télé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- télé, σύντμηση του télévision
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
télé | télés |
télé (fr) θηλυκό (οικείο)
- une émission de télé - μια (τηλεοπτική) εκπομπή
- un poste de télé - μια συσκευή τηλεόρασης
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- téloche (πολύ οικείο)