Να όμως που ήρθε η εποχή που αυτή η παραβολή έγινε η κραυγή της. Μια υπαρξιακή τομή μέσα στο σώμα της κοινωνίας. Μια εξομολόγηση της ανθρώπινης ψυχής που, όσο πιο πολύ την κοιτάζεις, τόσο πιο βαθιά αποκαλύπτει τις ρωγμές μας.
Γιατί ο πληγωμένος της οδού δεν είναι κάποιος στο παρελθόν. Είμαστε εμείς. Όλοι μας. Στον ένα ή στον άλλο χρόνο της ζωής μας. Εκεί που η καρδιά μας κουράστηκε. Εκεί που χάσαμε δύναμη. Εκεί που δεν είχαμε σε ποιον να στραφούμε. Εκεί που η ψυχή μας έγειρε προς το σκοτάδι και νιώσαμε ότι η ζωή συνεχίζει χωρίς εμάς.
Η κάθοδος από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, αυτός ο δρόμος της παραβολής, είναι η πιο ακριβής ψυχοκοινωνική περιγραφή της σύγχρονης πραγματικότητας. Ζούμε σήμερα μία κάθοδο από το ιερό προς το χρήσιμο.
Από το πρόσωπο προς το προφίλ και το AI avatar.
Από τη σχέση προς τη λειτουργικότητα.
Από την κοινότητα προς την εξατομίκευση.
Από τη βαθιά επικοινωνία προς τα γρήγορα μηνύματα.
Από την αγάπη προς τη διαχείριση.
Και μέσα σ' αυτή την κάθοδο, οι άνθρωποι πέφτουν. Όχι όλοι με τον ίδιο θόρυβο. Μερικοί πέφτουν μέσα τους. Αθόρυβα. Αόρατα. Με μια εξάντληση που δεν φαίνεται στο πρόσωπο αλλά τους διαλύει μέσα τους. Με μια μοναξιά που δεν φωνάζει αλλά συνθλίβει.
Μετά τον πληγωμένο λοιπόν που είμαστε όλοι εμείς και τους ληστές, αυτούς που συμβολίζουν κάθε δύναμη που μας αποδυναμώνει, κάθε σκοτάδι που μας χτυπά, κάθε γεγονός που μας αφήνει ημίθανους στην άκρη του δρόμου, εμφανίζονται ο ιερέας και ο Λευίτης, οι πρώτοι άνθρωποι που βλέπουν τον πόνο και καλούνται να τον συναντήσουν.
Δεν είναι κακοί. Δεν είναι εχθροί. Είναι οι άνθρωποι της εποχής μας, εκείνοι που δεν προλαβαίνουν. Που δεν αντέχουν άλλα βάρη. Που δεν ξέρουν πια πώς να πλησιάσουν. Που έχουν μάθει να στέκονται σε μια ασφαλή απόσταση απ' ό,τι μπορεί να τους πληγώσει. Είναι οι άνθρωποι που κουβαλούν τη δική τους κατάρρευση, έστω κι αν δεν φαίνεται. Εκείνοι που έχουν ήδη πέσει μέσα τους, αλλά συνεχίζουν εξωτερικά σαν να είναι όλα εντάξει.
Οι διερχόμενοι δεν είναι σκληροί, είναι εξαντλημένοι.
Δεν είναι αδιάφοροι, είναι απροστάτευτοι.
Δεν είναι αναίσθητοι, είναι υπερβολικά φορτωμένοι για να χωρέσει μέσα τους άλλος ένας πόνος.
Αυτοί είμαστε κι εμείς πολλές φορές. Με το βλέμμα προς τα μπροστά αλλά με την καρδιά στεγνή. Με την ανάγκη να φτάσουμε κάπου αλλά χωρίς να ξέρουμε πού. Με την απαίτηση ν' αντέξουμε άλλο λίγο αλλά με την ψυχή ήδη στο όριό της.
Και τότε, στο πιο σκοτεινό σημείο της παραβολής, στο σημείο όπου ο δρόμος γίνεται απλώς δρόμος και οι άνθρωποι απλώς άνθρωποι που προσπερνούν, εμφανίζεται ο Σαμαρείτης. Όχι ως ήρωας. Όχι ως σωτήρας. Αλλά ως παρουσία. Ως κάποιος που σταματά. Κι εκεί βρίσκεται το μεγάλο θαύμα της παραβολής. Γιατί στην εποχή μας το πιο σπάνιο πράγμα δεν είναι η καλοσύνη, είναι το σταμάτημα. Το να επιτρέψεις στην καρδιά σου να διακόψει τον σταθερό ρυθμό της. Να διαταραχθεί. Να παραβιάσει τον δικό σου ρυθμό. Το ν' αφήσεις τη ζωή κάποιου άλλου να εισβάλει στη δική σου. Το να γίνεις ευάλωτος βλέποντας έναν άλλον ευάλωτο.
Ο Σαμαρείτης δεν αντιπροσωπεύει μια πράξη. Αντιπροσωπεύει έναν τρόπο ύπαρξης. Την ύπαρξη που βλέπει όχι με τα μάτια αλλά με ψυχή. Που δεν ενεργεί με τη στυγνή λογική αλλά με την καρδιά. Την ύπαρξη που δεν προστατεύεται πίσω από κανόνες και νόρμες αλλά κινείται από έλεος. Την ύπαρξη που δεν αναζητά άψογες ισορροπίες αλλά αφήνει να τον διαπεράσει το τραύμα του άλλου. Την ύπαρξη που δεν φοβάται να μπει σε μια πληγή που δεν είναι δική της.
Αυτό είναι το υπαρξιακό σημείο της παραβολής: Ο Σαμαρείτης δεν κάνει απλώς κάτι. Γίνεται κάτι. Γίνεται ο άγνωστος που κάποτε όλοι αναζητήσαμε όταν πέσαμε κάτω και δεν είχαμε φωνή.
Κι εδώ αποκαλύπτεται και η θεολογία της: Ο Σαμαρείτης είναι η είσοδος Του Θεού μέσα στο βάθος του ανθρώπου.
Ο Θεός που δεν προσπερνά.
Ο Θεός που σκύβει.
Ο Θεός που δεν φοβάται τη βρωμιά μας.
Ο Θεός που δεν ντρέπεται τη μοναξιά μας.
Ο Θεός που πλησιάζει το μέρος μέσα μας που εμείς οι ίδιοι φοβόμαστε να αγγίξουμε.
Ο Θεός που δεν περιμένει να γίνουμε καλύτεροι. Έρχεται ενώ είμαστε ακόμη πεσμένοι, μισοί, σιωπηλοί, εξαντλημένοι, με πληγές που δεν ξέρουμε πια από πού άρχισαν.
Ο Θεός δεν στέκεται στο ύψος Του. Κατεβαίνει στο ύψος της πληγής μας.
Η κοινωνία μας έχει ανάγκη σήμερα όχι απλώς τον καλό άνθρωπο. Έχει ανάγκη τον παρόντα. Τον άνθρωπο που μπορεί να σταματήσει. Ν' ακούσει. Να δωρίσει ένα βλέμμα που να μη μετράει χρόνο. Να μην τρομάξει από το σκοτάδι του άλλου. Να αντέξει τη σιωπή του άλλου. Ν' ανοίξει χώρο μέσα στην ψυχή του για έναν ακόμη άνθρωπο.
Ιδού λοιπόν και το ψυχικό βάθος της παραβολής: Η θεραπεία δεν αρχίζει από τα χέρια. Αρχίζει από την παρουσία. Από το βλέμμα. Από τη διακοπή της βιασύνης. Από το «είμαι εδώ».
Γιατί τελικά, το βαθύτερο μήνυμα της παραβολής δεν είναι «να κάνουμε το καλό». Είναι να μην προσπεράσουμε τον άνθρωπο. Να μην προσπεράσουμε τον εαυτό μας. Να μην προσπεράσουμε τον Θεό που στέκεται δίπλα μας σαν Σαμαρείτης κάθε φορά που πέφτουμε.
Ο κόσμος θα αλλάξει όχι όταν γίνουμε όλοι μεγάλοι ήρωες, αλλά όταν ένας άνθρωπος, έστω ένας, σταματήσει για έναν άλλον άνθρωπο. Κι αυτό το σταμάτημα, αυτή η παύση, αυτή η διατάραξη της πορείας, αυτή η ρήξη με τη βιασύνη, αυτή η επιλογή να δούμε και όχι να προσπεράσουμε, είναι ο τρόπος που ο ουρανός περνά μέσα απ' τη γη και η γη ξαναβρίσκει το πρόσωπό της.
Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι όλ' αυτά τα γράφουμε τωρα που ξεκινά η Σαρακοστή των Χριστουγέννων, μια περίοδος που πάντα μας καλεί να σταθούμε, ν' ανακόψουμε την ταχύτητα της ζωής και να ξαναδούμε τον άνθρωπο και μέσα μας και δίπλα μας.
Και μη ξεχνάμε ποτέ:Όλοι κάποτε πέσαμε. Όλοι κάποτε προσπεράσαμε. Όλοι κάποτε σωθήκαμε επειδή κάποιος σταμάτησε.
Και μη ξεχνάμε ποτέ:Όλοι κάποτε πέσαμε. Όλοι κάποτε προσπεράσαμε. Όλοι κάποτε σωθήκαμε επειδή κάποιος σταμάτησε.
Εύχομαι η φετινή Σαρακοστή των Χριστουγέννων, να γίνει για όλους μας ένας μικρός δρόμος, όχι προς την Ιεριχώ, αλλά προς τη Βηθλεέμ. Εκεί όπου ο Θεός μάς βρήκε πεσμένους και μάς σήκωσε με το έλεός Του.
Και καθώς προχωράμε, να μας χαρίζει τη δύναμη να σταματάμε για τον άλλον, να σκύβουμε χωρίς φόβο, να βλέπουμε με καρδιά και να γινόμαστε παρόντες. Να γίνει ο καθένας μας μια μικρή σκιά Σαμαρείτη για όποιον δεν έχει φωνή. Κι όταν φτάσουμε στη Φάτνη, να κουβαλάμε όχι κατορθώματα αλλά πρόσωπα που συναντήσαμε στον δρόμο,
αμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου