hiératique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /je.ʁa.tik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hiératique hiératiques

hiératique (fr) αρσενικό ή θηλυκό