infant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
infant | infants |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]infant (en)
- το βρέφος
- ⮡ Infants and young children should not be exposed to direct sunlight.
- Τα βρέφη και τα μικρά παιδιά δεν πρέπει να εκτίθενται στο άμεσο ηλιακό φως.
- ⮡ Infants and young children should not be exposed to direct sunlight.
- (νομική ορολογία) ανήλικος
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
infant | infants |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]infant (fr) αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]και