Zunge

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Zunge (de) θηλυκό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • etwas auf der Zunge haben - μου έρχεται να πω κάτι