Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FYROM. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FYROM. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019

ΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟΥΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥΣ


Η παραίτηση, εξαιτίας της συμφωνίας των Πρεσπών,  του Π. Καμμένου από την κυβέρνηση Τσίπρα, με τις εκατέρωθεν ευχαριστίες και ευγενείς φιλοφρονήσεις, στάθηκε αφορμή για τα ΜΜΕ να μιλήσουν για στημένο σώου και θεατρική παράσταση. Σ’ αυτήν την σκηνοθετημένη πολιτική πράξη λοιπόν, ο πρωταγωνιστής, πρώην υπουργός Άμυνας, και τα ΜΜΕ, τα οποία μεταφέρουν στο κοινό πληροφορίες και γνώμες στήνοντας θεατρικά σκηνικά, μοιάζει να συνεργάζονται θαυμάσια για το επιθυμητό αποτέλεσμα. Να μην μένουν περιθώρια να σκεφτούμε, πνιγμένοι από λέξεις χωρίς νόημα και εικόνες σκηνοθετημένες. Τόση προσπάθεια για να μη βρούμε καμιά επαφή με την πραγματικότητα κάτω από το βουνό λέξεων και εικόνων που μας έχει σκεπάσει. Για να  εστιάζουμε στην  αναπαράσταση της πραγματικότητας που θορυβεί για να πείσει για την αυθεντικότητά της.
               Κι ενώ την  οικονομικοπολιτική πραγματικότητά μας έχει σφραγίσει, τα τελευταία οκτώ χρόνια, μια σειρά μέτρων λιτότητας που φτωχοποίησε μεγάλο τμήμα των εργαζομένων, και η επιβολή της δημοσιονομικής πειθαρχίας, με στόχο τη μείωση των δημοσίων δαπανών για την υγεία, εκπαίδευση και κοινωνικές υπηρεσίες, η αναπαράστασή της από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο τονίζει τον αναγκαστικό χαρακτήρα αυτών των επιλογών που η ολοκλήρωσή τους οδηγεί σ’ ένα καλύτερο μέλλον. Σ’ αυτό το μέλλον προστέθηκε εδώ και μερικούς μήνες και η επίλυση του ονοματολογικού στη διένεξή μας με τη γείτονα χώρα.                        
Κι αν οι μεταρρυθμίσεις που μονιμοποιούν τη λιτότητα, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και  σ’ όλη την Ευρώπη,  έγιναν στο όνομα της ανταγωνιστικότητας με σκοπό την επανασχεδίαση πλήρως των εργασιακών σχέσεων και των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας, η συμφωνία των Πρεσπών, που φέρνει την ευρωατλαντική ενσωμάτωση της γείτονος χώρας, δεν μπορεί να αξιολογηθεί παραγκωνίζοντας την ιμπεριαλιστική γεωπολιτική. Γιατί δεν μπορεί να ξεχαστεί ο ρόλος της στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αρχής γενομένης από  την αποφασιστικότητα της Γερμανίας για αναγνώριση ανεξαρτησίας της Σλοβενίας και Κροατίας, για να προκύψουν κράτη και προτεκτοράτα, μικρά κι αδύναμα, και γι’ αυτό πιο εύκολα ελέγξιμα.  
Τα Βαλκάνια είναι γνωστά για την τραγική τους ιστορία και είναι ο τόπος της πιο αιματηρής σύγκρουσης στην Ευρώπη από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. ΗΠΑ και Ευρώπη δεν είναι οι μόνοι παίκτες στην περιοχή, αφού η Ρωσία έχει καταστήσει σαφή την πρόθεσή της για παρεμβάσεις εάν απειλούνται τα συμφέροντά της.
 Γι’ αυτό και δεν είναι περίεργο που  οι διάφορες προσεγγίσεις στο Μακεδονικό ζήτημα περιπλέκουν σε αντιφάσεις συνηγόρους και αντιπάλους της συμφωνίας των Πρεσπών.
Με τη συμφωνία θα μπορούσε να έχει βάση ο ισχυρισμός πως παραβιάζεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, αφού το όνομα δεν θα προσδιορίζεται από τους κατοίκους του κράτους, αλλά θα  υπαγορεύεται  από παραμέτρους που θεωρεί αποδεκτές  ένας πιο ισχυρός γείτονας. Μόνο που και αυτός ο σχετικά ισχυρός γείτονας παίζει μέσα στα όρια που του επιτρέπουν οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί στους οποίους είναι ενταγμένος και με τους οποίους δεν έρχεται σε αντίθεση. Γι’ αυτό και το όνομα δεν είναι απλώς θέμα γεωγραφικού ή ιστορικού προσδιορισμού.  Κυριολεκτικά, γίνεται ζήτημα πολιτικής ή και μικροπολιτικής – αρχής γενομένης από Αντώνη Σαμαρά.
Στα Βαλκάνια όμως τα πολιτικά ζητήματα συχνότατα μετατρέπονται σε γεωπολιτικά. Κι αυτό, γιατί η περιοχή αποτελείται από αμοιβαία ανταγωνιστικά κράτη, που είναι εύκολα θηράματα για τον ιμπεριαλισμό. Το ζήτημα του ονόματος λοιπόν  δεν αποτελεί εξαίρεση.
Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η επιθετική επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια υπήρξε κεντρική στρατηγική των ΗΠΑ και των ευρωπαίων συμμάχων τους. Εκτός από την αναπτυσσόμενη αντίδραση μιας ακόμη αρκετά  αποδυναμωμένης Ρωσίας, μερικά από τα πιο δύσκολα εμπόδια για τη συνολική επιτυχία αυτής της στρατηγικής εντοπίζονται στα Βαλκάνια, όπου κάποιες χώρες δεν έχουν ακόμη προσχωρήσει στο ΝΑΤΟ. Αυτά τα εμπόδια επικεντρώθηκαν στη Σερβία, η οποία είχε βομβαρδιστεί  από το ΝΑΤΟ το 1999. Κι ένα άλλο βασικό εμπόδιο ήταν η πΓΔΜ, δηλ. το βέτο της Ελλάδας για τη συμμετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ λόγω της διαφωνίας για το όνομα. Η στρατηγική λοιπόν της διεύρυνσης στα Βαλκάνια, που κατευθύνεται από ΗΠΑ, επαναδραστηριοποιήθηκε  με αίσθημα επείγουσας ανάγκης τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, με τελευταίο να εντάσσεται στο ΝΑΤΟ το 2017 το μικροσκοπικό Μαυροβούνιο.
Επομένως και  η συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να αξιολογηθεί παραγκωνίζοντας την ιμπεριαλιστική γεωπολιτική.
               Εξάλλου, η ιμπεριαλιστική διάσταση του μακεδονικού ζητήματος φαίνεται από το ίδιο το ερώτημα του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ  που συνέδεε τη συμφωνία  με την ένταξη στο ΝΑΤΟ και ΕΕ. Οι πρωθυπουργοί των δυο κρατών, Τσίπρας και Ζάεφ στην υπηρεσία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
               Ακόμα όμως κι αν προσεγγιστεί η συμφωνία διαχωρίζοντάς τη από γεωπολιτικά συμφέροντα, πως είναι απλά μια συμφωνία της Ελλάδος-Μακεδονίας, η οποία «επιλύει» μια μακρόχρονη τοπική διαμάχη και η οποία μπορεί να διεκδικήσει και προοδευτική πιστοποίηση, η παρέλαση τόσων αξιωματούχων σε Ελλάδα και πΓΔΜ, ιδιαίτερα την εποχή του δημοψηφίσματος, από ΗΠΑ και ΕΕ δεν σου επιτρέπει να απομονώσεις το γεγονός.
 Η συμφωνία ανοίγει την πόρτα για  στρατιωτική επέκταση του ΝΑΤΟ στη Βόρεια Μακεδονία και στα Βαλκάνια. Και η απόδειξη είναι πως  το ΝΑΤΟ χρειάστηκε λιγότερο από ένα μήνα από την ημερομηνία της τελετής υπογραφής της συμφωνίας στις Πρέσπες για να καλέσει επίσημα τη Βόρεια Μακεδονία να συμμετάσχει στη συμμαχία.
               Στην  Ελλάδα που είναι γονατισμένη οικονομικά,  με εθνικιστικές κορώνες ή υποσχέσεις ευημερίας αναπαριστά ο κυρίαρχος λόγος  μια εικονική πραγματικότητα που παραπλανά ή εφησυχάζει. Το βέβαιο όμως είναι πως στα επόμενα χρόνια ο λαός της θ’ αγκομαχά εξαιτίας της συνεχούς και μόνιμης λιτότητας, ενώ η  κυρίαρχη τάξη προσδεμένη στο άρμα των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών θα προσπαθεί να τον παρασύρει, ήδη σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει.
               Η Βόρεια Μακεδονία ένα τέταρτο του αιώνα αναζητά ταυτότητα σε εθνικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά που να συνδυάζονται σε μια συλλογική ταυτότητα για τις διάφορες ομάδες των κατοίκων της,  ανατρέχοντας για τις  ρίζες της σύγχρονης μακεδονικής ταυτότητας ακόμα και στην αρχαία Μακεδονία. Το βέβαιο είναι πως η συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ θα τους υποχρεώσει να βγάλουν το απαραίτητο 2% του ΑΕΠ για μια στρατιωτική συμμαχία στην οποία η φωνή τους θα μετράει ελάχιστα και τα συμφέροντά τους ακόμα λιγότερο.
               Στο τέλος,  την όποια  προσπάθεια διαχωρισμού της συμφωνίας από την ιμπεριαλιστική γεωπολιτική θα την διαψεύσουν τα γεγονότα. Η πραγματικότητα είναι πάντα πιο ισχυρή από τους  εκφραζόμενους ευσεβείς πόθους –όπως διατυπώνονται μάλιστα στην εκδήλωση «Το στοίχημα  της συμφωνίας των  Πρεσπών», μια προσπάθεια για νεκραναστάσεις.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Η ΣΚΑΚΙΕΡΑ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ


Η παρέλαση αξιωματούχων από ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ στη FYROM μπορεί να μην έφερε το επιδιωκόμενο απ’ αυτούς αποτέλεσμα στο προ ημερών δημοψήφισμα, όμως οι παντός είδους πιέσεις και προκλήσεις από τους ίδιους αξιωματούχους  σε βουλευτές της FYROM στην ψηφοφορία της βουλής για αποδοχή της συμφωνίας των Πρεσπών απέδωσαν. Βρέθηκαν οι δυσεύρετοι οκτώ βουλευτές για να ανοίξει ο δρόμος για την έναρξη της συνταγματικής αναθεώρησης. Άλλωστε πάντα αποδίδουν τα τεχνάσματα του διαίρει και βασίλευε, όταν διεξάγονται μέσω ευρύτερων πολιτικών και οικονομικών σχέσεων.
               Κι εμείς, έχοντας βουλιάξει στο τέλμα της ονοματολογίας, θέλουμε να το αποσυνδέουμε από  τις ευρύτερες πολιτικές στο Βαλκανικό χώρο και τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Έτσι, σ’ όλη αυτή την διαδικασία, παραβλέπουμε –ή κι άλλοι χλευάζουν για εθνικιστική τη θέση του ΚΚΕ που συνδέει τη συμφωνία των Πρεσπών με τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, γιατί «είναι αυτοί που δημιουργούν τις εστίες πολέμου και τις εντάσεις»,-  τις  πρωτοβουλίες των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιβάλουν την κυριαρχία τους  στην περιοχή. Γι’ αυτό κι επιδιώκουν τη δημιουργία μιας άμεσης σύνδεσης όχι μόνο της FYROM, αλλά και  όλων των χωρών που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας με τους μεγάλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Περίπου ένα τέταρτο του αιώνα από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και η περιοχή των Βαλκανίων συνεχίζει να υφίσταται τις συνέπειές της. Μικρά και φτωχά κράτη που προέκυψαν από τη διάλυσή της, στα οποία η διαφθορά είναι ανεξέλεγκτη και στα οποία οι έλεγχοι και οι ισορροπίες είναι στοιχειώδεις, προσφέρουν κάθε είδους ευκαιρίες για απόκτηση επιρροής σε  ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία καθώς μπορεί ακόμα και να  αγοράζουν συμμάχους και πελάτες από τις εγχώριες ελίτ. ΗΠΑ και ΕΕ εφαρμόζουν μια στρατηγική που εκμεταλλεύεται τις συχνά αφελείς φιλοδοξίες των βαλκανικών χωρών όσον αφορά την ένταξή τους  στην ΕΕ και την προσδοκώμενη οικονομική  τους άνοδο.
Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στη διάλυση της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας συχνά παραβλέπεται και  από αυτούς που επικρίνουν την παρέμβαση της Ουάσιγκτον στις εσωτερικές υποθέσεις ανεξάρτητων και κυρίαρχων χωρών. Με την ύστερη γνώση που αποκτήσαμε, έγινε φανερό πως στην  πρώην Γιουγκοσλαβία καθορίστηκε το πρότυπο για τη  μελλοντική αμερικανική παρέμβαση στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία. Η Κροατία, η Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο, αποτελούν την αφετηρία για την ιδέα της ανθρωπιστικής επέμβασης της Δύσης, η οποία στην πραγματικότητα αποτέλεσε το  πρόσχημα για τη διαφύλαξη και την ενίσχυση της παγκόσμιας ηγεμονίας των ΗΠΑ, επικουρούμενης από την ΕΕ. Για τις ΗΠΑ, η συνεισφορά τους  στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας όχι μόνο θα δημιουργούσε κράτη-πελάτες για τις ΗΠΑ, αλλά στην καλύτερη περίπτωση θα κρατούσε τη Ρωσία έξω από τα Βαλκάνια ή, στην χειρότερη περίπτωση, θα περιόριζε τη ρωσική επιρροή στην περιοχή με την οποία  ιστορικά η Ρωσία έχει στενές σχέσεις.
Και επειδή η επιστροφή της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή στέφεται από επιτυχίες της εξωτερικής της πολιτικής στην Κριμαία και στη Συρία, όσο αυξάνεται το ενδιαφέρον για τη γεωστρατηγική σημασία των Βαλκανίων για τη ρωσική εθνική ασφάλεια, τόσο και οι ΗΠΑ επιταχύνουν τις διαδικασίες για την ενεργό συμμετοχή της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Ενώ η πΓΔΜ είναι ανεξάρτητη εδώ και 27 χρόνια, είναι όμως μια πολύ εύθραυστη χώρα και αυτό οφείλεται και στην ανήσυχη Αλβανική κοινότητα της, η οποία αποτελεί το ένα τέταρτο του πληθυσμού της. Από τότε που οι ΗΠΑ βομβάρδιζαν τη Σερβία για την υποστήριξη του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσσυφοπεδίου, με δεσμούς με το οργανωμένο έγκλημα, η Ουάσιγκτον καλλιέργησε μια εξαιρετικά ισχυρή σχέση με τους Αλβανούς στα Βαλκάνια - στην Αλβανία, το Κοσσυφοπέδιο και την πΓΔΜ,- που σε μεγάλο βαθμό στην ένθερμη στήριξή τους πατά η αμερικανική υπεροχή στην περιοχή. Στο Κοσσυφοπέδιο  είναι που έχει στηθεί μια από τις μεγαλύτερες αμερικανικές βάσεις στο εξωτερικό, το στρατόπεδο Bondsteel.
 Μοιάζει αυτή μια αμοιβαία επωφελής σχέση, γι’ αυτό  και η απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου από τη Σερβία και η ετεροβαρής, όπως κρίνεται από πολλούς, υπέρ των Αλβανών  της FYROM συμφωνία της Οχρίδας το 2001, μετά τις ένοπλες συγκρούσεις που προκάλεσε ο UCK, επιβλήθηκαν από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Με τις ΗΠΑ να παίζουν το αλβανικό χαρτί στη FYROM η χώρα θα μπορούσε να σταματήσει να υπάρχει ή θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά, ανάλογα με τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.
Από κοντά και η Ελλάδα επιδιώκει να συμμετέχει στο γεωστρατηγικό σχεδιασμό στην περιοχή, αλλά και να επεκτείνει τη συμμετοχή της σε πρωτοβουλίες στον τομέα της οικονομίας και σ’ αυτόν που σχετίζεται  και με τους νέους ενεργειακούς δρόμους. Κι έτσι η αστική τάξη της χώρας φιλοδοξεί ν’ αυξήσει τη δύναμή της ως τοπικός εταίρος των μεγάλων δυτικών κυβερνήσεων, να εξελιχθεί σε μια περιφερειακή  δύναμη στην περιοχή. Π. Καμμένος και Ν. Κοτζιάς κονταροχτυπιούνται  για την πρωτοκαθεδρία στον τομέα εξυπηρέτησης των συμφερόντων των μεγάλων μας συμμάχων, με το Ν. Κοτζιά να ισχυρίζεται πως αποσύρεται προς το παρόν, προσπαθώντας να μη φθαρεί, με την ελπίδα της μελλοντικής του αξιοποίησης.   
Στα Βαλκάνια με τις μειονότητες, τη φτώχεια και τη διαφθορά μπορεί πολιτικές, ιστορικές, εθνοτικές, οικονομικές αντιπαλότητες να  πυροδοτούνται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, να  δίνουν ευκαιρίες για να στραφούν, αναλόγως των συμφερόντων τους,  ο ένας εναντίον του άλλου οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις παρασύροντας ακόμα και σε λουτρό αίματος τους λαούς της περιοχής.  
Στη FYROM  εμφανίζεται και πάλι η αποφασιστικότητα των ΗΠΑ για να παραμείνουν κυρίαρχες στα Βαλκάνια. Οι επεμβάσεις τους όμως κάθε φορά είναι θανατηφόρες  για την ασφάλεια και την ειρήνη σ’ αυτήν την ιστορικά ασταθή περιοχή.  
Μόνο που ό,τι συμβαίνει στα Βαλκάνια υπάρχει πάντα κίνδυνος να μη περιοριστεί μόνο στα Βαλκάνια

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ



Στα οκτώ χρόνια που  προγράμματα λιτότητας επιβάλλουν περικοπές μισθών και συντάξεων, υψηλή ανεργία, μερική απασχόληση, περιστολή εργασιακών δικαιωμάτων κλπ. τέτοιο πλήθος δεν κινητοποιήθηκε για  να  διαμαρτυρηθεί, να  αποτρέψει, να διεκδικήσει όσο την προηγούμενη Κυριακή στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης για το όνομα της FYROM. Σ΄ αυτό το συλλαλητήριο,  που ευελπιστούν οι εργολάβοι του Μακεδονικού να το επαναλάβουν σε ενισχυμένη μάλιστα έκδοση στην Αθήνα, φάνηκε πως οι κίνδυνοι τόσο για αύξηση της εμβέλειας του λόγου των φασιστών όσο  και της νομιμοποίησης του, με εκμετάλλευση των προβλημάτων εθνικού χαρακτήρα, είναι υπαρκτοί. Όπως υπαρκτός είναι και ο προβληματισμός για την επιρροή που ακόμα ασκούν, σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ό,τι ονομάζουμε εθνικά θέματα.
               Κι εκεί που είχαν ξεχαστεί τα Βαλκάνια, με τις εκκρεμότητες τους, Βοσνία –Ερζεγοβίνη, τα προτεκτοράτα τους, Κοσσυφοπέδιο, τα ασταθή  κράτη τους,  FUROM, το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για ένταξη στο ΝΑΤΟ της FYROM  τα έφεραν  ξανά στο προσκήνιο, έστω και κάπως περιθωριακά ακόμα. Δεκαετίες τώρα  στα Βαλκάνια γίνονται προσπάθειες να κρυφτούν κάτω από το χαλί αντιθέσεις, τριβές και συγκρούσεις που αναζωπυρώνονται κάθε φορά που ιμπεριαλιστικά σχέδια το απαιτούν. Και η κυρίαρχη πολιτική της Ελλάδας, επειδή  η  αστική της τάξη τρέχει μήπως και μαζέψει έστω και κάποιο ψίχουλο από το ιμπεριαλιστικό φαγοπότι, μοιάζει να προσεγγίζει  τα συναφή προβλήματα με όρους είτε μικροπολιτικούς είτε ιδεολογικούς που μοιάζει να απέχουν από την πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα είναι να φαίνεται πως  υποδαυλίζεται μια στρεβλή  αντιπαράθεση, παρόλο που εδώ και χρόνια η πραγματικότητα διαψεύδει  και τις δυο αυτές προσεγγίσεις. Όμως έτσι  ήρθε η ώρα που καλείται  ο ΣΥΡΙΖΑ ν’ αναλάβει να λύσει κι αυτή την εκκρεμότητα, με όποιες ανακατατάξεις θα προκληθούν για τη διαμόρφωση στο εσωτερικό του νέου πολιτικού σκηνικού, στο status quo που έχει παγιωθεί με τα μνημόνια.   
Κι ίσως είναι καιρός πια η μυθολογία των αυθόρμητων κινημάτων για χειραφέτηση ή αυτοδιάθεση ή ολοκλήρωση, στις διάφορες κρατικές οντότητες που διαλύονται, να τεθεί στη βάσανο της μαρξιστικής οπτικής, για  να φωτιστούν οι  παρασκηνιακές διεργασίες, με μαέστρους μικρούς ή μεγάλους ιμπεριαλισμούς,  που τα προκάλεσαν και θα συνεχίσουν να τα προκαλούν και να μη μένει στο σκοτάδι ο ρόλος των μειονοτήτων και   η έκταση  της μεθοδευμένης και συνταιριασμένης υποκίνησης τους για εξυπηρέτηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων.
          Ιστορικές αναφορές, οι οποίες  εστιάζοντας σε καταγωγή και εθνική καθαρότητα, δικαιολογούν πολιτικές επιλογές,  θα ήταν αστείες αν δεν απέβαιναν τόσο επικίνδυνες για την επίδραση που μπορεί να ασκήσουν στις λαϊκές μάζες. Γιατί η επίκληση στην αρχή της αυτοδιάθεσης και αυτοκαθορισμού των λαών δεν μπορεί να παραβλέπει τις αιτίες που ένα κράτος όχι μόνο χρησιμοποιεί μια ορισμένη ονομασία, αλλά και επιμένει σε σύμβολα μιας ιστορικής περιόδου που πολύ λίγη σχέση έχουν με τον παρόντα χαρακτήρα του κράτους αυτού.   Είναι σαν να γυρίζουμε έναν αιώνα πίσω με την προσπάθεια που γίνεται μέσω του ονόματος, της ιστορίας, των συμβόλων να ομογενοποιηθεί ένας ανομοιογενής πληθυσμός και μάλιστα κάποιες φορές στην ιδεολογική βάση μιας μεγάλης ιδέας, δηλ. της ενοποίησης των τμημάτων της γεωγραφικής περιοχής. Κι αν η αδυναμία να επιβιώσει αυτόνομα ένα τόσο μικρό κράτος κάνει να μοιάζουν αστείοι οι όποιοι μεγαλοϊδεατισμοί του, θα πρέπει όμως να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι σκοπιμότητες και οι στόχοι των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων των οποίων η χειραγώγηση και οι παρεμβάσεις είναι πιο αποτελεσματικές όσο πιο αδύναμες είναι οι κρατικές οντότητες. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στη γειτονιά μας, με τις προσπάθειες αλλοίωσης της αυτοδιάθεσης των λαών της από τις παρεμβάσεις του ενός ή  του άλλου που γίνονται από ντόπιες ή ξένες δυνάμεις για τα δικά τους συμφέροντα είναι ένα παράδειγμα που στηρίζει αυτή την άποψη.
           Αν λοιπόν  συνεχίζεται και στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό οι ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί να ενδύονται μ’ ένα είδος εθνικού μανδύα, είναι επειδή  ο ευμετάβλητος χαρακτήρας του εθνικισμού καθιστά τη λειτουργικότητά του ακόμα χρηστική και η μαζική και καθολική απήχησή του ευνοεί την πραγματοποίησή τους μέσω αυτού. Γι’ αυτό ακόμα και στις μέρες μας, ενώ προκρίνονται οι  υπερεθνικές ενώσεις καπιταλιστικών συμφερόντων για την προώθηση όμως των επιλογών τους οι πολιτικοί επικαλούνται και το εθνικό συμφέρον. Από τα αντιαποικιακά μεταπολεμικά κινήματα που η έννοια του έθνους είχε λάβει επαναστατικό περιεχόμενο μέχρι τις μέρες μας που η εθνική ταυτότητα έγινε καταφύγιο για πλατιά  στρώματα ανθρώπων  που ισοπεδώνει η παγκοσμιοποίηση, η εθνική συλλογικότητα παραμένει ζωντανή. Γι’ αυτό  είναι  αρκετά απλουστευτικό να απαξιώνεται και να διαγράφεται το  εθνικό στοιχείο που διαμορφώνει συλλογικότητες  που μοιάζουν αρραγείς και διαρκείς. Κι επειδή ακριβώς ο εθνικισμός έχει αποκτήσει τη δυνατότητα, προσαρμοζόμενος και μεταβαλλόμενος κατά τα δοκούν στις νέες συνθήκες, να δίνει απαντήσεις ακόμα και σε οντολογικού τύπου ερωτήματα, ενώ καλλιεργεί το αίσθημα του ανήκειν, έστω και ψευδώς, σε κάτι αέναο και διαρκές στο χρόνο, μπορεί να αποβεί επικίνδυνος. Με την ανατροπή μάλιστα του υπαρκτού σοσιαλισμού και κυρίως τη κατασυκοφάντησή του και την απαξίωση της   μαρξιστικής οπτικής  για την οικονομία, ταξική συνείδηση και πάλη των τάξεων άφησε μόνη συλλογικότητα για συσπείρωση αντίστασης  σε μεγάλα τμήματα του λαού  και πάλι το έθνος.  
   Και αν μπορεί να χρησιμοποιείται το έθνος για να συσπειρώνονται κοινωνικές ομάδες με διαφορετικά ή και συγκρουόμενα συμφέροντα απέναντι σ’ έναν εξωτερικό κίνδυνο, που η άρχουσα τάξη καθορίζει, όμως μπορεί να συμβεί ακόμα και μέσα από μια τέτοια εκ των άνω συσπείρωση να δημιουργηθεί μια τέτοια δυναμική που υποτελείς κοινωνικές τάξεις  αποκτώντας ταξική συνείδηση να επιβάλλουν το δικό τους πλαίσιο και τη δική τους φυσιογνωμία στο εθνικό σύνολο ή ακόμα τονώνοντας την ταξική τους συνοχή και να συγκρουστούν με άλλες τάξεις ή κοινωνικά στρώματα.
              Εν ολίγοις, ο εθνικισμός παραμένει ένα  άδειο κέλυφος που μπορεί να αιχμαλωτίσει τα λαϊκά στρώματα για να χειραγωγηθούν προς κατευθύνσεις που ελέγχει η άρχουσα τάξη, αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να αναπτυχθεί κι αυτή η δυναμική που θα σπάσει το κέλυφος για νέα συσπείρωση με ταξική βάση.
               Κι αυτό είναι το δύσκολο έργο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Κι εδώ δεν χωρούν ειρωνείες, χλευασμοί, αφ’ υψηλού κριτική με απλοϊκή επαναστατική ρητορική.

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

ΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ



Το τραγούδι για την «Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου χώρα, που έδιωξες τους Βούλγαρους κι ελεύθερη είσαι τώρα» - που οι μαθητές σχολείων στο μετεμφυλιακό κράτος ήσαν υποχρεωμένοι με περηφάνια να το τραγουδούν και χορεύουν, υποδεικνύοντας ως εχθρό τους Βούλγαρους του «σιδηρού παραπετάσματος», στη μεταπολίτευση μπήκε στο περιθώριο,  μέχρι που στην αρχή της δεκαετίας του ’90 το ξαναθυμήθηκαν στα σχολεία της Β. Ελλάδας με μια μικρή τροποποίηση στους στίχους, αυτοί που εκδιώχθηκαν ήταν γενικώς οι βάρβαροι- είναι ενδεικτικό της συγχώνευσης ιδεολογικοπολιτικών και εθνικών σκοπιμοτήτων που υπηρετούν κάθε φορά τα αντίστοιχα συμφέροντα της κυρίαρχης εξουσίας.
               Τον τελευταίο καιρό η αναθέρμανση του ζητήματος της ονομασίας της FYROM με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, κατόπιν «υποδείξεως» του ΝΑΤΟ, δεν είναι που μπερδεύει την αξιωματική αντιπολίτευση για τη θέση που θα πρέπει να κρατήσει, είναι που βρυκολακιάζει, εν μέσω μιας παρατεταμένης οικονομικής κρίσεως που μοιάζει να συνηθίσαμε, πολλούς εθνικιστικούς εφιάλτες.
               Το χάος στα Βαλκάνια που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90  κατέληξε στο τέλος της σε διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και σε βομβαρδισμό της Σερβίας από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ, με τα νέα κράτη που προέκυψαν, μετά από συγκρούσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση να μην έχει πρόβλημα να αναγνωρίσει. Η Γερμανία πρωτοστάτησε   στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, γιατί ενδιαφερόταν να εντάξει νέες  χώρες - Σλοβενία, Κροατία-  που θα προέκυπταν από τη διάλυση  στο οικονομικό σύστημα σχέσεων, στα πλαίσια της ενωμένης Ευρώπης,  που θα την βοηθούσε να παραμείνει κυρίαρχη οικονομική και πολιτική δύναμη, ενδυναμώνοντας έτσι την ηγετική της   θέση στην Ενωμένη Ευρώπη, με τις ΗΠΑ βεβαίως  να ενδιαφέρονται για τα δικά τους συμφέροντα. Το μακρινό ’91, η κυβέρνηση Μητσοτάκη με υπουργό εξωτερικών τον Α. Σαμαρά με παλινωδίες και χωρίς συγκεκριμένη θέση συνυπέγραψαν τη διάλυσή της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Γιουγκοσλαβίας, με τον υπουργό και την κυβέρνηση να καμαρώνουν για τους τρείς όρους  που ικανοποιήθηκαν από το συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας, στην περίπτωσή μας  η εφαρμογή τους είχε να κάνει με  την «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Κι έτσι δημιουργήθηκε το πρόβλημα της ονομασίας που  ένα τέταρτο του αιώνα τώρα, διαψεύδοντας τη ρήση του Κ. Μητσοτάκη πως σε δέκα χρόνια κανείς δεν θα το θυμάται, αναδύεται στην επικαιρότητα ή καταβυθίζεται αναλόγως συμφερόντων που πρέπει να ικανοποιηθούν.  
               Γι’ αυτό τώρα, που οξύνονται οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί,  το ΝΑΤΟ, δηλ. οι ΗΠΑ, επείγονται να εντάξουν την FYROM στην Ατλαντική συμμαχία, εκμηδενίζοντας την επιρροή της Ρωσίας, και πιέζουν Αθήνα και Σκόπια  για επίσπευση της διαδικασίας επίλυσης του ονόματος. Κι επειδή το κουβάρι συμφερόντων μοιάζει ολότελα μπερδεμένο, κόμματα όπως η Ν. Δημοκρατία, οργανισμοί όπως η Εκκλησία της Ελλάδας παλινδρομούν και δεν μπορούν να πάρουν θέση ούτε και για τα συλλαλητήρια που οργανώνονται για «το όνομά μας που είναι η ψυχή μας», κατά τη ρήση του Α.Παπανδρέου, στο μακρινό ’93 που κάθε πολιτικός, πλήν του ΚΚΕ, πλειοδοτούσε  σε εθνικισμό.  
Είναι που με την κατάλληλη χρήση του εθνικών διαφορών κερδίζεται η εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών,  γίνονται αποδεκτές οι πολιτικές της άρχουσας τάξης και ταυτίζονται οι δικές της επιδιώξεις με πανεθνικά συμφέροντα, εξαφανίζοντας ταξικές διαφορές. Όμως ακόμα κι αν φορέας και αγωγός της εθνικιστικής ιδεολογίας και πολιτικής είναι η αστική τάξη, από κοντά και η μικροαστική, κι αν γίνεται ο εθνικισμός όργανο στα χέρια εκείνων των δυνάμεων που τάσσονται υπέρ του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και επιδιώκουν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης των μαζών η απάλειψή του δεν γίνεται με τεχνητή επιτάχυνση, ιδιαίτερα όταν πυροδοτούνται συνεχώς εστίες που τον τροφοδοτούν.
               Με την ανατροπή του υπαρκτού σοσιαλισμού ο εθνικισμός συνεχώς τροφοδοτείται, και όχι μόνο στην Ευρώπη. Από τη μια το κεφάλαιο δημιουργεί ευρύτερες οικονομικές ενώσεις προς όφελος του καπιταλισμού, και λαοί ακολουθώντας τους ηγέτες τους ζητιανεύουν μια θέση ανάμεσα στα αστεράκια της ΕΕ, κι από την άλλη ανακαλύπτονται όψιμες διαφορές που οδηγούν στον  αλληλοσπαραγμό για το δικαίωμα της απόσχισης και αυτοδιάθεσης κάθε επαρχίας. Κι αυτή η αντίφαση δεν εξυπηρετεί παρά τα ίδια ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Όλη αυτή η σοφιστεία περί δημοκρατιών, συνομοσπονδιών κλπ. είναι το θεωρητικό στήριγμα για την πρακτική καταστροφή του έθνους –κράτους δηλ. της κεντρικής οικονομίας και διακυβέρνησης και η δημιουργία μικρών προτεκτοράτων εύκολα διαχειρίσιμων. Κι έτσι η αποσύνθεση της κρατικής κεντρικής κυριαρχίας στην οικονομία, στην δημόσια υποδομή στον πλούτο να επιτρέψει ευκολότερα στον ιμπεριαλισμό να κυριαρχεί.
  Δεν είναι μόνο στα Βαλκάνια που ΕΕ και ΗΠΑ χαράζουν νέα σύνορα φροντίζοντας να θεσμοποιήσουν τα παρεμβατικά τους δικαιώματα, αλλά και σ’ όλο τον αραβικό κόσμο. Προκαλώντας, για να εκμεταλλευτούν κατά περίπτωση, μειονοτικά  ή θρησκευτικά προβλήματα  επιδιώκουν να προσδιορίσουν την μοίρα των λαών. Παράδειγμα τραγικό τα τεκταινόμενα στη Συρία, ενώ στις προ ημερών  διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο Ιράν οι πληροφορίες των δυτικών μέσων επικοινωνίας μοιάζει να ενσωματώνουν τις ευχές για την ποθητή πολιτική κατάσταση στη χώρα, που θα ευνοούσε τα δυτικά καπιταλιστικά συμφέροντα.
Κι εμείς έχουμε εξοικειωθεί,  με τη βοήθεια των κυβερνήσεών μας και των ΜΜΕ ή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με τον πόλεμο και τις στρατιωτικές επεμβάσεις ανά τον  κόσμο και αν αδύναμα αντιδρούμε στην κυρίαρχη πολιτική σχεδόν με αδιαφορία αντιμετωπίζουμε τη στρατιωτική βαρβαρότητα του ΝΑΤΟ. Αλλά και ανά την Ευρώπη αδύναμα κινήματα θεωρούν πως η όποια διαμαρτυρία μας ή αμυντικά ανακλαστικά μας δεν είναι ανάγκη να ενσωματώνονται σε μια συγκροτημένη πρόταση οργάνωσης της αντίδρασής μας. Στη Μ. Ανατολή μετά την απόφαση των ΗΠΑ για αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ και τις γενναίες πράξεις αντίστασης νεαρών παλαιστινίων, η τριπλή συμμαχία των ΗΠΑ, Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας μοιάζει να  θέλει να εφαρμόσει ένα σενάριο της Συρίας στο Ιράν, για αλλαγή του καθεστώτος, εκμεταλλευόμενη τα υπαρκτά οικονομικά προβλήματα της χώρας  που προκαλούν δυσαρέσκεια  σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
               Και στα καθ’ ημάς, χιλιάδες διαδηλώνουν για ένα όνομα που αν και είναι «ένα πουκάμισο αδειανό», υπάρχει κίνδυνος ιμπεριαλιστικά συμφέροντα να το μετατρέψουν σε χιτώνα του Νέσσου που το δηλητήριο του να περάσει σε όλους μας. Και δεν είναι μόνο πως βρήκαν λαμπρόν πεδίον οι φασίστες να ξαναεμφανιστούν θρασύτατα ή κάποιοι συγκεκριμένα να χτίσουν καριέρες. Είναι που ένας λαός ταπεινωμένος, φτωχοποιημένος,  θυμωμένος, συνειδητά οδηγείται από πολιτικούς, οικονομικούς και  πνευματικούς ταγούς στον εκφασισμό με όχημα τον εθνικισμό.
               Γι’ αυτό και η ενίσχυση της δύναμης του ΚΚΕ είναι μονόδρομος, γιατί είναι  η μόνη αντίρροπη δύναμη για να αποτραπεί αυτή η πορεία.