panis
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- panis < *pāstnis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₂-
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]panis (la) αρσενικό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- panem et circenses: φράση του Λατίνου Γουβενάλη που αποδόθηκε στα ελληνικά ως άρτον και θεάματα
- νέα ελληνική: → δείτε τις λέξεις πανέ και πανέρι
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | panis | panēs |
γενική | panis | panum |
δοτική | panī | panibus |
αιτιατική | panem | panēs |
κλητική | panis | panēs |
αφαιρετική | pane | panibus |