mikroskop
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /mʲiˈkrɔskɔp/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]mikroskop (pl) αρσενικό
- το μικροσκόπιο
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Τσεχικά (cs)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]mikroskop (cs) αρσενικό
- το μικροσκόπιο