ο άγγελος. Ακριβώς αυτό ήταν που έλειπε, για να συμπληρωθεί το πρότυπο.
Ο Θεός πρόσθεσε με ύφος μελαγχολικό:
- Δεν το έβαλα εγώ. Όταν συναρμολόγησα όλα τα μέρη, το δάκρυ εμφανίστηκε από μόνο του.
Ο άγγελος συγχάρηκε πάλι τον Παντοδύναμο κι έτσι δημιουργήθηκαν οι μητέρες.

Πάουλο Κοέλο 

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Ο πολύτιμος λίθος


Μια σοφή γυναίκα που ταξίδευε στα βουνά ανακάλυψε τυχαία σε ένα ρέμα έναν πολύτιμο λίθο.

Κοντοστάθηκε, τον μάζεψε και συνέχισε το δύσκολο ταξίδι της.

Την επόμενη μέρα συνάντησε έναν άλλο ταξιδιώτη πεινασμένο και εξαντλημένο.

Η γυναίκα βλέποντας τον έτσι ταλαιπωρημένο, αποφάσισε να μοιραστεί μαζί του το φαγητό της.

Καθώς όμως άνοιξε το σακίδιο της, ο ταξιδιώτης είδε τον πολύτιμο λίθο και εντυπωσιάστηκε.

Παρακάλεσε λοιπόν τη γυναίκα να του τον χαρίσει.

Εκείνη χωρίς δισταγμό ή δεύτερες σκέψεις

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Ο Αλχημιστής - Η καρδιά



- Γιατί πρέπει ν'ακούμε την καρδιά? ρώτησε το αγόρι εκείνη τη μέρα, καθώς έστηναν τη σκηνή.

-Γιατί όπου είναι η καρδιά σου, εκεί είναι και ο Θησαυρός σου.

- Η καρδιά μου είναι ταραγμένη, είπε το αγόρι. Βλέπει όνειρα, συγκινείται, είναι ερωτευμένη με μια γυναίκα της ερήμου. Μου ζητά πράγματα και, πολλές νύχτες, όταν τη σκέφτομαι, δε μ'αφήνει να κοιμηθώ.

-Αυτό είναι καλό. Η καρδιά σου είναι ζωντανή. Συνέχιζε ν'ακούς αυτά που έχει να σου πει.

Τις επόμενες τρεις μέρες συνάντησαν πολλούς πολεμιστές και διέκριναν άλλους στον ορίζοντα. Η καρδιά του αγοριού άρχισε να μιλάει για το φόβο. Διηγιόταν στο αγόρι ιστορίες που είχε ακούσει από την ψυχή του Κόσμου, ιστορίες ανθρώπων πυυ είχαν ξεκινήσει μάταια σε αναζήτηση θησαυρών. Μερικές φορές τρόμαζε το αγόρι με τη σκέψη οτι δε θα κατάφερνε να βρει το Θησαυρό ή ότι Θα πέθαινε στην έρημο. Αλλες φορές έλεγε στο αγόρι ότι αισθανόταν ήδη ικανοποιημένη, αφού είχε βρει κιόλας μια αγάπη και πολλά χρυσά νομίσματα.


-Η καρδιά μου με προδίδει, είπε το αγόρι στον αλχημιστή, όταν έκαναν στάση για να ξεκουραστούν τα άλογα. Δε Θέλει να συνεχίσω.

-Αυτό είναι καλό. Αποδεικνύει ότι η καρδιά σου είναι ζωντανή. Είναι φυσικό να φοβάσαι να ανταλλάξεις μ'ένα όνειρο όσα έχεις καταφέρει μέχρι τώρα.

-Τότε γιατί πρέπει ν'ακούω την καρδιά μου?

-Γιατί ποτέ δε Θα καταφέρεις να την κάνεις να βουβαθεί. Ακόμη κι αν προσποιηθείς ότι δεν ακούς τι σου λέει, αυτή Θα είναι μέσα στο στήθος σου, επαναλαμβάνοντας πάντα αυτό που σκέφτεται για τη ζωή και τον κόσμο.

- Ακόμη κι αν με προδώσει?

-Προδοσία είναι το απροσδόκητο χτύπημα. Αν γνωρίζεις καλά την καρδιά σου, δε θα σε αιφνιδιάσει ποτέ. Γιατί Θα γνωρίζεις τα όνειρα και τις επιθυμίες σου και θα ξέρεις πώς ν'αντιδράσεις. Κανείς δεν μπορεί ν'αγνοήσει την καρδιά του. Επομένως, είναι καλύτερα ν'ακούς τι σου λέει. Για να μην καταφέρει ποτέ να σε αιφνιδιάσει.

Το αγόρι εξακολουθούσε ν'ακούει την καρδιά του, ενώ προχωρούσαν στην έρημο. Σιγά σιγά έμαθε τις πονηριές και τα κόλπα της, έμαθε να τη δέχεται όπως ήταν. Τότε το αγόρι έπαψε να φοβάται κι έπαψε και η επιθυμία του να γυρίσει πίσω, γιατί κάποιο απόγευμα η καρδιά του του είπε ότι ήταν ευχαριστημένη.

“Μπορεί να διαμαρτύρομαι μερικές φορές”, έλεγε η καρδιά του , “επειδή είμαι μια καρδιά ανθρώπου και οι καρδιές των ανθρώπων είναι έτσι. Φοβούνται να πραγματοποιήσουν τα μεγαλύτερα τους όνειρα επειδή νομίζουν ότι δεν το αξίζουν η ότι δεν θα τα καταφέρουν. Εμείς οι καρδιές πεθαίνουμε από το φόβο μόνο και μόνο που σκεφτόμαστε αγάπες που έφυγαν για πάντα, στιγμές που θα μπορούσαν να είναι καλές και δεν ήταν, θησαυρούς που θα μπορούσαν να είχαν ανακαλυφθεί κ’ όμως έμειναν για πάντα θαμμένοι στην άμμο. Γιατί όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει στο τέλος υποφέρουμε πολύ.”

-Η καρδιά μου φοβάται τον πόνο, είπε το αγόρι

-Πες της ότι ο φόβος του πόνου είναι χειρότερος και από τον ίδιο τον πόνο. Και ότι καμία καρδιά δεν υπέφερε ποτέ όταν ξεκίνησε να αναζητήσει τα όνειρα της, γιατί κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης με την αιωνιότητα.”

by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com

Ο Αλχημιστής - Ο Νάρκισσος

Ο αλχημιστής έπιασε ένα βιβλίο που κάποιος από το καραβάνι είχε φέρει μαζί του. Αν και ο τόμος δεν είχε εξώφυλλο, εκείνος κατάφερε να εξακριβώσει το όνομα του συγγραφέα του; Oscard Wild. Καθώς το ξεφύλλιζε, βρήκε μια ιστορία για τον Νάρκισσο.

Ο αλχημιστής γνώριζε το μύθο του Νάρκισσου, του ωραίου αγοριού που κάθε μέρα θαύμαζε την ομορφιά του σε μια λίμνη. Τόσο πολύ είχε γοητευτεί από τον ίδιο τον εαυτό του, που κάποια μέρα έπεσε μέσα στη λίμνη και πνίγηκε. Στη Θέση όπου έπεσε, φύτρωσε ένα λουλούδι που το ονόμασαν Νάρκισσο. Ο Oscard Wild όμως δεν τελείωνε έτσι την ιστορία του. Ελεγε ότι, όταν πέθανε ο Νάρκισσος, ήρθαν οι Ορειάδες -νύμφες του άσους- και διαπίστωσαν ότι η λίμνη είχε μετατραπεί από λίμνη γλυκού νερού σε αμφορέα αλμυρών δακρύων.


-Γιατί κλαις? ρώτησαν οι Ορειάδες.

-Κλαίω για τον Νάρκισσο, είπε η λίμνη.

-Α, δε μας εκπλήσσει που κλαις για τον Νάρκισσο, συνέχισαν εκείνες. Στο κάτω κάτω, παρ'όλο που κι εμείς τον κυνηγούσαμε στο δάσος, εσύ ήσουν η μόνη που είχε την ευκαιρία να θαυμάσει από κοντά την ομορφιά του.

-Μα ήταν όμορφος ο Νάρκισσος? ρώτησε η λίμνη.

-Ποιος να το ξέρει καλύτερα από σένα? απάντησαν έκπληκτες οι Ορειάδες. Στο κάτω κάτω, στις όχθες σου έσκυβε κάθε μέρα. Η λίμνη έμεινε για λίγο σιωπηλή. Μετά είπε:
-Κλαίω για τον Νάρκισσο, αλλά δεν είχα καταλάβει ότι ήταν όμορφος. Κλαίω για το Νάρκισσο γιατί, κάθε φορά που έσκυβε στις όχθες μου, εγώ μπορούσα να βλέπω στα βάθη των ματιών του την αντανάκλαση της ίδιας μου της ομορφιάς.

-Τι ωραία ιστορία! είπε ο αλχημιστής.
___________
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Εσύ, πως διορθώνεις τις εργασίες???

( Κι άλλο ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Λεο Μπουσκάλια: Να Ζεις, Ν' Αγαπάς και Να Μαθαίνεις)

"Ο Έλις Πέιτζ έκανε μια θαυμάσια μελέτη πάνω στο συναίσθημα παίρνοντας την τάξη του και χωρίζοντάς την σε τρεις ομάδες Α, Β και Γ.
Σε κάθε εργασία της ομάδας Α έβαζε απλώς ένα βαθμό. Θυμόσαστε την εποχή που γράφατε αυτές τις θαυμάσιες εργασίες, που έκλειναν μέσα τους ένα κομμάτι του εαυτού σας και μετά τις παίρνατε πίσω μ' ένα απλό Α, ένα Β ή Γ ή Δ. Που δε σήμαιναν τίποτε; Κοιτάζατε προσεχτικά μήπως βρείτε κανένα λεκέ από σπαγγέτι ή ίσως λίγο χυμένο καφέ που να σας βεβαιώνει ότι ο τύπος την είχε διαβάσει.
Στην ομάδα Β έβαζε ένα βαθμό και ένα χαρακτηρισμό όπως καλό, θαυμάσιο, εξαιρετικό, καλή δουλειά.
Με την ομάδα  Γ καθόταν και έγραφε στον καθένα ένα γράμμα που έλεγε: «Αγαπητέ Τζόνυ: η σύνταξή σου είναι φριχτή. Η γραμματική σου είναι απίστευτη. Η ορθογραφία σου ανύπαρκτη και η στίξη σου είναι σαν του Τζέημς Τζόυς. Ξέρεις όμως, εκεί που καθόμουνα χτες το βράδυ στο κρεβάτι και μιλούσα με τη γυναίκα μου, της είπα: Σάλυ,μέσα σ' αυτή την εργασία υπάρχουν πολύ όμορφες ιδέες. Και θα προσπαθήσω πραγματικά να τον βοηθήσω. Ειλικρινά δικός σου. Ο Δάσκαλός σου».
Και αν κάποιος έκανε μια πραγματικά ωραία δουλειά, του έγραφε: «Σ' ευχαριστώ.Συνεχίζεις πάντα να μ' ενθουσιάζεις. Είναι μια θαυμάσια εργασία με πάρα πολλές καλές ιδέες. Συνέχισε. Πεθαίνω από ανυπομονησία να δω τι θα γράψεις την επόμενη φορά».
 Μετά απ' αυτό έκανε μια στατιστική έρευνα.
Η ομάδα Α παρέμεινε η ίδια.
 Η ομάδα Β ήταν στάσιμη, ενώ η ομάδα Γ βελτιώθηκε και πρόκοψε".

Λεο Μπουσκάλια, Να Ζεις, Ν' Αγαπάς και Να Μαθαίνεις

Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

Το πουλί και το κλουβί

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένα πουλί. Στολισμένο με δυο τέλειες φτερούγες και λαμπερό, χρωματιστό και υπέροχο φτέρωμα. Ήταν δηλαδή ένα ζώο φτιαγμένο για να πετάει ελεύθερο και να αιωρείται στον ουρανό, δίνοντας χαρά σε όποιον το παρατηρούσε.


Μια μέρα, μια γυναίκα είδε το πουλί και το ερωτεύτηκε. Έμεινε να κοιτάζει το πέταγμα του με το στόμα ανοιχτό από τη σαστιμάρα, με την καρδιά της να γοργοχτυπάει και τα μάτια της να λάμπουν από συγκίνηση.


Την κάλεσε να πετάξει μαζί του και ταξίδεψαν μαζί στον ουρανό μέσα σε απόλυτη αρμονία. Η γυναίκα θαύμαζε, υμνούσε και λάτρευε το πουλί. Αλλά τότε σκέφτηκε: Μπορεί να θέλει να γνωρίσει μακρινά βουνά!


Και η γυναίκα αισθάνθηκε φόβο. Φόβο μην το ξανανιώσει πια αυτό με άλλο πουλί. Και αισθάνθηκε φθόνο, φθόνο για την ικανότητα του πουλιού να πετάει. Και αισθάνθηκε μοναξιά.


Και σκέφτηκε: Θα στήσω παγίδα. Την επόμενη φορά που θα εμφανιστεί το πουλί, δε θα ξαναφύγει. Το πουλί που ήταν και αυτό ερωτευμένο, επέστρεψε την επόμενη μέρα, έπεσε στην παγίδα και κλείστηκε στο κλουβί.


Κάθε μέρα η γυναίκα κοιτούσε το πουλί. Ήταν το αντικείμενο του πάθους της και το έδειχνε στις φίλες της, που σχολίαζαν: «Μα εσύ τα έχεις όλα».


Όμως άρχισε να γίνεται μια παράξενη μεταμόρφωση: αφού είχε το δικό της πουλί και δε χρειαζόταν πια να το κατακτήσει, έχανε το ενδιαφέρον της.


Το πουλί, χωρίς να μπορεί να πετάξει και να εκφράζει το νόημα της ζωής του, πήρε να μαραζώνει, να χάνει την λάμψη του, να ασχημαίνει-και η γυναίκα δε του έδινε πλέον την προσοχή της, μόνο το τάιζε και φρόντιζε το κλουβί του.


Μια ωραία μέρα, το πουλί πέθανε. Η γυναίκα λυπήθηκε πολύ και το σκεφτόταν συνέχεια. Αλλά δε θυμόταν το κλουβί, θυμόταν μόνο τη μέρα που το είδε πρώτη φορά, να πετάει ευχαριστημένο μέσα στα σύννεφα.


Αν παρατηρούσε τον εαυτό της, θα ανακάλυπτε ότι αυτό που τη συγκινούσε τόσο πολύ στο πουλί ήταν η ελευθερία του, η ενέργεια που εξέπεμπαν οι φτερούγες του, όχι το ίδιο του το σώμα.


Χωρίς το πουλί και η δική της ζωή έχασε το νόημά της και ο θάνατος ήρθε να χτυπήσει την πόρτα της.


«Γιατί ήρθες;» ρώτησε το θάνατο. «ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΞΑΝΑΠΕΤΑΞΕΙΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΣΤΑ ΟΥΡΑΝΙΑ», αποκρίθηκε ο θάνατος.


«ΑΝ ΤΟ ΕΙΧΕΣ ΑΦΗΣΕΙ ΝΑ ΦΥΓΕΙ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ, ΘΑ ΤΟ ΑΓΑΠΟΥΣΕΣ ΚΑΙ ΘΑ ΤΟ ΘΑΥΜΑΖΕΣ ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ.


ΤΩΡΑ ΟΜΩΣ ΧΡΕΙΑΖΕΣΑΙ ΕΜΕΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑΔΕΙΣ.»


Paulo Coehlio

Το σύννεφο και ο αμμόλοφος (του Paulo Coehlio)


Ένα νεαρό σύννεφο γεννήθηκε στο μέσο μιας μεγάλης καταιγίδας στη Μεσόγειο. Αλλά δεν πρόλαβε να μεγαλώσει εκεί, ένας δυνατός άνεμος έσπρωξε όλα τα σύννεφα προς την Ανατολή.

Μόλις έφτασαν στην ήπειρο, το κλίμα άλλαξε στον ουρανό έλαμπε ένας γενναιόδωρος ήλιος και από κάτω τους εκτεινόταν η χρυσαφένια άμμος της ερήμου Σαχάρα. Ο άνεμος συνέχισε να τα σπρώχνει προς τα δάση του Νότου, καθώς στη έρημο δεν βρέχει σχεδόν ποτέ.

Ωστόσο, τα νεαρά σύννεφα είναι σαν τους νεαρούς ανθρώπους. Το σύννεφό μας λοιπόν αποφάσισε ν’ απομακρυνθεί από τους γονείς του και τους μεγαλύτερους φίλους του για να γνωρίσει τον κόσμο.


- Τι κάνεις εκεί; Φώναξε ο άνεμος. Η έρημος είναι όλη ίδια! Γύρνα στο σμήνος και θα πάμε στο κέντρο της Αφρικής, όπου υπάρχουν εκθαμβωτικά βουνά και δέντρα!

Αλλά το νεαρό σύννεφο, ανυπότακτο από τη φύση του, δεν υπάκουσε. Χαμήλωσε σιγά-σιγά, έως ότου κατάφερε να αιωρηθεί σε μια γενναιόδωρη και γλυκιά αύρα και να πλησιάσει τη χρυσαφένια άμμο. Αφού τριγύρισε αρκετά, πρόσεξε ότι ένας από τους αμμόλοφους του χαμογελούσε. Είδε ότι κι εκείνος ήταν νέος, πρόσφατα σχηματισμένος από τον άνεμο που μόλις είχε περάσει. Την ίδια στιγμή ερωτεύτηκε την χρυσή του κόμη.

- Καλημέρα, είπε. Πώς είναι η ζωή εκεί κάτω;

- Έχω την συντροφιά των άλλων αμμόλοφων, του ήλιου, του ανέμου και των καραβανιών που περνούν από δω πότε-πότε. Μερικές φορές κάνει πολλή ζέστη, όμως είναι υποφερτή. Και πώς είναι η ζωή εκεί πάνω;

- Κι εδώ υπάρχει άνεμος και ήλιος, αλλά το πλεονέκτημα είναι ότι μπορώ και τριγυρνάω στον ουρανό και να μαθαίνω πολλά πράγματα.

- Για μένα η ζωή είναι σύντομη, είπε ο αμμόλοφος. Όταν ο άνεμος επιστρέψει από τα δάση, θα εξαφανιστώ.

- Και αυτό σου προκαλεί θλίψη;

- Μου δίνει την εντύπωση ότι δεν χρησιμεύω σε τίποτα.

- Κι εγώ αισθάνομαι το ίδιο. Μόλις περάσει ο επόμενος άνεμος θα πάω στο Νότο και θα μεταμορφωθώ σε βροχή. Αυτή είναι η μοίρα μου ωστόσο.

Ο αμμόλοφος δίστασε, αλλά τελικά είπε:

- Ξέρεις ότι εμείς εδώ στην έρημο τη βροχή την λέμε «παράδεισο»;

- Δεν ήξερα ότι μπορούσα να μεταμορφωθώ σε κάτι τόσο σημαντικό, είπε το σύννεφο γεμάτο περηφάνια.

- Έχω ακούσει πολλούς μύθους από γέρικους αμμόλοφους . Λένε ότι μετά τη βροχή καλυπτόμαστε από χλόη και λουλούδια. Εγώ όμως ποτέ δεν θα μάθω τι είναι αυτό, γιατί στην έρημο βρέχει πολύ σπάνια.

Ήταν η σειρά του σύννεφου να διστάσει. Αμέσως μετά όμως του χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο.

- Αν θέλεις, μπορώ να ρίξω πάνω σου βροχή. Αν και μόλις έφτασα, σ’ έχω ερωτευθεί και θα θελα να μείνω εδώ για πάντα.

- Όταν σε είδα για πρώτη φορά στον ουρανό κι εγώ σε αγάπησα, είπε ο αμμόλοφος. Αν όμως μεταμορφώσεις την ωραία λευκή κόμη σου σε βροχή, θα πεθάνεις.

- Η Αγάπη δεν πεθαίνει ποτέ, είπε το σύννεφο. Μεταμορφώνεται. Κι εγώ θέλω να σου δείξω τον παράδεισο.

Άρχισε λοιπόν να χαϊδεύει τον αμμόλοφο με μικρές σταγόνες και παρέμειναν μαζί μέχρι που εμφανίστηκε το ουράνιο τόξο. Την επόμενη μέρα ο μικρός αμμόλοφος ήταν καλυμμένος με λουλούδια. Κάποια σύννεφα που περνούσαν με προορισμό την Αφρική νόμισαν ότι εκεί ήταν ένα κομμάτι του δάσους που έψαχναν κι έριξαν κι άλλη βροχή. Λίγα χρόνια μετά, ο αμμόλοφος είχε μεταμορφωθεί σε όαση, η οποία δρόσιζε τους ταξιδιώτες με τη σκιά των δέντρων της.

Και όλα αυτά επειδή κάποια μέρα ένα ερωτευμένο σύννεφο δεν φοβήθηκε να δώσει την ζωή του για την αγάπη.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Ο κύκλος της χαράς (Paulo Coello)

  
 Κάποια μέρα ένας χωρικός χτύπησε δυνατά την πόρτα ενός μοναστηριού. Όταν ο αδελφός θυρωρός άνοιξε, εκείνος του έδωσε ένα θαυμάσιο τσαμπί σταφύλια.
     - Αγαπητέ αδελφέ, αυτά είναι τα πιο ωραία σταφύλια του αμπελιού μου. Ήρθα εδώ να σου τα χαρίσω.
     - Ευχαριστώ! θα τα πάω αυτά στον αβά, θα χαρεί πολύ με τέτοιο δώρο.
     - Όχι! Για σένα τα έφερα.
     - Για μένα; Ο αδελφός κοκκίνισε, επειδή αισθάνθηκε ότι δεν άξιζε ένα τέτοιο δώρο της φύσης.
     - Ναί! επέμενε ο χωρικός. Γιατί πάντα μου άνοιγες την πόρτα, όταν εγώ χτυπούσα. Όταν χρειαζόμουν βοήθεια, επειδή η σοδειά μου είχε καταστραφεί από την ξηρασία, εσύ μου έδινες κάθε μέρα ένα κομμάτι ψωμί κι ένα ποτήρι κρασί, θέλω αυτό το τσαμπί σταφύλια να σου φέρει λίγο από την αγάπη του ήλιου,την ομορφιά της βροχής και το θεϊκό θαύμα που το γέννησε τόσο όμορφο.
     Ο αδελφός θυρωρός τοποθέτησε το τσαμπί μπροστά του κι όλο το πρωί το θαύμαζε: Ήταν πραγματικά όμορφο. Γι' αυτό αποφάσισε να παραδώσει το δώρο στον αβά, που πάντα τον ενθάρρυνε με σοφά λόγια.
     Ο αβάς χάρηκε πολύ με τα σταφύλια, θυμήθηκε όμως ότι κάποιος αδελφός στο μοναστήρι είχε αρρωστήσει και σκέφτηκε: "θα του δώσω το τσαμπί. Ποιος ξέρει, μπορεί να φέρει κάποια χαρά στη ζωή του".
     Έτσι κι έγινε. Τα σταφύλια δεν έμειναν, όμως, πολλή ώρα στο δωμάτιο του άρρωστου αδελφού, γιατί κι εκείνος συλλογίστηκε: "Ο αδελφός μάγειρας μ' έχει φροντίσει τόσο καιρό, ταΐζοντας με με ό,τι καλύτερο. Σίγουρα θα χαρεί".
     Όταν το μεσημέρι εμφανίστηκε ο αδελφός μάγειρας με το γεύμα, αυτός του έδωσε τα σταφύλια.
"Είναι για σένα", είπε ο άρρωστος αδελφός. "Επειδή πάντα βρίσκεσαι σ' επαφή με τα προϊόντα που μας προσφέρει η φύση, θα ξέρεις τι να κάνεις μ' αυτό το δημιούργημα του θεού".
     Ο αδελφός μάγειρας έμεινε κατάπληκτος από την ομορφιά του τσαμπιού και σχολίασε με τον βοηθό του πόσο τέλεια ήταν τα σταφύλια. Τόσο τέλεια, που κανείς άλλος δεν θα εκτιμούσε τέτοιο θαύμα της φύσης όσο ο αδελφός σκευοφύλακας, καθώς εκείνος ήταν ο υπεύθυνος για τη φύλαξη της Αγίας Μετάληψης και πολλοί στο μοναστήρι τον θεωρούσαν σαν άγιο άνθρωπο.
     Ο σκευοφύλακας με τη σειρά του χάρισε τα σταφύλια στον πιο νεαρό δόκιμο, ώστε να καταλάβει εκείνος, ότι το έργο του θεού φανερώνεται στις πιο μικρές λεπτομέρειες της δημιουργίας. Όταν ο δόκιμος τα πήρε, η καρδιά του δόξαζε τον Κύριο, επειδή δεν είχε ξαναδεί τόσο όμορφο τσαμπί. Την ίδια στιγμή θυμήθηκε την πρώτη φορά που είχε φτάσει στο μοναστήρι και τον άνθρωπο που του είχε ανοίξει την πόρτα - αυτή η χειρονομία του είχε επιτρέψει να βρεθεί σήμερα σ' εκείνη την κοινότητα ανθρώπων που ήξεραν να εκτιμούν τα θαύματα.
     Κι έτσι, λίγο πρίν νυχτώσει, έφερε το τσαμπί στον αδελφό θυρωρό.
     "Να το απολαύσεις", είπε. "Γιατί εσύ περνάς τον περισσότερο χρόνο εδώ ολομόναχος. Αυτά τα σταφύλια θα σε κάνουν να χαρείς".
     Ο αδελφός θυρωρός θεώρησε ότι εκείνο το δώρο προοριζόταν πραγματικά για τον ίδιο, απόλαυσε την κάθε ρόγα του τσαμπιού και κοιμήθηκε ευτυχισμένος.

Σάββατο 19 Μαΐου 2012

Υπάρχει Θεός;

Καθώς ο Βούδας βρισκόταν ανάμεσα στους μαθητές του ένα πρωί, ένας άνδρας πλησίασε τη σύναξη των ανδρών.
-”Υπάρχει Θεός;” ρώτησε.
-”Ναι, υπάρχει Θεός” απάντησε ο Βούδας.
Μετά το μεσημεριανό φαγητό, ένας άλλος άνδρας εμφανίστηκε.
-”Υπάρχει Θεός” ρώτησε.
-”Όχι, δεν υπάρχει Θεός” απάντησε ο Βούδας.
Αργά την ίδια ημέρα, ένας τρίτος άνδρας απηύθυνε την ίδια ερώτηση στο Βούδα:
“Πρέπει να αποφασίσεις ο ίδιος για τον εαυτό σου” είπε ο Βούδας.
“Δάσκαλε, αυτό είναι παράλογο” είπε ένας εκ των μαθητών του. “Πώς είναι δυνατόν να δίνεις τρεις διαφορετικές απαντήσεις στο ίδιο ερώτημα;”
“Ήταν διαφορετικές προσωπικότητες” απάντησε ο Φωτισμένος. “Και κάθε πρόσωπο πλησιάζει το Θεό με το δικό του τρόπο: ορισμένοι με βεβαιότητα, άλλοι με άρνηση και μερικοί με αμφιβολία”.
 
Paulo Coelho

Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Ποιές προσευχές ακούει ο Θεός.....?

Ένας Ισπανός ιεραπόστολος, που επισκεπτόταν ένα νησί, συνάντησε τρεις Αζτέκους ιερείς.
"Με ποιο τρόπο προσεύχεστε;"  τους ρώτησε.
"Εμείς ξέρουμε μόνο μια προσευχή", απάντησε ο ένας από τους Αζτέκους. "Λέμε: Θεέ, είσαι τρείς, είμαστε τρείς. Ελέησέ μας".
"Ωραία ικεσία", είπε ο ιεραπόστολος, "αλλά δεν είναι αυτή ακριβώς η προσευχή που ακούει ο Θεός. Θα σας μάθω μια καλύτερη".
Και ο καλόγερος τους δίδαξε μια καθολική προσευχή και συνέχισε το δρόμο του κηρύττοντας το Ευαγγέλιο. Χρόνια αργότερα, επιστρέφοντας μ' ένα καράβι από την Ισπανία, ξαναπέρασε από το ίδιο νησί. Από τη γέφυρα, είδε τους τρείς ιερείς στην ακτή και τους έκανε νοήματα.
Και τότε οι τρείς άντρες κατευθύνθηκαν προς το μέρος του βαδίζοντας πάνω στο νερό.
"Πάτερ!Πάτερ!" φώναζε ο ένας καθώς πλησίαζαν το πλοίο. "Ξαναμάθε μας την προσευχή που ακούει ο Θεός. Δεν καταφέραμε να την θυμηθούμε"
"Δεν έχει σημασία", αποκρίθηκε ο ιεραπόστολος βλέποντας το θαύμα. Και ζήτησε συγγνώμη από το Θεό που δεν κατάλαβε πρωτύτερα πως Εκείνος μιλούσε όλες τις γλώσσες.

Απόσπασμα από το βιβλίο: "Στις όχθες του ποταμού Πιέδρα κάθισα και έκλαψα" , Paulo Coelho

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Το μυστικό της ευτυχίας

«Κάποιος έμπορος έστειλε το γιο του να μάθει το μυστικό της ευτυχίας με το σοφότερο των ανθρώπων. Το αγόρι βάδιζε σαράντα μέρες στην έρημο, ώσπου τελικά έφτασε σ' ένα ωραίο κάστρο, στην κορυφή ενός βουνού. Εκεί κατοικούσε ο σοφός που το αγόρι αναζητούσε.
Αντί όμως να συναντήσει έναν άγιο άνθρωπο, ο ήρωάς μας μπήκε σε μια αίθουσα γεμάτη κίνηση* έμποροι μπαινόβγαιναν, άνθρωποι συζητούσαν στις γωνίες, μια μικρή ορχήστρα έπαιζε απαλές μελωδίες και υπήρχε ένα πλούσιο τραπέζι στρωμένο με τα πιο νόστιμα φαγητά εκείνης της περιοχής του κόσμου. Ο σοφός συζητούσε με όλους και το αγόρι έπρεπε να περιμένει δυο ώρες ώσπου να φτάσει η σειρά του να τον δεχτεί.
Ο σοφός άκουσε προσεχτικά το λόγο της επίσκεψης του αγοριού, του απάντησε όμως ότι εκείνη τη στιγμή δεν είχε καιρό να του εξηγήσει το μυστικό της ευτυχίας. Πρότεινε στο αγόρι να κάνει μια βόλτα μέσα στο παλάτι του και να ξαναγυρίσει σε δυο ώρες.
"Στο μεταξύ, θέλω να σου ζητήσω μια χάρη", είπε ο σοφός τελειώνοντας κι έδωσε στο αγόρι ένα μικρό κουτάλι στο οποίο έριξε δυο σταγόνες λάδι. "Καθώς περπατάς, κράτα αυτό το κουτάλι, προσέχοντας να μη χυθεί το λάδι".
Το αγόρι άρχισε ν' ανεβαίνει και να κατεβαίνει τις σκάλες του παλατιού, μην αφήνοντας το κουτάλι απ' τα μάτια του. Δυο ώρες αργότερα, παρουσιάστηκε στον σοφό.
"Λοιπόν", ρώτησε ο σοφός, "κοίταξες καθόλου τα περσικά χαλιά που έχω στην τραπεζαρία μου; Είδες τον κήπο που ο αρχικηπουρός έκανε δέκα ολόκληρα χρόνια να τον φτιάξει; Πρόσεξες τις θαυμάσιες περγαμηνές της βιβλιοθήκης μου;"
Το αγόρι ντράπηκε και παραδέχτηκε ότι δεν είχε δει τίποτε απ' όλα αυτά. Η μόνη φροντίδα ήταν να μη χυθούν οι σταγόνες του λαδιού που ο σοφός τού είχε εμπιστευτεί.
"Πήγαινε πίσω, λοιπόν, για να γνωρίσεις τα θαύματα του κόσμου", είπε ο σοφός. "Δεν μπορείς να εμπιστεύεσαι έναν άνθρωπο, αν δε γνωρίζεις το σπίτι του".
Το αγόρι, πιο ήρεμο τώρα πια, έπιασε το κουτάλι και ξεκίνησε πάλι για το γύρο του παλατιού, προσέχοντας αυτή τη φορά όλα τα έργα τέχνης που κρέμονταν απ' το ταβάνι και τους τοίχους. Θαύμασε τους κήπους, τα τριγύρω βουνά, τα ευαίσθητα λουλούδια, πρόσεξε με τι γούστο κάθε έργο τέχνης ήταν τοποθετημένο στη σωστή θέση. Γυρίζοντας στον σοφό τού διηγήθηκε λεπτομερειακά όσα είχε δει.
"Πού είναι όμως οι σταγόνες λαδιού που σου είχα εμπιστευτεί;" ρώτησε ο σοφός.
Κοιτάζοντας το κουτάλι, το αγόρι κατάλαβε ότι είχαν χυθεί.
"Να, λοιπόν, η συμβουλή που έχω να σου δώσω", είπε ο σοφότερος των σοφών. "Το μυστικό της ευτυχίας βρίσκεται στο να κοιτάζεις τα θαύματα του κόσμου, χωρίς να ξεχάσεις ποτέ τις δυο σταγόνες λαδιού στο κουτάλι"».

Paulo Coelho
"Ο Αλχημιστής"

Ευχαριστώ πολύ την Κατερίνα Ζ. Τσιλιλή που μου έστειλε την ιστορία .......
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...