ρε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επιφώνημα
[επεξεργασία]ρε
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Η χρήση του ρε ανάλογα με τις περιστάσεις της επικοινωνίας μπορεί να θεωρηθεί είτε προσβλητική είτε ένδειξη οικειότητας
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ρε
|
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ρε < (άμεσο δάνειο) ιταλική re < λατινική re < resonare, απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος resono < re- + sono (στη φράση Ut queant laxis, Resonare fibris. Mira gestorum, Famuli tuorum. Solve polluti Labii reatum Sancte Ioannes, όπως προτάθηκε από τον Γκουίντο ντ' Αρέτσο, στα τέλη του 10ου μ.Χ. αιώνα)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ρε ουδέτερο άκλιτο
ντο ή C | ντο# ή C# | ρε ή D | ρε# ή D# | μι ή E | φα ή F | φα# ή F# | σολ ή G | σολ# ή G# | λα ή A | λα# ή A# | σι ή B |
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νότα του ευρωπαϊκού [σχεδόν πάντα συγκερασμένου] μουσικού συστήματος
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιφωνήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Μουσική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)