obtention

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
obtention obtentions

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

obtention (fr) θηλυκό