Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιάκωβος Β΄ της Αγγλίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιάκωβος Β΄
Ιάκωβος Β΄, του Σερ Πήτερ Λήλυ.
Περίοδος6 Φεβρουαρίου 1685 – 11 Δεκεμβρίου 1688
Στέψη23 Απριλίου 1685 (Αγγλία)
ΠροκάτοχοςΚάρολος Β΄
ΔιάδοχοςΓουλιέλμος Γ΄ και Μαρία Β΄
Ιάκωβος Γ΄ και Η΄
Γέννηση14 Οκτωβρίου 1633
Παλάτι του Αγίου Ιακώβου, Αγγλία, Ηνωμένο Βασίλειο
Θάνατος16 September 1701 (aged 67)[α] (N.S.)
Σαιν Ζερμαίν εν Λαι, Γαλλία
Τόπος ταφήςΣαιν Ζερμαίν εν Λαι
ΣύζυγοςΆννα Χάιντ
Μαρία της Μόντενα
ΕπίγονοιΜαρία Β΄ της Αγγλίας
Άννα της Μεγάλης Βρετανίας
Ιάκωβος της Ουαλίας
Λουίζα Μαρία Θηρεσία Στιούαρτ
ΟίκοςΟίκος των Στιούαρτ
ΠατέραςΚάρολος Α΄ της Αγγλίας
ΜητέραΕρριέττα Μαρία της Γαλλίας
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολικισμός
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Ιάκωβος Β΄ (αγγλικά: James II of England, γαελικά: Séamas II, 14 Οκτωβρίου 163316 Σεπτεμβρίου 1701)[3] ήταν βασιλιάς της Αγγλίας και, ως Ιάκωβος Ζ΄[4], βασιλιάς της Σκωτίας, από τις 6 Φεβρουαρίου 1685 μέχρι τα τέλη του 1688, οπότε εκθρονίστηκε από την Ένδοξη Επανάσταση. Ήταν ο τελευταίος Ρωμαιοκαθολικός μονάρχης που βασίλευσε στα Βασίλεια της Αγγλίας και της Σκωτίας.

Ως δεύτερος πρεσβύτερος γιος του Καρόλου Α΄, ανέβηκε στον θρόνο μετά τον θάνατο του αδελφού του, Καρόλου Β΄. Αντιμετώπισε συνεχώς αυξανόμενη αντίσταση από πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες της Βρετανίας επειδή ήταν γαλλόφιλος και υπέρ του Ρωμαιοκαθολικισμού και επειδή απέβλεπε στην εδραίωση απόλυτης μοναρχίας. Όταν απέκτησε άρρενα διάδοχο, ξέσπασε κρίση και διάφορες προσωπικότητες κάλεσαν το γαμπρό και ανιψιό του Γουλιέλμο Γ΄ της Οράγγης να πάρει το θρόνο, ο οποίος ήταν Κυβερνήτης των Ηνωμένων Επαρχιών των Κάτω Χωρών. Ήταν η λεγόμενη Ένδοξη Επανάσταση του 1688. Ο Ιάκωβος εγκατέλειψε την Αγγλία και συνεπώς θεωρήθηκε έκπτωτος[5]. Αντικαταστάθηκε από τον Γουλιέλμο της Οράγγης που έγινε βασιλιάς ως Γουλιέλμος Γ΄, κυβερνώντας από κοινού με τη σύζυγο του, και κόρη του Ιακώβου, Μαρία Β΄. Έτσι ο Γουλιέλμος και η Μαρία, αμφότεροι Προτεστάντες, έγιναν από κοινού μονάρχες το 1689. Ο Ιάκωβος έκανε μια σοβαρή προσπάθεια να ανακτήσει τους θρόνους του, όταν αποβιβάσθηκε στην Ιρλανδία το 1689 αλλά μετά την ήττα του από τις δυνάμεις του Γουλιέλμου στη Μάχη του Μπόυν το καλοκαίρι του 1690 επέστρεψε στη Γαλλία. Έζησε εκτός της Βρετανίας το υπόλοιπο της ζωής του ως διεκδικητής του θρόνου, έχοντας σχηματίσει μια αυλή χρηματοδοτούμενη από τον εξάδελφο και σύμμαχο του, Λουδοβίκο ΙΔ΄.

Ο Ιάκωβος είναι γνωστός για τις πεποιθήσεις του περί της θείας προέλευσης των δικαιωμάτων των μοναρχών αλλά και για τις απόπειρες του να επιτύχει θρησκευτική ελευθερία για τους Ρωμαιοκαθολικούς αφενός και τους ακραίους Διαμαρτυρόμενους, Πουριτανούς και Πρεσβυτεριανούς αφετέρου, οι οποίες έβρισκαν αντίθετο το Αγγλικό Κοινοβούλιο. Παράλληλα όμως καταδίωξε τους Πρεσβυτεριανούς της Σκωτίας. Το Κοινοβούλιο, αντιτέθηκε στην άνοδο του απολυταρχισμού που σημειώθηκε σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στην απώλεια της νομικής κυριαρχίας του επί της Εκκλησίας της Αγγλίας και είδε την αντίθεση αυτή ως ένα τρόπο να διατηρήσει αυτά που θεωρούνταν παραδοσιακές Αγγλικές ελευθερίες. Αυτή η τάση έκανε την τετραετή βασιλεία του Ιακώβου έναν αγώνα για υπεροχή μεταξύ του Αγγλικού Κοινοβουλίου και του Στέμματος που κατέληξε στην εκθρόνιση του, την ψήφιση της Αγγλικής Χάρτας των Δικαιωμάτων (English Bill of Rights) του 1689, και την Αννοβεριανή διαδοχή.

Γέννηση και πρώιμη ζωή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο μελλοντικός Ιάκωβος Β΄ με τον πατέρα του, Κάρολο Α΄.

Ο Ιάκωβος, δεύτερος επιζών γιος του Καρόλου Α΄ και της Ερριέττας Μαρίας της Γαλλίας, γεννήθηκε στο Παλάτι του Αγίου Ιακώβου στο Λονδίνο στις 14 Οκτωβρίου 1633.[6] Αργότερα το ίδιο έτος, ο Ιάκωβος βαπτίσθηκε από τον Ουίλλιαμ Λωντ, τον Αγγλικανό Αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπερυ.[7] Ο Ιάκωβος εκπαιδεύτηκε από δασκάλους, μαζί με τον αδελφό του, τον μελλοντικό βασιλιά Κάρολο Β΄, και τους δύο γιους του Δούκα του Μπάκιγχαμ, του Τζορτζ και Φράνσις Βίλλερς.[8] Σε ηλικία τριών ετών, ο Ιάκωβος διορίσθηκε Λόρδος Αρχιναύαρχος· η θέση ήταν αρχικά τιμητική, αλλά θα γινόταν ένα ουσιαστικό αξίωμα μετά την Παλινόρθωση, όταν ο Ιάκωβος ενηλικιώθηκε.[9]

Στον Ιάκωβο απονεμήθηκε το παράσημο του Τάγματος της Περικνημίδος το 1642,[10] και έγινε δούκας της Υόρκης στις 22 Ιανουαρίου 1644.[7] Καθώς οι διαμάχες του Βασιλιά με το Αγγλικό Κοινοβούλιο εξελίχθηκαν στον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο ο Ιάκωβος έμενε στην Οξφόρδη, σε ένα βασιλικό προπύργιο.[11] Όταν η πόλη παραδόθηκε μετά την πολιορκία της Οξφόρδης το 1646, οι Κοινοβουλευτικοί ηγέτες διέταξαν να περιορισθεί στο Παλάτι του Αγίου Ιακώβου.[12] Το 1648 απέδρασε και πήγε στη Χάγη μεταμφιεσμένος.[13] Όταν ο Κάρολος Α΄ εκτελέσθηκε από τους επαναστάτες το 1649, οι μοναρχικοί ανακήρυξαν τον μεγαλύτερο γιο του Καρόλου, Κάρολο Β΄.[14] Ο Κάρολος Β΄ αναγνωρίσθηκε από το Κοινοβούλιο της Σκωτίας και το Κοινοβούλιο της Ιρλανδίας, και στέφθηκε Βασιλιάς της Σκωτίας στο Σκόουν, στη Σκωτία, το 1651. Αν και ανακηρύχθηκε βασιλιάς στο Τζέρσεϋ, ο Κάρολος δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει το Στέμμα της Αγγλίας, κι αναγκάστηκε να φύγει στη Γαλλία και στην εξορία.[14]

Ο Ανρί ντε Λα Τουρ ντ' Ωβέρν, Υποκόμης Τυρέν, διοικητής του Ιακώβου στη Γαλλία.

Όπως ο αδελφός του, ο Ιάκωβος αναζήτησε άσυλο στη Γαλλία, υπηρετώντας στον Γαλλικό στρατό υπό τον Υποκόμη Τυρέν εναντίον της εξέγερσης της Σφενδόνης (Fronde) και, αργότερα, εναντίον των Ισπανών της συμμάχων.[15] Στον γαλλικό στρατό, ο Ιάκωβος είχε την πρώτη αληθινή εμπειρία μάχης όπου, σύμφωνα με έναν παρατηρητή, αυτός «διακινδυνεύει την ζωή του και εφορμά γενναία σε κάθε περίπτωση».[15] Το 1656, όταν ο αδελφός του, Κάρολος, συμμάχησε με την Ισπανία—έναν εχθρό της Γαλλίας—ο Ιάκωβος εκδιώχθηκε από τη Γαλλία και αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τον στρατό του Τυρέν.[16] Ο Ιάκωβος φιλονίκησε με τον αδελφό του για την διπλωματική επιλογή της Ισπανίας αντί αυτής της Γαλλίας. Εξόριστοι και φτωχοί, υπήρχαν ελάχιστα που ο Κάρολος ή ο Ιάκωβος θα μπορούσαν να κάνουν για την εν γένει διπλωματική κατάσταση, και ο Ιάκωβος τελικά ταξίδεψε στη Μπρυζ και (μαζί με τον νεότερο αδελφό του, Ερρίκο) μπήκε στον Ισπανικό στρατό υπό τον Λουδοβίκο, Πρίγκιπα του Κοντέ, πολεμώντας εναντίον των πρώην Γάλλων συντρόφων του στη Μάχη της Δουνκέρκης.[17] Κατά την διάρκεια της υπηρεσίας στον Ισπανικό στρατό, ο Ιάκωβος έγινε φίλος με δύο Ιρλανδούς καθολικούς αδελφούς στο περιβάλλον των μοναρχικών, τους Πήτερ και Ρίτσαρντ Τάλμποτ, και άρχισε να αποξενώνεται κάπως από τους αγγλικανούς συμβούλους του αδελφού του.[18] Το 1659, οι Γάλλοι και οι Ισπανοί έκαναν ειρήνη. Ο Ιάκωβος, αμφιβάλλοντας για τις δυνατότητες του αδελφού του να επανακτήσει τον θρόνο, σκέφθηκε να δεχθεί μια ισπανική προσφορά να γίνει ναύαρχος στο ναυτικό τους.[19] Τελικά, αρνήθηκε την πρόταση· τον επόμενο χρόνο η κατάσταση στην Αγγλία είχε αρκετά αλλάξει, και ο Κάρολος Β΄ ανακηρύχθηκε Βασιλιάς.[20]

Ο Ιάκωβος και η Ανν Χάυντ την δεκαετία του 1660, από τον Σερ Πέτερ Λέλυ.

Μετά την κατάρρευση της Κοινοπολιτείας το 1660, ο Κάρολος Β΄ αποκαταστάθηκε στον Αγγλικό θρόνο. Αν και ο Ιάκωβος ήταν επίδοξος διάδοχος, έμοιαζε απίθανο ότι θα κληρονομούσε το Στέμμα, καθώς ο Κάρολος ήταν ακόμη ένας νέος άνδρας ικανός να γίνει πατέρας.[21] Με την άνοδο του αδελφού του, ο Ιάκωβος έγινε δούκας του Ώλμπανυ στη Σκωτία, ώστε να συνάδει ο τίτλος αυτός με τον Αγγλικό του τίτλο, του δούκα της Υόρκης. Με την επιστροφή του στην Αγγλία, ο Ιάκωβος δημιούργησε μια άμεση ανησυχία ανακοινώνοντας τους αρραβώνες του με την Λαίδη Ανν Χάυντ, κόρη του αρχιδιοικητή του Καρόλου, Έντουαρντ Χάυντ, 1ου Δούκα του Κλάρεντον.[22] Το 1659, ενώ προσπαθούσε να την κατακτήσει, ο Ιάκωβος υποσχέθηκε ότι θα νυμφευθεί την Ανν.[23] Η Ανν έμεινε έγκυος το 1660, αλλά μετά την Παλινόρθωση και την επιστροφή του Καρόλου στην εξουσία, κανένας στην βασιλική αυλή δεν περίμενε ότι έναν πρίγκιπας θα νυμφευθεί μια κοινή θνητή άσχετα με το αν το είχε ήδη υποσχεθεί.[24] Αν και σχεδόν όλοι, περιλαμβανομένου του πατέρα της Ανν, τους πίεσαν να μη παντρευτούν, αυτοί το έκαναν.[24] Το ζευγάρι παντρεύτηκε μυστικά, μετά προχώρησαν σε μια επίσημη τελετή γάμου στις 3 Σεπτεμβρίου 1660, στο Λονδίνο. Το πρώτο τους παιδί, ο Κάρολος, γεννήθηκε λιγότερο από δύο μήνες μετά, αλλά πέθανε στη νηπιακή ηλικία, όπως και πέντε ακόμη παιδιά τους.[24] Μόνο δύο κόρες επιβίωσαν: η Μαρία (γεννημένη 30 Απριλίου 1662) και η Άννα (γεννημένη 6 Φεβρουαρίου 1665).[25] Ο Σάμιουελ Πηπς έγραψε ότι ο Ιάκωβος αγαπούσε τα παιδιά του και τον ρόλο του ως πατέρα, και ότι έπαιζε μαζί τους «όπως ένας συνηθισμένος πατέρας», κάτι αντίθετο με την αποστασιοποιημένη γονεϊκή συμπεριφορά που ήταν συνηθισμένη στις βασιλικές οικογένειες εκείνη την εποχή.[26] Η σύζυγος του Ιακώβου ήταν αφοσιωμένη σε αυτόν και τον επηρέαζε σε πολλές από τις αποφάσεις του.[27] Πάραυτα, ο Ιάκωβος είχε μια ποικιλία ερωμένων, περιλαμβανομένης της Αραμπέλλα Τσώρτσιλ και της Κάθριν Σέντλεϋ, και είχε την φήμη ότι ήταν «ο πιο ασυγκράτητος ερωτύλος της εποχής του».[28] Με την Κάθριν Σέντλεϋ, ο Ιάκωβος Β΄, απέκτησε μια κόρη, την Κάθριν Ντάρνλεϋ (ονομάστηκε έτσι επειδή ο Ιάκωβος ήταν απόγονος του Χένρυ Στιούαρτ, Λόρδου Ντάρνλεϋ). Η Ανν Χάυντ πέθανε το 1671.

Στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την Παλινόρθωση, ο Ιάκωβος χρίστηκε Λόρδος Αρχιναύαρχος, ένα αξίωμα που είχε παρεπόμενα τα αξιώματα του Κυβερνήτη του Πόρτσμουθ και του Λόρδου Φύλακα των Πέντε Λιμένων.[29] Ο Ιάκωβος διοικούσε το Βασιλικό Ναυτικό κατά τον Δεύτερο (1665–67) και τον Τρίτο Αγγλοολλανδικό Πόλεμο (1672–74). Μετά την επιδρομή στο Μίντγουεϋ το 1667, ο Ιάκωβος ανέλαβε την εποπτεία και την οχύρωση της νότιας ακτής.[30] Το αξίωμα του Λόρδου Αρχιναύαρχου, συνδυασμένο με τα έσοδα του από το ταχυδρομείο και τα δασμολόγια του οίνου (δοσμένα σε αυτόν από τον Κάρολο με την παλινόρθωσή του) έδωσαν στον Ιάκωβο ένα αρκετό εισόδημα για να κρατά μια αξιόλογη δική του αυλή.[31]

Το 1664 ο Κάρολος παραχώρησε στον Ιάκωβο την περιοχή μεταξύ των ποταμών Ντέλαγουερ και Κοννέκτικατ, στη βόρειο Αμερική. Μετά την κατάληψή του από τους Άγγλους, το ολλανδικό έδαφος της Νέας Ολλανδίας και το κυριότερο λιμάνι του ονομάσθηκαν Επαρχία και πόλη της Νέας Υόρκης προς τιμήν του Ιακώβου. Μετά την ίδρυση της αποικίας, ο δούκας έδωσε μέρος της σε ιδιοκτήτες, στον Τζορτζ Κάρτρετ και στον Τζον, Λόρδο Μπέρκλεϋ. Το Οχυρό Όραντζ, 240 χιλιόμετρα βόρεια, στον Ποταμό Χάντσον, μετονομάσθηκε Ώλμπανυ από τον σκωτικό τίτλο του Ιακώβου.[24] Το 1683, έγινε ο κυβερνήτης της Εταιρεία του Κόλπου Χάντσον, αλλά δεν είχε ενεργό ρόλο στη διοίκησή της.[24] Ο Ιάκωβος ήταν επίσης επικεφαλής της Βασιλικής Αφρικανικής Εταιρείας, μιας εταιρείας εμπορίας σκλάβων.[32]

Τον Σεπτέμβριο 1666, ο αδελφός του Κάρολος τον έθεσε υπεύθυνο των πυροσβεστικών επιχειρήσεων κατά τη Μεγάλη Πυρκαγιά του Λονδίνου, εν απουσία δράσης από τον Δήμαρχο Τόμας Μπλάντγουορθ. Ενώ αυτό δεν ήταν καθ' εαυτό ένα πολιτικό αξίωμα, η δράση του και η ηγεσία του ήταν αξιοσημείωτες. «Ο Δούκας της Υόρκης έχει κερδίσει τις καρδιές των ανθρώπων με τους συνεχείς και ακαταπόνητους κόπους μέρα και νύχτα στη βοήθεια κατάσβεσης της Φωτιάς», έγραψε ένας μάρτυς σε ένα γράμμα στις 8 Σεπτεμβρίου.[33]

Μεταστροφή στον Καθολικισμό και δεύτερος γάμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Μαρία της Μόντενα, δεύτερη σύζυγος του Ιακώβου.

Η διαμονή του Ιακώβου στη Γαλλία τον είχε φέρει σε επαφή με τα δόγματα και το τυπικό του Καθολικισμού· αυτός και η σύζυγος του, Άννα, μεταστράφηκαν σε αυτό το δόγμα.[34] Ο Ιάκωβος έλαβε τη Θεία Ευχαριστία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας το 1668 ή το 1669, αν και η μεταστροφή του κρατήθηκε μυστική για λίγο καιρό και συνέχισε να συμμετέχει στις Αγγλικανικές λειτουργίες έως το 1676.[35] Παρά τη μεταστροφή του, ο Ιάκωβος συνέχισε να συναναστρέφεται κυρίως με Αγγλικανούς, περιλαμβανομένου του Τζον Τσώρτσιλ, Δούκα του Μάρλμπορω, και του Τζορτζ Λετζ, Βαρόνου Ντάρτμουθ, καθώς και Γάλλους Προτεστάντες, όπως ο Λουί ντε Ντυρά, Κόμης του Φέβερσαμ.[36]

Αυξανόμενοι φόβοι καθολικής επιρροής στην αυλή οδήγησαν το Αγγλικό Κοινοβούλιο να παρουσιάσει έναν νέο Test Act το 1673.[37] Με το νόμο αυτό, όλοι οι πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι έπρεπε να πάρουν όρκο ότι αρνούνταν το δόγμα της μετουσίωσης, αποκηρύσσοντας συγχρόνως συγκεκριμένες πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας ως «δεισιδαιμονικές και ειδωλολατρικές». Έπρεπε επίσης να λαμβάνουν την Ευχαριστία υπό την αιγίδα της Εκκλησίας της Αγγλίας.[38] Ο Ιάκωβος αρνήθηκε να κάνει κάτι από τα δύο και, αντίθετα, διάλεξε να εγκαταλείψει τη θέση του Λόρδου Αρχιναυάρχου. Η μεταστροφή του ήταν εκ του λόγου αυτού δημόσια γνωστή.[37]

Ο Κάρολος Β΄ αντιτέθηκε στη μεταστροφή, διατάσσοντας να ανατραφούν ως Προτεστάντισσες οι κόρες του Ιακώβου, Μαρία και Άννα.[39] Παρ' όλα αυτά, επέτρεψε στον Ιάκωβο να νυμφευθεί την καθολική Μαρία της Μόντενα, μια δεκαπεντάχρονη Ιταλίδα πριγκίπισσα.[40] Ο Ιάκωβος και η Μαρία παντρεύτηκαν δι' αντιπροσώπου σε μια καθολική τελετή στις 20 Σεπτεμβρίου 1673.[41] Στις 21 Noεμβρίου, η Μαρία έφθασε στην Αγγλία και ο Ναθάνιελ Κρου, Επίσκοπος της Οξφόρδης, τέλεσε μια σύντομη Αγγλικανική λειτουργία που αναγνώρισε σχεδόν τον Καθολικό γάμο.[42] Πολλοί Άγγλοι, δύσπιστοι απέναντι στον Καθολικισμό, θεώρησαν τη νέα Δούκισσα της Υόρκης ως πράκτορα του Πάπα.[43] Ο βασιλιάς ήταν γνωστός για την αφοσίωσή του. Κάποτε είπε, "Αν συνέβαινε τέτοια περίσταση, ελπίζω ο θεός να μου δώσει τη χάρη του να υποφέρω το θάνατο για την αληθινή Καθολική θρησκεία καθώς και αποπομπή από το παλάτι."[44]

Κρίση του Αποκλεισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1677, ο Ιάκωβος απρόθυμα συγκατατέθηκε στο γάμο της κόρης του Μαρίας με τον προτεστάντη Γουλιέλμο της Οράγγης (που ήταν επίσης ανιψιός του, γιος της αδελφής του Μαρίας). Ο Ιάκωβος συναίνεσε αφού είχαν ήδη συμφωνήσει ο αδελφός του Κάρολος και ο Γουλιέλμος για τον γάμο.[45] Παρά τον προτεσταντικό γάμο, οι φόβοι για έναν Καθολικό μονάρχη παρέμειναν, ενισχυόμενοι από την αποτυχία του Καρόλου Β΄ και της συζύγου του, Αικατερίνης της Μπραγκάνσα να κάνουν παιδιά. Ένας αποσχηματισμένος αγγλικανός κληρικός, ο Τάιτους Όουτς, μίλησε για μια «Παπική Συνωμοσία», που σκόπευε να σκοτώσει τον Κάρολο και να ανεβάσει στο θρόνο τον Ιάκωβο.[46] Η κατασκευασμένη συνωμοσία προκάλεσε ένα κύμα αντικαθολικής υστερίας που σάρωσε το έθνος.

Ο Τζέημς Σκοτ, Δούκας του Μόνμουθ, αναμείχθηκε σε συνωμοσίες εναντίον του θείου του, Ιακώβου.

Ο Κόμης του Σάφτσμπερυ, ένας πρώην κυβερνητικός υπουργός και από τους ηγέτες της αντικαθολικής παράταξης, προσπάθησε να αποκλείσει τον Ιάκωβο από τη γραμμή διαδοχής του αγγλικού θρόνου.[47] Μερικά μέλη του Κοινοβουλίου πρότειναν ακόμη το στέμμα να πάει στο νόθο γιο του Καρόλου, τον Τζέημς Σκοτ, Δούκα του Μόνμουθ.[48] Το 1679, προ του ενδεχομένου να ψηφιστεί η Χάρτα Αποκλεισμού (Exclusion Bill), ο Κάρολος Β΄ διέλυσε το Κοινοβούλιο.[49] Δύο ακόμη Κοινοβούλια εκλέχθηκαν το 1680 και το 1681, αλλά διαλύθηκαν για τον ίδιο λόγο.[50] Η Κρίση του Αποκλεισμού συνεισέφερε στην ανάπτυξη του Αγγλικού δικομματικού συστήματος: οι Ουίγοι ήταν αυτοί που υποστήριζαν τη Χάρτα, ενώ οι Τόρυ ήταν αυτοί που αντετίθεντο. Τελικά, η διαδοχή δε μεταβλήθηκε, αλλά ο Ιάκωβος πείσθηκε να παραιτηθεί από όλα τα σώματα άσκησης πολιτικής και να δεχθεί έναν μικρότερο ρόλο στην κυβέρνηση του αδελφού του.[51]

Με τις διαταγές του Βασιλιά, ο Ιάκωβος έφυγε για τις Βρυξέλλες.[52] Το 1680, διορίσθηκε Λόρδος Αρχιεπίτροπος της Σκωτίας και εγκαταστάθηκε στο Παλάτι του Χόλυρουντ στο Εδιμβούργο για να καταπνίξει μια εξέγερση και να επιβλέψει την βασιλική διακυβέρνηση.[53] Ο Ιάκωβος επέστρεψε στην Αγγλία σε μια περίοδο που ο Κάρολος ήταν άρρωστος και πιστευόταν ότι ήταν ετοιμοθάνατος.[54] Η υστερία των κατηγοριών, τελικά, εξασθένησε, αλλά οι σχέσεις του Ιακώβου με πολλούς στο Αγγλικό Κοινοβούλιο, περιλαμβανομένου του Τόμας Όσμπορν, Κόμη του Ντάνμπυ, ενός πρώην συμμάχου, εντάθηκαν αμετάκλητα και ένα συμπαγές τμήμα μελών του Κοινοβουλίου στράφηκε εναντίον του.[55]

Επιστροφή στην εύνοια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1683, αποκαλύφθηκε μια συνωμοσία που σκοπό είχε την δολοφονία του Κάρολου και του Ιάκωβου και την πρόκληση δημοκρατικής επανάστασης για να επανεγκαταστήσει μια διακυβέρνηση Κρομγουελιανής μορφής.[56] Αυτή η συνωμοσία, γνωστή ως η Rye House Plot, στράφηκε, τελικά, ενάντια στους συνωμότες και προκάλεσε ένα κύμα συμπάθειας για τον βασιλιά και τον Ιάκωβο.[57] Εμπλεκόμενοι ήταν πολλοί σημαντικοί Ουίγοι, μεταξύ των οποίων ο Άρθουρ Κάπελ, Κόμης του Έσσεξ, και ο νόθος γιος του Βασιλιά, ο Δούκας του Μόνμουθ.[56] Ο Μόνμουθ αρχικά ομολόγησε τη συμμετοχή στη συνωμοσία, ενοχοποιώντας τους άλλους συνωμότες, αλλά αργότερα ανακάλεσε.[56] Ο Έσσεξ αυτοκτόνησε και ο Μόνμουθ, μαζί με πολλούς άλλους, εξαναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί στην ηπειρωτική Ευρώπη.[58] Ο Κάρολος αντέδρασε στη συνωμοσία με αυξανόμενη καταπίεση των Ουίγων και των ακραίων Διαμαρτυρομένων.[56] Επωφελούμενος από την ανορθωθείσα δημοτικότητα του Ιακώβου, ο Κάρολος τον ανακάλεσε στο Ιδιαίτερο Συμβούλιο το 1684.[59] Ενώ μερικοί στο Αγγλικό Κοινοβούλιο παρέμειναν επιφυλακτικοί απέναντι στην πιθανότητα ενός Καθολικού βασιλιά, η απειλή του Αποκλεισμού του Ιάκωβου από το θρόνο είχε περάσει.

Άγαλμα του Ιακώβου Β΄ στην Πλατεία Τραφάλγκαρ, Λονδίνο.

Ο Κάρολος Β΄ πέθανε το 1685 αφού μεταστράφηκε στον Καθολικισμό στο νεκρικό του κρεβάτι.[60] Μη έχοντας νόμιμα παιδιά, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Ιάκωβος, που βασίλευσε στην Αγγλία και την Ιρλανδία ως Ιάκωβος Β΄, και στη Σκωτία ως Ιάκωβος Ζ΄. Αρχική υπήρξε μικρή μόνο αντίθεση στη διαδοχή, και υπήρχαν εκτενείς αναφορές δημόσιας ευαρέσκειας για την κανονική διαδοχή.[61] Ο Ιάκωβος ήθελε να γίνει γρήγορα η στέψη, και στέφθηκε στο Αββαείο του Ουέστμινστερ στις 23 Απριλίου 1685.[62] Το νέο Κοινοβούλιο που συνεδρίασε τον Μάϊο του 1685 ήταν αρχικά ευνοϊκό προς τον Ιάκωβο, και ο νέος βασιλιάς διαμήνυσε ότι ακόμη και οι περισσότεροι από τους πρώην υποστηρικτές του Αποκλεισμού του θα συγχωρούνταν αν συναινούσαν στην εξουσία του.[61] Οι περισσότεροι από του αξιωματούχους του Καρόλου διατηρήθηκαν στα αξιώματά τους, με εξαίρεση την προαγωγή των κουνιάδων του Ιακώβου, των Χένρυ Χάυντ, Κόμη του Κλάρεντον, και Λώρενς Χάυντ, Κόμη του Ρότσεστερ, και τον υποβιβασμό του Τζορτζ Σάβιλ, Μαρκησίου του Χάλιφαξ.[63] Το Κοινοβούλιο ενέκρινε μεγάλη βασιλική χορηγία, περιλαμβανομένων πολλών τελωνειακών δασμών.[64] Ο Ιάκωβος ως βασιλιάς εργαζόταν σκληρότερα από τον αδελφό του, αλλά ήταν λιγότερο πρόθυμος να συμβιβασθεί όταν οι σύμβουλοι του διαφωνούσαν.[65]

Λίγο μετά την ανάρρησή του, ο Ιάκωβος αντιμετώπισε μια εξέγερση στη νότια Αγγλία υπό τον ανιψιό του, Τζέημς Σκοτ, 1ο Δούκα του Μόνμουθ, και μια άλλη εξέγερση στη Σκωτία υπό τον Άρτσιμπαλντ Καμπελ, Κόμη του Αργκάυλ.[66] Οι Αργκάυλ και Μόνμουθ άρχισαν τις εκστρατείες τους από την Ολλανδία, όπου ο ανιψιός και γαμπρός του Ιακώβου, Γουλιέλμος της Οράγγης, έδειξε να αδιαφορεί για τις προσπάθειές τους.[67] Ο Άργκαϊλ έπλευσε στη Σκωτία και στρατολόγησε ανθρώπους της φάρας του, της κλαν των Κάμπελ.[68] Η εξέγερση καταπνίγηκε σύντομα, και ο Αργκάυλ αιχμαλωτίσθηκε στο Ίντσινναν στις 18 Ιουνίου 1685.[68] Έχοντας αφιχθεί με λιγότερους από 300 άνδρες και ανίκανος να πείσει περισσότερους να συνταχθούν κάτω από τη σημαία του, ο Αργκάυλ ουδέποτε υπήρξε σοβαρή απειλή για τον Ιάκωβο.[69] Ο Αργκάυλ οδηγήθηκε αιχμάλωτος στο Εδιμβούργο. Δεν διεξάχθηκε νέα δίκη επειδή ο Αργκάυλ είχε προηγουμένως δικαστεί και καταδικαστεί σε θάνατο. Ο Βασιλιάς επιβεβαίωσε την πρωτύτερη ποινή θανάτου και διέταξε να εκτελεστεί μέσα σε τρεις ημέρες μετά την έγκρισή του.

Η εξέγερση του Μόνμουθ συντονίστηκε με αυτή του Αργκάυλ, αλλά ο τελευταίος ήταν πιο επικίνδυνος για τον Ιάκωβο. Ο Μόνμουθ αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς στο Λάυμ Ρήτζις (Lyme Regis) στις 11 Ιουνίου.[70] Προσπάθησε να αυξήσει τις δυνάμεις του, αλλά δεν ήταν σε θέση να συγκεντρώσει αρκετούς αντάρτες για να νικήσει ακόμη και αυτόν τον μικρό στρατό του Ιακώβου.[71] Κατά την εξέγερση ο Μόνμουθ επιτέθηκε στις δυνάμεις του βασιλιά τη νύχτα, σε μια προσπάθεια αιφνιδιασμού, αλλά νικήθηκε στη μάχη του Sedgemoor.[71] Οι δυνάμεις του Βασιλιά, με επικεφαλής τους Φέβερσαμ και Τσώρτσιλ, διεσκόρπισαν γρήγορα τους κακώς προετοιμασμένους αντάρτες.[71] Ο ίδιος ο Μόνμουθ αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε στον Πύργο του Λονδίνου στις 15 Ιουλίου.[72] Οι δικαστές του Βασιλιά —και πιο συγκεκριμένα ο Βαρόνος Τζορτζ Τζέφρις— καταδίκασαν πολλούς από τους επαναστάτες σε εξορία και καταναγκαστικά έργα στις Δυτικές Ινδίες σε μια σειρά από δοκιμασίες που η κάθε μια είναι γνωστή ως Ματωμένη Ασσίζη.[73] Περίπου 250 από τους επαναστάτες εκτελέστηκαν.[72] Ο Τζέφρις φόβιζε τους μάρτυρες και τους ενόρκους, βρίζοντας τα θύματά του, χειροδικώντας πάνω τους και κρίνοντάς τους ενόχους πέραν κάθε αμφιβολίας, εκτός και εάν του είχε καταβληθεί ένα σημαντικό ποσό ως δωροδοκία.[74] Ο Ιάκωβος έκανε κάποια προσπάθεια να ελέγξει τη βαρβαρότητα, αλλά αργότερα έθεσε τον Τζέφρις στο σώμα ευπατριδών και τον έκανε Λόρδο Καγκελάριο (6 Σεπτεμβρίου 1686).[75] Ενώ αμφότερες οι εξεγέρσεις καταπνίγηκαν αρκετά εύκολα, σκλήρυναν την αποφασιστικότητα του Ιακώβου ενάντια στους εχθρούς του και αύξησαν την καχυποψία του προς τους Ολλανδούς.[76]

Απολυταρχισμός και θρησκευτική ελευθερία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για να προστατευτεί από περαιτέρω εξεγέρσεις, ο Ιάκωβος αναζήτησε ασφάλεια σε ένα ενισχυμένο μόνιμο στρατό.[77] Αυτό ενέβαλε σε ανησυχίες τους υπηκόους του, όχι μόνο λόγω των προβλημάτων που οι στρατιώτες προκαλούσαν στις πόλεις, αλλά επειδή ήταν εναντίον της Αγγλικής παράδοσης να υπάρχει επαγγελματικός στρατός σε καιρό ειρήνης.[78] Ακόμη πιο ανησυχητική για το Κοινοβούλιο ήταν η χρήση από τον Ιάκωβο του βασιλικού του προνομίου για να επιτρέψει σε Ρωμαιοκαθολικούς να διοικούν διάφορα συντάγματα χωρίς να πρέπει να πάρουν τον όρκο που επιβαλλόταν από την Πράξη Δοκιμασίας (Test Act).[77] Όταν ακόμη και το προηγουμένως ευνοϊκό Κοινοβούλιο αντιτάχθηκε σε αυτά τα μέτρα, ο Ιάκωβος ανάστειλε τις εργασίες του τον Νοέμβριο 1685, για να μη συγκληθεί ποτέ ξανά στη βασιλεία του.[79] Στην αρχή του 1686 βρέθηκαν δύο έγγραφα του Καρόλου Β΄, στα οποία διατυπώνονταν επιχειρήματα υπέρ του Καθολικισμού και εναντίον του Προτεσταντισμού. Ο Ιάκωβος δημοσίευσε αυτά τα έγγραφα με μια διακήρυξη υπογεγραμμένη από το χέρι του, όπου προκαλούσε τον Αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπερυ και την Αγγλικανική Επισκοπική Εκκλησία να αντικρούσει τα επιχειρήματα του Καρόλου: «Παρακαλώ για μια βάσιμη απάντηση, αντάξια κυρίων· και πιθανώς να έχει το αποτέλεσμα που τόσο πολύ θέλετε, να με προσελκύσετε στην εκκλησία σας». Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε να απαντήσει με αιτιολογία τον σεβασμό του για τον αποθανόντα μονάρχη.[80]

Ο Λώρενς Χάυντ, 1ος Κόμης του Ρότσεστερ, κάποτε ένας εκ των οπαδών του Ιακώβου, στράφηκε εναντίον του το 1688, μαζί με τους περισσότερους Αγγλικανούς.

Ο Ιάκωβος συνηγόρησε στην ανάκληση των ποινικών νόμων και στα τρία βασίλειά του, αλλά αρνήθηκε να επεκτείνει τα ευεργετήματα της ανάκλησης στους Dissenters (ακραίους Προτεστάντες) που δεν έκαναν σχετική αίτηση.[81]

Με τα λόγια του, ο Ιάκωβος εξέφραζε αγανάκτηση που κάποιοι είχαν την αναίδεια να υπερασπισθούν την ανάκληση των ποινικών νόμων εναντίον των Προτεσταντών.[82] Ο Ιάκωβος έστειλε ένα γράμμα στο Σκωτικό Κοινοβούλιο κατά την έναρξη των εργασιών του το 1685, διακηρύσσοντας την επιθυμία του για ποινικούς νόμους εναντίον των ανθισταμένων Πρεσβυτεριανών και θρηνούσε που δεν ήταν εκεί προσωπικά για να προωθήσει ένα τέτοιο νόμο. Εις απάντησιν, το Κοινοβούλιο πέρασε έναν Νόμο σύμφωνα με τον οποίο «οποιοσδήποτε παρευρίσκεται σε συγκέντρωση Διαμαρτυρομένων, είτε ως ιεροκήρυκας είτε ως ακροατής, σε κλειστό ή ανοικτό χώρο, θα τιμωρείται με θάνατο και δήμευση της περιουσίας του».[83] Τον Μάρτιο του 1686, ο Ιάκωβος έστειλε επιστολή στο Σκωτικό Ιδιαίτερο Συμβούλιο, υποστηρίζοντας την ανεκτικότητα προς τους Καθολικούς, αλλά και το ότι η δίωξη των Πρεσβυτεριανών έπρεπε να συνεχιστεί, καλώντας τους στο Λονδίνο, όταν αρνούνταν να συμμορφωθούν με την θέλησή του.[84] Οι σύμβουλοι του εξήγησαν ότι θα ανακούφιζαν τους Καθολικούς μόνο αν γινόταν κάτι αντίστοιχο και για τους Covenanters και αν ο Ιάκωβος υποσχόταν να μην προσπαθήσει οτιδήποτε θα έβλαπτε την Προτεσταντική θρησκεία. Ο Ιάκωβος συμφώνησε σε ένα βαθμό χαλάρωσης των μέτρων προς τους Πρεσβυτεριανούς αλλά η απόρριψη της πλήρους ανεκτικότητας που επιθυμούσε για τους Καθολικούς, τον έκανε να διακηρύξει ότι η Προτεσταντική θρησκεία ήταν λανθασμένη και δεν θα υποσχόταν να μην είναι άσχημα διατεθειμένος έναντι μιας λανθασμένης θρησκείας.[84]

Ο Ιάκωβος επέτρεψε σε Ρωμαιοκαθολικούς να καταλάβουν τα υψηλότερα αξιώματα των Βασιλείων, και δέχθηκε στην αυλή του, τον παπικό νούντσιο, Φερντινάντο ντ' Άντα, τον πρώτο αντιπρόσωπο της Ρώμης στο Λονδίνο από την βασιλεία της Μαρίας Α΄.[85] Ο Ιησουίτης εξομολογητής του Ιακώβου, ο Έντουαρντ Πητρ, ήταν αντικείμενο Προτεσταντικής οργής.[86] Όταν ένας υπουργός του Βασιλιά, ο Ρόμπερτ Σπένσερ, Κόμης του Σάντερλαντ, άρχισε να αντικαθιστά αξιωματούχους στην αυλή με Καθολικούς ευνοούμενους, ο Ιάκωβος άρχισε να χάνει την εμπιστοσύνη πολλών Αγγλικανών υποστηρικτών του. Η εκκαθάριση αυτή των αξιωματούχων από τον Σάντερλαντ επεκτάθηκε ακόμα και στους Αγγλικανούς επ' αδελφή γαμπρούς του βασιλιά και στους υποστηρικτές τους.[87] Οι Καθολικοί αποτελούσαν όχι περισσότερο από το ένα πεντηκοστό του Αγγλικού πληθυσμού.[88] Τον Μάϊο 1686, ο Ιάκωβος προσπάθησε να αποκτήσει από Αγγλικά δικαστήρια του εθιμικού δικαίου μια απόφαση η οποία θα ανέφερε ότι η εξουσία του να απαλλαγεί από Πράξεις του Κοινοβουλίου ήταν νόμιμη. Απέπεμψε δικαστές οι οποίοι διαφωνούσαν μαζί του σε αυτό το ζήτημα καθώς και τον ανώτατο δικαστικό αξιωματούχο (Solicitor General) Χήνιτζ Φιντς, Κόμη του Έυλσφορντ.[89] Η υπόθεση Γκόντεν εναντίον Χέυλς επιβεβαίωσε την παραπάνω εξουσία του, δεδομένου ότι ένδεκα από τους δώδεκα δικαστές ψήφισαν υπέρ αυτής.

Το 1687, ο Ιάκωβος εξέδωσε τη Διακήρυξη της Επιείκειας (Declaration of Indulgence), επίσης γνωστή ως Διακήρυξη για την Ελευθερία Συνείδησης (Declaration for Liberty of Conscience), στην οποία χρησιμοποίησε την προαναφερθείσα εξουσία του για να καταργήσει την ισχύ των νόμων που τιμωρούσαν τους Καθολικούς και τους Προτεστάντες Διαφωνούντες.[90] Προσπάθησε να κερδίσει υποστήριξη για την ανεκτική πολιτική του, μιλώντας σε περιοδεία στη Δυτική Αγγλία το καλοκαίρι του 1687. Στο Τσέστερ, είπε: «υποθέστε... ότι υπήρχε ένας νόμος που έλεγε ότι όλοι οι μαύροι πρέπει να φυλακισθούν, θα ήταν παράλογος και έχουμε τόσο λίγους λόγους για να φιλονικούμε με άλλους ανθρώπους λόγω διαφοράς στις θρησκευτικές πεποιθήσεις όσο και λόγω διαφοράς στο χρώμα.»[91] Την ίδια περίοδο, ο Ιάκωβος χορήγησε μερική ανεξιθρησκεία στη Σκωτία, χρησιμοποιώντας την απαλλακτική του εξουσία για να προσφέρει ελευθερία στους Καθολικούς και μερική ελευθερία στους Πρεσβυτεριανούς.[92]

Το 1688, ο Ιάκωβος διέταξε να αναγνωσθεί η Διακήρυξη της Επιείκειας από τους άμβωνες κάθε Αγγλικανικής εκκλησίας, αποξενώνοντας περαιτέρω τους Αγγλικανούς επισκόπους από τον Καθολικό κυβερνήτη της εκκλησίας τους.[93] Ενώ η Διακήρυξη απέφερε κάποιες ευχαριστίες από Καθολικούς και Διαφωνούντες, διέβρωσε τα προνόμια της Αγγλικανικής Εκκλησίας (Established Church), παραδοσιακού συμμάχου της μοναρχίας.[93] Ο Ιάκωβος προκάλεσε περαιτέρω αντίδραση, προσπαθώντας να μειώσει το Αγγλικανικό μονοπώλιο στην εκπαίδευση.[94] Στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο Ιάκωβος προσέβαλε τους Αγγλικανούς, επιτρέποντας στους Καθολικούς, να καταλάβουν σημαντικές θέσεις στο Christ Church College (Κράιστ Τσερτς) και University College, δύο από τα μεγαλύτερα της Οξφόρδης. Επίσης, προσπάθησε να αναγκάσει τους Προτεστάντες Εταίρους του Κολλεγίου Μώντλιν να εκλέξουν τον Άντονυ Φάρμερ, έναν άνδρα κακής φήμης, ο οποίος πιστευόταν, ότι ήταν κρυφός Καθολικός,[95] ως πρόεδρό τους όταν ο Προτεστάντης κάτοχος της θέσης πέθανε, παραβιάζοντας το δικαίωμα των Εταίρων να εκλέγουν έναν υποψήφιο δικής τους επιλογής.[94]

Το 1687 ο Ιάκωβος προετοιμάσθηκε να υπερπληρώσει το Κοινοβούλιο με τους υποστηρικτές του ώστε να ανακαλέσει την Test Act και τους ποινικούς νόμους. Ο Ιάκωβος πείσθηκε από διαβεβαιώσεις Διαφωνούντων ότι έχει την υποστήριξή τους και ότι, έτσι, μπορούσε να απαλλαγεί από την εξάρτησή του από τους Τόρυ και τους Αγγλικανούς. Ο Ιάκωβος θέσπισε μια μαζική εκκαθάριση των αξιωματούχων του στέμματος, οι οποίοι αντιδρούσαν στα σχέδιά του, διορίζοντας νέους λόρδους τοποτηρητές και, αναδιαρθρώνοντας τις δημοτικές αρχές και τις διοικήσεις των συντεχνιών.[96] Τον Οκτώβριο ο Ιάκωβος έδωσε διαταγή στους λόρδους τοποτηρητές των επαρχιών να απευθύνουν τρία συγκεκριμένα ερωτήματα προς όλα τα μέλη της Επιτροπής Ειρήνης: αν συναινούσαν στην ανάκληση του Test Act και των ποινικών νόμων· αν θα βοηθούσαν τους υποψηφίους που θα έκαναν αυτό· και αν θα δέχονταν την Διακήρυξη της Επιείκειας (Declaration of Indulgence). Κατά τους πρώτους τρεις μήνες του 1688, εκατοντάδες από όσους έδωσαν αρνητική απάντηση αποπέμφθηκαν.[97] Οι εκλεγμένες αρχές εκκαθαρίσtηκαν από πράκτορες με ευρείες διακριτικές εξουσίες σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί μια μόνιμη βασιλική εκλογική μηχανή.[98] Τελικά, στις 24 Αυγούστου 1688, ο Ιάκωβος διέταξε να εκδοθεί διάταγμα γενικών εκλογών.[99] Όμως, με την κυκλοφορία της είδησης, τον Οκτώβριο, ότι, ο Γουλιέλμος της Οράγγης, επρόκειτο να αποβιβασθεί στην Αγγλία, ο Ιάκωβος απέσυρε το διάταγμα και έγραψε στους λόρδους τοποτηρητές να ερευνήσουν κατηγορίες καταχρήσεων κατά τη διάρκεια των ρυθμίσεων και των εκλογικών προετοιμασιών, που αποτελούσαν, σύμφωνα με τα παραπάνω, μέρος των παραχωρήσεων που έκανε ο Ιάκωβος για να κερδίσει υποστήριξη.[100]

Ένδοξη Επανάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Ένδοξη Επανάσταση
Ο ανιψιός του Ιακώβου και γαμπρός του, Γουλιέλμος της Οράγγης, προσκλήθηκε να "σώσει την Προτεσταντική θρησκεία".

Τον Απρίλιο 1688, ο Ιάκωβος επανεξέδωσε την Διακήρυξη της Επιείκειας, διατάσσοντας τους Αγγλικανούς κληρικούς να την διαβάσουν στις εκκλησίες τους.[101] Όταν ο Αρχιεπίσκοπος του Κάντερμπερυ, Ουίλλιαμ Σάνκροφτ, και έξι άλλοι επίσκοποι (γνωστοί ως οι Επτά Επίσκοποι) υπέβαλαν μια αίτηση, ζητώντας την αναθεώρηση της θρησκευτικής πολιτικής του Βασιλιά, συνελήφθησαν και δικάσθηκαν για επαναστατικό λίβελο.[102] Η επαγρύπνηση της κοινής γνώμης αυξήθηκε όταν η Βασίλισσα Μαρία γέννησε έναν Καθολικό γιο και διάδοχο, τον Ιάκωβο Φραγκίσκο Εδουάρδο, στις 10 Ιουνίου του ίδιου έτους.[103] Όταν οι μόνοι πιθανοί διάδοχοι του Ιακώβου ήταν οι δύο Προτεστάντισσες κόρες του, οι Αγγλικανοί μπορούσαν να δουν τη φιλοκαθολική πολιτική του σαν ένα προσωρινό φαινόμενο· η γέννηση όμως του Πρίγκιπα και η προοπτική μιας μόνιμα Καθολικής δυναστείας, τους ανάγκασε να αλλάξουν στάση.[104] Απειλούμενοι από μια Καθολική δυναστεία, πολλοί Προτεστάντες, με επιρροή, ισχυρίσθηκαν ότι το παιδί ήταν επείσακτο και μπήκε λαθραία στην κρεβατοκάμαρα της Βασίλισσας σε ένα δοχείο θέρμανσης[105]. Είχαν ήδη έρθει σε διαπραγματεύσεις με τον Γουλιέλμο της Οράγγης, όταν έγινε γνωστό ότι η Βασίλισσα ήταν έγκυος, και η γέννηση του γιου του Ιακώβου ενίσχυσε την πεποίθηση τους.[106]

Στις 30 Ιουνίου 1688, μια ομάδα επτά Προτεσταντών ευγενών, αργότερα γνωστή ως οι Αθάνατοι Επτά, προσκάλεσε τον Πρίγκιπα της Οράγγης να έλθει στην Αγγλία με στρατό.[107] Κατά τον Σεπτέμβριο, είχε γίνει ξεκάθαρο ότι ο Γουλιέλμος σκόπευε να εισβάλει.[108] Πιστεύοντας πως ο στρατός του θα ήταν επαρκής, ο Ιάκωβος αρνήθηκε τη βοήθεια του Λουδοβίκου ΙΔ΄, φοβούμενος ότι οι Άγγλοι θα αντετίθεντο στη γαλλική επέμβαση.[108] Όταν ο Γουλιέλμος έφθασε στις 5 Noεμβρίου 1688, πολλοί Προτεστάντες αξιωματούχοι, περιλαμβανομένου του Τζον Τσώρτσιλ, αυτομόλησαν στον Γουλιέλμο, όπως έκανε και η κόρη του Ιακώβου, Άννα.[109] Ο Ιάκωβος έχασε την ψυχραιμία του και απέφυγε να επιτεθεί στον στρατό εισβολής, παρά την αριθμητική υπεροχή του στρατού του.[110] Στις 11 Δεκεμβρίου, ο Ιάκωβος προσπάθησε να διαφύγει στη Γαλλία, πετώντας τη Μεγάλη Σφραγίδα του Βασιλείου στον Τάμεση.[111] Αιχμαλωτίσθηκε στο Κεντ και αργότερα ελευθερώθηκε υπό Ολλανδική προστατευτική φρουρά. Μη θέλοντας να κάνει τον Ιάκωβο μάρτυρα, ο Πρίγκιπας της Οράγγης, τον άφησε να αποδράσει στις 23 Δεκεμβρίου.[111] Ο Ιάκωβος έγινε δεκτός από τον εξάδελφο και σύμμαχό του, Λουδοβίκο ΙΔ΄ της Γαλλίας, ο οποίος του προσέφερε ένα παλάτι και μια σύνταξη.

Ο Τζον Τσώρτσιλ, 1ος Δούκας του Μάρλμπορω, ήταν μέλος της βασιλικής ακολουθίας του Ιακώβου επί πολλά έτη, αλλά αυτομόλησε στον Γουλιέλμο της Οράγγης το 1688.

Ο Γουλιέλμος συγκάλεσε το (Συμβατικό Κοινοβούλιο) για να αποφασιστεί ο χειρισμός της φυγής του Ιάκωβου. Το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να τον εκθρονίσει, αλλά διακήρυξε ότι, ο Ιάκωβος, έχοντας διαφύγει στη Γαλλία κι έχοντας ρίξει τη Μεγάλη Σφραγίδα στον Τάμεση, είχε ουσιαστικά παραιτηθεί από τον θρόνο, και ότι έκτοτε ο θρόνος ήταν κενός.[112] Για να πληρωθεί το κενό, η κόρη του Ιακώβου, Μαρία, ανακηρύχθηκε βασίλισσα· θα κυβερνούσε από κοινού με τον σύζυγό της Γουλιέλμο, ο οποίος θα γινόταν βασιλιάς. Το Κοινοβούλιο της Σκωτίας στις 11 Απριλίου 1689, διακήρυξε ότι ο Ιάκωβος εξέπεσε του θρόνου.[113] Το Αγγλικό Κοινοβούλιο πέρασε τον Bill of Rights (Χάρτα των Δικαιωμάτων) που κατάγγελλε τον Ιάκωβο για κατάχρηση εξουσίας. Οι καταχρήσεις περιλάμβαναν την αναστολή των Test Acts, τη δίωξη των επτά επισκόπων για αιτήσεις τους απλώς προς τον Θρόνο, την εγκαθίδρυση μονίμου στρατού και την επιβολή βάναυσων τιμωριών.[114] Η Χάρτα επίσης κήρυσσε ότι πλέον, ουδείς Ρωμαιοκαθολικός επιτρεπόταν να αναρρηθεί στον Αγγλικό θρόνο, ούτε μπορούσε ένας Άγγλος μονάρχης να συνάψει γάμο με άτομο του Ρωμαιοκαθολικού δόγματος.[115]

Πόλεμος στην Ιρλανδία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τη βοήθεια των γαλλικών δυνάμεων, ο Ιάκωβος αποβιβάσθηκε στην Ιρλανδία τον Μάρτιο του 1689.[116] Το Ιρλανδικό Κοινοβούλιο δεν ακολούθησε το παράδειγμα του Αγγλικού Κοινοβουλίου· διακήρυξε ότι ο Ιάκωβος παρέμενε Βασιλιάς και πέρασε το Bill of attainder, ένα διάταγμα στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων αυτών που είχαν εξεγερθεί εναντίον του και περιλάμβανε δύο με τρεις χιλιάδες ονόματα.[117] Με την πίεση του Ιακώβου, το Ιρλανδικό Κοινοβούλιο πέρασε ένα Νόμο για την Ελευθερία της Συνείδησης που έδινε θρησκευτική ελευθερία σε όλους τους Καθολικούς και τους Προτεστάντες στην Ιρλανδία.[118] Ο Ιάκωβος προσπάθησε να φτιάξει ένα στρατό στην Ιρλανδία, αλλά ηττήθηκε, τελικά, στη Μάχη του Μπόυν, στις 1 Ιουλίου 1690, όταν έφθασε ο Γουλιέλμος, οδηγώντας προσωπικά ένα στρατό, για να νικήσει τον Ιάκωβο και να επιβάλει και πάλι την αγγλική κυριαρχία.[119] Ο Ιάκωβος έφυγε στη Γαλλία ακόμη μια φορά, αναχωρώντας από το Κίνσεϊλ, για να μην επιστρέψει ποτέ σε οποιοδήποτε από τα πρώην βασίλειά του.[119] Επειδή εγκατέλειψε τους Ιρλανδούς υποστηρικτές του, ο Ιάκωβος έγινε γνωστός στην Ιρλανδία ως Séamus an Chaca ή «Ιάκωβος ο Χέστης».[120]

Επιστροφή στην εξορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο πύργος του Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι, το σπίτι του Ιακώβου κατά την τελική του εξορία.

Στη Γαλλία, στον Ιάκωβο επιτράπηκε να ζήσει στον βασιλικό πύργο του Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι.[121] Η σύζυγος του Ιακώβου και μερικοί υποστηρικτές του, μεταξύ των οποίων ο Τζον Ντράμμοντ, Κόμης του Μέλφορτ, έφυγαν μαζί του· οι περισσότεροι, αλλά όχι όλοι, ήταν Καθολικοί.[122] Το 1692 γεννήθηκε το τελευταίο παιδί του Ιάκωβου, η Λουίζα Μαρία Θηρεσία.[123] Μερικοί υποστηρικτές στην Αγγλία προσπάθησαν να αποκαταστήσουν τον Ιάκωβο στο θρόνο, δολοφονώντας τον Γουλιέλμο Γ΄ το 1696, αλλά η συνωμοσία απέτυχε και ο αντίκτυπος έκανε την υπόθεση του Ιακώβου λιγότερο δημοφιλή.[124] Η προσφορά του Λουδοβίκου ΙΔ΄ να ενεργήσει ώστε να εκλεγεί ο Ιάκωβος τον ίδιο χρόνο Βασιλιάς της Πολωνίας απορρίφθηκε, από φόβο μήπως η αποδοχή του πολωνικού Στέμματος τον αποξένωνε, στη συνείδηση των Άγγλων, από τη δυνατότητα να είναι βασιλιάς της Αγγλίας. Μετά τη σύναψη ειρήνης του Λουδοβίκου, με τον Γουλιέλμο το 1697, έπαυσε ο πρώτος να προσφέρει πολλά προς βοήθεια του Ιακώβου.[125]

Κατά τα τελευταία του έτη, ο Ιάκωβος έζησε σε μια αυστηρή μετάνοια.[126] Έγραψε ένα υπόμνημα για τον γιο του, συμβουλεύοντάς τον πως να κυβερνήσει την Αγγλία, συγκεκριμενοποιώντας ότι οι Καθολικοί θα έπρεπε να έχουν έναν Υπουργό, έναν Επίτροπο του Θησαυροφυλακίου, τον Υπουργό Πολέμου, με την πλειοψηφία των αξιωματικών του στρατού.[127] Πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στις 16 Σεπτεμβρίου 1701 στο Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι.[128] Το σώμα του αποτέθηκε σε ένα φέρετρο στο Παρεκκλήσι του Αγίου Εδμόνδου στην Εκκλησία των Άγγλων Βενεδικτίνων στην Οδό Αγίου Ιακώβου (Rue St. Jacques) στο Παρίσι, και τον επικήδειο εξεφώνησε ο Ανρί-Εμμανουέλ ντε Ροκέτ.[128] Το 1734, τέθηκαν υπ' όψιν του Αρχιεπισκόπου του Παρισιού μαρτυρίες για την αγιοποίηση του Ιακώβου, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια.[128] Κατά την Γαλλική Επανάσταση, ο τάφος του Ιακώβου καταστράφηκε και τα λείψανά του χάθηκαν.[129] Την εποχή του θανάτου του, ήταν το τελευταίο επιζών τέκνο του Καρόλου Α΄ και της Ερριέττας Μαρίας.

Ο γιος του Ιακώβου, Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος, ήταν γνωστός ως "Ιάκωβος Γ΄ και Η΄" στους υποστηρικτές του, και ως "Ο Πρεσβύτερος Μνηστήρας" στους εχθρούς του.

Η νεότερη κόρη του Ιακώβου Άννα, ανέβηκε στο θρόνο όταν ο Γουλιέλμος πέθανε το 1702 (η Μαρία είχε πεθάνει το 1694 και το ζεύγος δεν είχε αποκτήσει παιδιά). Ο Νόμος της Διευθέτησης όριζε ότι, αν η γραμμή διαδοχής που εγκαθιδρύθηκε με την Χάρτα των Δικαιωμάτων διαταρασσόταν, τότε το στέμμα θα πήγαινε σε μια Γερμανίδα εξαδέλφη, την Σοφία του Αννοβέρου, και στους Προτεστάντες κληρονόμους της.[130] Η Σοφία ήταν δισέγγονη του Ιάκωβου Α΄, κόρη της μεγαλύτερης κόρης του, Ελισάβετ Στιούαρτ, αδελφής του Καρόλου Α΄. Έτσι, όταν η Άννα πέθανε το 1714 (λιγότερο από δύο μήνες μετά τον θάνατο της Σοφίας), το Στέμμα κληρονομήθηκε από τον Γεώργιο, γιο της Σοφίας, Εκλέκτορα του Ανόβερου και δεύτερο εξάδελφο της Άννας.[130]

Ο γιος του Ιακώβου Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος αναγνωρίσθηκε ως Βασιλιάς μετά τον θάνατο του πατέρα του από τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ της Γαλλίας και από τους εναπομείναντες υποστηρικτές του Ιακώβου (αργότερα γνωστούς ως Ιακωβίτες), ως «Ιάκωβος Γ΄ και Η΄».[131] Ηγήθηκε μιας εξέγερσης στη Σκωτία το 1715 αμέσως μετά την άνοδο του Γεωργίου Α΄, αλλά ηττήθηκε.[132] Οι Ιακωβίτες εξεγέρθηκαν πάλι το 1745 υπό την ηγεσία του Κάρολου Εδουάρδου Στιούαρτ, εγγονού του Ιακώβου Β΄, και πάλι ηττήθηκαν.[133] Από τότε δεν έγινε καμία σοβαρή προσπάθεια να παλινορθωθούν οι Στιούαρτ. Οι διεκδικήσεις του Καρόλου πέρασαν στον νεότερο αδελφό του Ερρίκο Βενέδικτο Στιούαρτ, τον Πρύτανη του Κολλεγίου των Καρδιναλίων, της Καθολικής Εκκλησίας.[134] Ο Ερρίκος ήταν ο τελευταίος από τους νόμιμους απογόνους του Ιακώβου, και κανένας συγγενής δεν έχει δημοσίως αναγνωρίσει την Ιακωβιτική διαδοχή από τον θάνατό του το 1807.[135]

Ο Τ. Μ. Μακώλεϋ έγραψε σύμφωνα με την παράδοση των Ουίγων.

Η ιστορική ανάλυση του Ιακώβου Β΄ έχει κάπως αναθεωρηθεί από τότε που οι Ουίγοι ιστορικοί, με επικεφαλής τον Λόρδο Μακώλεϋ, χαρακτήρισαν τον Ιάκωβο ως βάναυσο απολυταρχικό και τη βασιλεία του ως «τυραννία η οποία προσέγγιζε την παράνοια».[136] Μεταγενέστεροι ερευνητές, όπως ο Τζ. Μ. Τρεβέλυαν (μικρανιψιός του Μακώλεϋ) και ο Ντέηβιντ Ογκ, παρότι πιο ισορροπημένοι από τον Μακώλεϋ, χαρακτήριζαν, ακόμα, τον Ιάκωβο ως τύραννο: τις προσπάθειες του για θρησκευτική ανεκτικότητα ως απάτη και τη βασιλεία του ως εκτροπή της βρετανικής ιστορίας.[137] To 1892 ο Α. Γ. Ουώρντ έγραψε για το Λεξικό της Εθνικής Βιογραφίας: «ο Ιάκωβος ήταν προφανώς ένας πολιτικά και θρησκευτικά φανατισμένος, αν και ουδέποτε στερείτο μιας φλέβας πατριωτικού αισθήματος, η μετατροφή του στην εκκλησία της Ρώμης έκανε την χειραφέτηση των ομόδοξών του Καθολικών σε πρώτη φάση, και την ανάκτηση της Αγγλίας προς όφελος του Καθολικισμού σε δεύτερη, αντικειμενικούς σκοπούς της πολιτικής του».[138]

Ο Ιλλαίρ Μπελλόκ ήταν ένας αξιοσημείωτος απολογητής του Ιακώβου Β΄.

Ο Ιλλαίρ Μπελλόκ (ένας Ρωμαιοκαθολικός) έσπασε την παράδοση αυτή το 1928, χαρακτηρίζοντας τον Ιάκωβο ως έντιμο άνδρα και αληθινό υπεασπιστή της ελευθερίας, της συνείδησης και τους εχθρούς του «άνδρες στη μικρή κλίκα των μεγάλων περιουσιών... οι οποίοι κατέστρεψαν την αρχαία μοναρχία των Άγγλων».[139] Όμως, παρατήρησε ότι ο Ιάκωβος «κατέληξε στο ότι η Καθολική εκκλησία είναι η μόνη φωνή αυθεντίας στη Γη, και στο εξής... όχι μόνο αρνήθηκε σθεναρά να παραδοθεί αλλά ουκ ολίγες φορές προσδοκούσε τον μικρότερο συμβιβασμό ή, με μια λέξη, τροποποιούσε την εντύπωση που είχε δημιουργηθεί». Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ο Μώρις Άσλεϋ και ο Στούαρτ Πραλ άρχισαν να αναθεωρούν τα κίνητρα του Ιακώβου για την απόδοση θρησκευτικής ανεκτικότητας, συνυπολογίζοντας την αυταρχική διακυβέρνηση του Ιακώβου.[140][141]

Οι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν απομακρυνθεί από τη σχολή σκέψης η οποία κήρυσσε τη συνεχή πορεία προς την πρόοδο και τη δημοκρατία, με τον Άσλεϋ να υποστηρίζει ότι η «ιστορία είναι, τελικά, η ιστορία των ανθρώπινων υπάρξεων και ατόμων, καθώς και των τάξεων και των μαζών[142] Περιέγραψε τον Ιάκωβο Β΄ και τον Γουλιέλμο Γ΄ ως «άνδρες με ιδανικά καθώς και με ανθρώπινες αδυναμίες.»[142] Ο Τζον Μίλλερ, γράφοντας το 2000, αποδέχτηκε τους ισχυρισμούς περί απολυταρχίας του Ιακώβου, αλλά ισχυρίστηκε ότι «το κύριο μέλημά του ήταν να διασφαλίσει τη θρησκευτική ελευθερία και την πολιτική ισότητα για του Καθολικούς. Η κάθε «απολυταρχική μέθοδος... ήταν ουσιαστικά για το σκοπό αυτό».[143] Το 2004, ο Γ. Α. Σπεκ έγραψε στο νέο Λεξικό της Εθνικής Βιογραφίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ότι «ο Ιάκωβος είχε πράγματι δεσμευτεί για θρησκευτική ανοχή, αλλά επίσης επεδίωξε να αυξήσει τη δύναμη του στέμματος».[144] Προσέθεσε ότι, αντίθετα με την κυβέρνηση των Κάτω Χωρών, «ο Ιάκωβος ήταν πολύ απολυταρχικός για να συνδυάσει την ελευθερία της συνείδησης με τη δημοφιλή κυβέρνηση. Εκείνος αντιστάθηκε σε κάθε είδους έλεγχο στην εξουσία του μονάρχη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν έκανε με την καρδιά του τις παραχωρήσεις που έπρεπε να κάνει το 1688. Θα προτιμούσε να ζει στην εξορία με τις αρχές του ανέπαφες από το να συνεχίσει να βασιλεύει ως ένας περιορισμένος μονάρχης».[144]

Το 2009, ο Στίβεν Πίνκους ασχολήθηκε με αυτό το ακαδημαϊκό ζήτημα στο βιβλίο 1688: The First Modern Revolution. Ο Πίνκους ισχυρίζεται ότι η βασιλεία του Ιακώβου πρέπει να γίνει κατανοητή μέσα σε ένα πλαίσιο οικονομικής αλλαγής και Ευρωπαϊκής πολιτικής, και εξάγει δύο σημαντικά πορίσματα σχετικά με τον Ιάκωβο Β΄. Το πρώτο είναι ότι ο Ιάκωβος εσκεμμένα "ακολουθούσε τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ΄ της Γαλλίας, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια σύγχρονη Καθολική πολιτική οντότητα. Αυτό δεν περιελάμβανε μόνο την απόπειρα επιβολής του Καθολικισμού στην Αγγλία... αλλά επίσης τη δημιουργία ενός σύγχρονου, συγκεντρωτικού και εξαιρετικά γραφειοκρατικού κρατικού μηχανισμού."[145] Το δεύτερο πόρισμα είναι ότι ο Ιάκωβος εκθρονίστηκε το 1688 κατά πολύ λιγότερο λόγω μιας προτεσταντικής αντίδρασης στην καθολικοποίηση από ότι λόγω μιας εθνικής εχθρικής αντίδρασης στον επιβλητικό γραφειοκρατικό και φορολογικό μηχανισμό του, ο οποίος εκφράστηκε ως μαζική λαϊκή υποστήριξη προς τον Γουλιέλμο της Οράγγης και την ένοπλη εισβολή του στην Αγγλία. O Πίνκους παρουσιάζει τον Ιάκωβο ούτε ως αφελή ούτε ώς ανόητο ούτε ως εγωιστή. Αντίθετα, παρουσιάζεται στους αναγνώστες ως ένας ευφυής, στρατηγικά κινούμενος μονάρχης με διαυγή σκέψη του οποίου το όραμα ενός Γαλλικού αυταρχικού πολιτικού συστήματος και μιας αντίστοιχης συμμαχίας με τη Γαλλία συγκρούστηκε με εναλλακτικές απόψεις και ηττήθηκε· απόψεις που ευνοούσαν ένα επιχειρηματικό Ολλανδικό οικονομικό μοντέλο, που φοβούνταν την Γαλλική ισχύ και που εξοργίζονταν από τον αυταρχισμό του Ιακώβου.

Ο Σκοτ Σάουερμπι αντέκρουσε την άποψη του Πίνκους το 2013 στο έργο Making Toleration: The Repealers and the Glorious Revolution. Αναφέρει ότι οι φόροι στην Αγγλία παρέμειναν χαμηλοί στη βασιλεία του Ιάκωβου, αποτελώντας περίπου 4% του Αγγλικού εθνικού εισοδήματος, και συνεπώς ήταν απίθανο να μπορέσει ο Ιάκωβος να χτίσει ένα γραφειοκρατικό κράτος παρόμοιο με αυτό του Λουδοβίκου ΙΔ' στη Γαλλία, όπου οι φόροι ήταν τουλάχιστον διπλάσιοι ως ποσοστό του ΑΕΠ.[146] Ο Σάουερμπι επίσης ισχυρίζεται ότι η πολιτική θρησκευτικής ελευθερίας του Ιακώβου προσέλκυσε ουσιαστική υποστήριξη από θρησκευτικούς αντιφρονούντες, όπως οι Κουάκεροι, οι Βαπτιστές, οι Congregationalists και οι Πρεσβυτεριανοί, που έβλεπαν θετικά την προώθηση από τον βασιλιά μιας νέας "Μάγκνα Κάρτα για την ελευθερία συνείδησης".[147] Ο βασιλιάς ανατράπηκε, σύμφωνα με τον Σάουερμπι, σε μεγάλο βαθμό λόγω φόβων της αγγλικής και ολλανδικής ελίτ ότι ο Ιάκωβος θα μπορούσε να συμμαχήσει με τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ σε μια υποτιθέμενη "ιερή συμμαχία" με σκοπό να καταστρέψουν τον Προτεσταντισμό σε όλη τη βόρεια Ευρώπη.[148] Ο Σάουερμπι παρουσιάζει τη βασιλεία του Ιάκωβου ως μια διαπάλη ανάμεσα σε εκείνους που πίστευαν ότι ο βασιλιάς ήταν ειλικρινώς αφοσιωμένος στην ελευθερία της συνείδησης και εκείνους που ήταν σκεπτικοί ως προς το αν ο βασιλιάς πραγματικά ενστερνιζόταν την ανεκτικότητα και οι οποίοι πίστευαν ότι είχε μια κρυφή ατζέντα για την ανατροπή του Αγγλικού προτεσταντισμού.

Τίτλοι, προσφωνήσεις και εμβλήματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τίτλοι και προσφωνήσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σκωτική και Αγγλική Μοναρχία
Οίκος των Στιούαρτ
Ιάκωβος Β' και Ζ'
   Mαίρη Β'
   Άννα
   Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος Στιούαρτ
Εγγόνια
   Κάρολος Εδουάρδος Στιούαρτ
   Ερρίκος Βενέδικτος Στιούαρτ
Βασιλικές προσφωνήσεις του
Ιακώβου Β' της Αγγλίας
Προσφώνηση αναφοράςΜεγαλειότατος
Προφορική προσφώνησηΜεγαλειότατε
Εναλλακτική προσφώνησηΣερ
Βασιλικές προσφωνήσεις του
Ιάκωβος Ζ΄ της Σκωτίας
Προσφώνηση αναφοράςΗ Χάρη Του
Προφορική προσφώνησηΗ Χάρη Σας
Εναλλακτική προσφώνησηΣερ
  • 14 Οκτωβρίου 1633 – 27 Ιανουαρίου 1644: Δούκας της Υόρκης[149]
  • 27 Ιανουαρίου 1644 – 6 Φεβρουαρίου 1685: Ο Δούκας της Υόρκης[149]
  • 10 Μαΐου 1659 – 6 Φεβρουαρίου 1685: Ο Κόμης του Ώλστερ[149]
  • 31 Δεκεμβρίου 1660 – 6 Φεβρουαρίου 1685: Ο Δούκας του Ώλμπανυ
    • πριν τις 6 Φεβρουαρίου 1685: Αυτού Βασιλική Υψηλότητα[150]
  • 6 Φεβρουαρίου 1685 – 16 Σεπτεμβρίου 1701: Η Αυτού Μεγαλειότητα Ο Βασιλιάς

Η επίσημη προσφώνηση του Ιακώβου στην Αγγλία ήταν «Ιάκωβος ο Δεύτερος, με τη Χάρη του Θεού, Βασιλιάς της Αγγλίας, της Σκωτίας, της Γαλλίας και της Ιρλανδίας, Υπερασπιστής της Πίστης, κλπ.». Η διεκδίκηση προς τη Γαλλία ήταν μόνο ονομαστική, και συνεχιζόταν από κάθε Άγγλο Βασιλιά: από τον Εδουάρδο Γ΄ μέχρι τον Γεώργιο Γ΄, άσχετα από την έκταση Γαλλικού εδάφους που ελεγχόταν ουσιαστικά. Στη Σκωτία, ήταν ο «Ιάκωβος ο Έβδομος, με τη Χάρη του Θεού, Βασιλιάς της Σκωτίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιρλανδίας, Υπερασπιστής της Πίστης, κλπ.».[151]

Ο Ιάκωβος έγινε "Δούκας της Νορμανδίας" από τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ της Γαλλίας στις 31 Δεκεμβρίου 1660.[149]

To 1734 ο Αρχιεπίσκοπος των Παρισίων εκκίνησε τη διαδικασία αγιοποίησης του Ιακώβου, χρίζοντάς τον Υπηρέτη του Θεού στην Καθολική Εκκλησία.[152]

Τιμητικές διακρίσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την ανάρρησή του, ο θυρεός του Ιακώβου ήταν το εθνόσημο (το οποίο αργότερα κληρονόμησε), παραλλαγμένο με μία label Ερμίνας τριών σημείων .[153] Ο θυρεός του ως βασιλιά ήταν: Quarterly, I and IV Grandquarterly, Azure τρία fleurs-de-lis Or (for France) and Gules three lions passant guardant in pale Or (for England); II Or a lion rampant within a double tressure flory-counter-flory Gules (for Scotland); III Azure μια άρπα 'Η stringed Argent (for Ireland).

Απεικονίσεις στην τέχνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιάκωβος είναι ένας χαρακτήρας στο μυθιστόρημα Ο Άνθρωπος που Γελά του Βικτόρ Ουγκό. Τον ερμήνευσε ο Γιόζεφ Μόσερ στη βωβή Αυστριακή ταινία του 1921 Das grinsende Gesicht και ο Σαμ ντε Γκράσσε στη βωβή, επίσης, ταινία του 1928 Ο Άνθρωπος Που Γελά.

Απεικονίσθηκε ωστόσο από τον Γκιμπ ΜακΛόφλιν στη βωβή ταινία του 1926 Nell Gwynne, βασισμένη σε ένα μυθιστόρημα του Τζόζεφ Σίρινγκ, τον Λώρενς Άντερσον στην ταινία του 1934 Nell Gwyn, τον Βέρνον Στιλ στην ταινία του 1935 Captain Blood, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ραφαέλ Σαμπατίνι, τον Ντάγκλας Μάθιους στο δράμα του BBC TV του 1938 Thank You, Mr. Pepys, τον Χένρυ Όσκαρ στην ταινία του 1948 Bonnie Prince Charlie, τον Τζον Ουέστμπρουκ στην τηλεοπτική σειρά του BBC του 1969 The First Churchills, τον Γκάυ Χένρυ στην ταινία του 1995 England, My England, την ιστορία του συνθέτη Χένρυ Πέρσελ και τον Τσάρλι Κριντ-Μάιλς στη μίνι τηλεοπτική σειρά του BBC, το 2003, Charles II: The Power & the Passion.

Το ταραγμένο περιβάλλον της βασιλείας του Ιακώβου, η ανταρσία του Μόνμουθ, η Ένδοξη Επανάσταση, η παραίτηση του Ιακώβου και η επακόλουθη ανάρρηση του Γουλιέλμου της Οράγγης αποτελούν το θέμα του μυθιστορήματος του Νιλ Στίβενσον Quicksilver (2003).

Σκωτική και Αγγλική Μοναρχία
Οίκος των Στιούαρτ
Ιάκωβος Β' και Ζ'
   Mαίρη Β'
   Άννα
   Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος Στιούαρτ
Εγγόνια
   Κάρολος Εδουάρδος Στιούαρτ
   Ερρίκος Βενέδικτος Στιούαρτ
Όνομα Γέννηση Θάνατος Σημειώσεις
Από την Άννα Χάιντ
Κάρολος, Δούκας του Καίμπριτζ 22 Οκτωβρίου 1660 5 Μαΐου 1661  
Μαρία Β΄ 30 Απριλίου 1662 28 Δεκεμβρίου 1694 παντρεύθηκε το 1677, τον Γουλιέλμο Γ΄, Πρίγκιπα της Οράγγης· καθόλου απόγονοι
Τζέημς, Δούκας του Καίμπριτζ 12 Ιουλίου 1663 20 Ιουνίου 1667  
Άννα 6 Φεβρουαρίου 1665 1 Αυγούστου 1714 παντρεύθηκε το 1683, τον Πρίγκιπα Γεώργιο της Δανίας· όχι επιζώντες απόγονοι
Τσαρλς, Δούκας του Κένταλ 4 Ιουλίου 1666 22 Μαΐου 1667  
Έντγκαρ, Δούκας του Καίμπριτζ 14 Σεπτεμβρίου 1667 8 Ιουνίου 1671  
Ενριέττα 13 Ιανουαρίου 1669 15 Νοεμβρίου 1669  
Κάθριν 9 Φεβρουαρίου 1671 5 Δεκεμβρίου 1671  
Από την Μαρία της Μόντενα
Αικατερίνη Λώρα 10 Ιανουαρίου 1675 3 Οκτωβρίου 1676 πέθανε από σπασμούς.[154]
Ισαβέλλα της Υόρκης 28 Αυγούστου 1676 2 Μαρτίου 1681  
Κάρολος, Δούκας του Καίμπριτζ 7 Νοεμβρίου 1677 12 Δεκεμβρίου 1677 πέθανε από ευλογιά[155]
Ελισάβετ 1678 περ. 1678  
Καρλόττα Μαρία 16 Αυγούστου 1682 16 Οκτωβρίου 1682 πέθανε από σπασμούς[156]
Ιάκωβος, Πρίγκιπας της Ουαλίας Πρεσβύτερος Διεκδικητής 10 Ιουνίου 1688 1 Ιανουαρίου 1766 νυμφεύθηκε το 1719, την Μαρία Σομπιέσκι· απέκτησε απογόνους
Λουίζα Μαρία Θηρεσία 28 Ιουνίου 1692 20 Απριλίου 1712  
Από την Αραμπέλλα Τσώρτσιλ
Ενριέττα ΦίτζΤζεημς 1667 3 Απριλίου 1730 Παντρεύτηκε πρώτα τον Χένρυ Ουόλντεγκρεϊβ· απέκτησε επιγόνους. Παντρεύτηκε αργότερα τον Πιέρ Μπάτλερ, 3ος Κόμης Υποκόμης Γκάλμογι· χωρίς επιγόνους.
Τζέημς ΦίτζΤζεημς, 1ος Δούκας του Μπέργουικ 21 Αυγούστου 1670 12 Ιουνίου 1734
Χένρυ Φίτζ Τζεημς, 1ος Δούκας του Άλμπεμεϊρλ Αύγουστος, 1673 Δεκέμβριος, 1702
Αραμπέλλα ΦιτζΤζέημς 1674 7 Νοεμβρίου 1704 Έγινε μοναχή.
Από την Κάθριν Σέντλεϋ
Κάθριν Ντάρνλεϊ περ. 1681 13 Μαρτίου 1743 υποτιθέμενη κόρη. Παντρεύθηκε πρώτα, τον Τζέημς Άννσλεϊ, 3ος Κόμης του Άνγκλσεϋ και απέκτησε απογόνους,
παντρέυθηκε δεύτερη φορά, τον Τζον Σέφφιλντ, 1ος Δούκας του Μπάκιγχαμ και Νόρμανμπυ και απέκτησε απογόνους.
Τζέημς Ντάρνλεϊ 1684 1685
  1. An assertion found in many sources that James died on 6 September 1701 (17 September 1701 New Style) may result from a calculation done by an author of anonymous "An Exact Account of the Sickness and Death of the Late King James II, as also of the Proceedings at St. Germains thereupon, 1701, in a letter from an English gentleman in France to his friend in London".[1] The account reads: "And on Friday the 17th instant, about three in the afternoon, the king died, the day he always fasted in memory of our blessed Saviour's passion, the day he ever desired to die on, and the ninth hour, according to the Jewish account, when our Saviour was crucified." As 17 September 1701 New Style falls on a Saturday and the author insists that James died on Friday, "the day he ever desired to die on", so the author may have miscalculated the date, which later made it to various reference works.[2]
  1. Somers, John. Tracts. XI 1809–1815. σελίδες 339–342. 
  2. Browning, Andrew, επιμ. (2001). English Historical Documents 1660–1714. Routledge. σελίδες 136–138. 
  3. Ένας ισχυρισμός που βρίσκεται σε πολλές πηγές, ότι ο Ιάκωβος Β΄ πέθανε στις 6 Σεπτεμβρίου 1701 (17 Σεπτεμβρίου 1701 σύμφωνα με το (Νέο Ημερολόγιο) μπορεί να προέρχεται από ένα λάθος υπολογισμού του ανώνυμου συγγραφέα του "An Exact Account of the Sickness and Death of the Late King James II, as also of the Proceedings at St. Germains thereupon, 1701, in a letter from an English gentleman in France to his friend in London" (Somers Tracts, ed. 1809–1815, XI, pp. 339–342) όπου αναφέρεται ότι: "Και την Παρασκευή της 17ης τρέχοντος, περίπου στις τρεις το απόγευμα, ο βασιλιάς πέθανε, την ημέρα που πάντα νήστευε στη μνήμη του πάθους του ευλογημένου Σωτήρα μας, την ημέρα που πάντα απολάμβανε να πεθάνει, και την ένατη Εβραϊκή ώρα, όταν ο Σωτήρας μας σταυρώθηκε." Καθώς η 17η Σεπτεμβρίου 1701 του Γρηγοριανού Ημερολογίου ήταν Σάββατο και ο συγγραφέας επιμένει ότι ο Ιάκωβος πέθανε Παρασκευή, "την ημέρα που πάντα ήθελε να πεθάνει", ένα αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι ότι ο συγγραφέας έκανε λάθος στην ημερομηνία, που αργότερα υιοθετήθηκε από διάφορες πηγές. Βλέπε "English Historical Documents 1660–1714", ed. by Andrew Browning (London and New York: Routledge, 2001), 136–138.
  4. No. 2009. 16 February 1684, σελ. 1. https://www.thegazette.co.uk/London/issue/2009/page/1 
  5. Το Κοινοβούλιο της Σκωτίας θεώρησε ότι ο Ιάκωβος είχε παραιτηθεί στις 11 Δεκεμβρίου 1688 και έτσι στις 11 Απριλίου 1689 τον κήρυξε έκπτωτο.
  6. Miller, 1
  7. 7,0 7,1 Callow, 31
  8. Callow, 34
  9. Miller, 10; Callow, 101
  10. Callow, 36
  11. Callow, 42; Miller, 3
  12. Callow, 45
  13. Callow, 48–50
  14. 14,0 14,1 Royle, 517
  15. 15,0 15,1 Miller, 16–17
  16. Miller, 19–20
  17. Miller, 19–25
  18. Miller, 22–23
  19. Miller, 24
  20. Miller, 25
  21. Callow, 89
  22. Callow, 90
  23. Miller, 44
  24. 24,0 24,1 24,2 24,3 24,4 Miller, 44–5.
  25. Waller, 49–50
  26. Miller, 46.
  27. Miller, 45–46.
  28. Miller, 46. Ο Σάμιουελ Πέπυς έγραψε στο ημερολόγιό του ότι ο Ιάκωβος "καλοκοίταζε την γυναίκα μου". Αυτόθι. Το γούστο του Ιάκωβου στις γυναίκες ήταν συχνά περίεργο. Ο Τζίλμπερτ Μπάρνετ έκανε την περίφημη παρατήρηση ότι οι ερωμένες του Ιάκωβου πρέπει "να του είχαν δοθεί από τους ιερείς ως επιτίμιο". Miller, 59.
  29. Callow, 101.
  30. Callow, 104.
  31. Miller, 42.
  32. Miller, 43–4.
  33. quoted by Adrian Tinniswood (2003). 80. By Permission of Heaven: The Story of the Great Fire of London. London: Jonathan Cape.
  34. Miller, 58–59; Callow, 144–145. Ο Κάλοου γράφει ότι η Άννα "άσκησε την μεγαλύτερη επίδραση στις αντιλήψεις του" και ότι αυτή μεταστράφηκε λίγο μετά την Παλινόρθωση "σχεδόν σίγουρα πριν από τον σύζυγό της". Ibid., 144.
  35. Callow, 143–144; Waller, 135
  36. Callow, 149
  37. 37,0 37,1 Miller, 69–71
  38. Kenyon, 385
  39. Waller, 92
  40. Waller, 16–17
  41. Miller, 73
  42. Turner, 110–111
  43. Waller, 30–31
  44. Miller, 99
  45. Miller, 84; Waller, 94–97. Σύμφωνα με τον Τέρνερ, η αντίδραση του Ιάκωβου στην συμφωνία αυτή ήταν : "Πρέπει να υπακούει κανείς στον βασιλιά και θα χαιρόμουν αν όλοι οι υπήκοοί του μάθαιναν από μένα να τον υπακούουν". Turner, 132.
  46. Miller, 87
  47. Miller, 99–105
  48. Harris, 74
  49. Miller, 93–95
  50. Miller, 103–104
  51. Miller, 90
  52. Miller, 87–91
  53. Miller, 95
  54. Miller, 98–99
  55. Miller, 89; Callow, 180–183
  56. 56,0 56,1 56,2 56,3 Miller, 115–116
  57. Miller, 116; Waller, 142–143
  58. Miller, 116–117
  59. Miller, 117
  60. Miller, 118–119
  61. 61,0 61,1 Miller, 120–121
  62. Harris, 45. Ο Ιάκωβος στέφθηκε βασιλιάς της Αγγλίας και της Ιρλανδίας μόνο · δεν στέφθηκε ποτέ στη Σκωτία, αλλά ανακηρύχθηκε Βασιλιάς της Σκωτίας περίπου την ίδια περίοδο.
  63. Miller, 121
  64. Harris, 44–45
  65. Miller, 123
  66. Miller, 140–143; Harris, 73–86
  67. Miller, 139–140
  68. 68,0 68,1 Harris, 75–76
  69. Harris, 76
  70. Harris, 82–85
  71. 71,0 71,1 71,2 Miller, 141
  72. 72,0 72,1 Harris, 88
  73. Miller, 141–142
  74. Will Durant, 290
  75. Durant, 290
  76. Miller, 142
  77. 77,0 77,1 Miller, 142–143
  78. Harris, 95–100
  79. Miller, 146–147
  80. Macaulay, 349-50.
  81. Macaulay, 242; Harris, 480-481.
  82. Macaulay, 242
  83. Macaulay, 242; Harris, 70
  84. 84,0 84,1 Macaulay, 385-86; Turner, 373
  85. Miller 142; Macaulay, 445
  86. Harris, 195–196
  87. Miller, 150–152
  88. Macaulay, 444.
  89. Macaulay, 368.
  90. Kenyon, 389–391
  91. Sowerby, 32
  92. Macaulay, 429; Harris, 480-82
  93. 93,0 93,1 Harris, 216–224
  94. 94,0 94,1 Harris, 224–229
  95. Η ακριβής θρησκευτική πεποίθηση του Φάρμερ είναι ασαφής. Ο Μακόλεϋ αναφέρει ότι ο Φάρμερ "υποκρινόταν ότι έγινε Παπιστής". Ο Πραλ, στο 148, τον αποκαλεί "φιλικό προς τους Καθολικούς". Ο Μίλλερ, στο 170, αναφέρει ότι "αν και δεν είχε αυτοκηρυχθεί Καθολικός, πιστευόταν ότι δεν ήταν πλέον Αγγλικανός." Ο Άσλεϋ, στο 89, δεν αναφέρει τον Φάρμερ ονομαστικά, αλλά μόνο ως τον Καθολικό υποψήφιο του Βασιλιά. Όλες οι πηγές συμφωνούν ότι η κακή φήμη του Φάρμερ ως "προσώπου σκανδαλώδους χαρακτήρα" ήταν τόσο προληπτικές για την υποψηφιότητα του όσο οι αβέβαιες θρησκευτικές του πεποιθήσεις. See, e.g., Prall, 148.
  96. Jones, 132.
  97. Jones, 132-33.
  98. Jones, 146.
  99. Jones, 150.
  100. Jones, 159.
  101. Harris, 258–259
  102. Harris, 260–262; Prall, 312
  103. Miller 186–187; Harris, 269–272
  104. Harris, 271–272; Ashley, 110–111
  105. Gregg, Edward. Queen Anne. Yale University Press (2001), 58.
  106. Waller, 43–46; Miller, 186–187
  107. Ashley, 201–202
  108. 108,0 108,1 Miller, 190–196
  109. Waller, 236–239.
  110. Miller, 201–203
  111. 111,0 111,1 Miller, 205–209
  112. Miller, 209. Harris, 320–328, ανάλυση της νομικής φύσης της παραίτησης. Ο Ιάκωβος δεν συμφώνησε ότι είχε παραιτηθεί.
  113. Devine, 3; Harris, 402–407
  114. Ashley, 206–209; Harris, 329–348
  115. Harris, 349–350
  116. Miller, 222–224
  117. Miller, 226–227
  118. Harris, 440
  119. 119,0 119,1 Harris, 446–449
  120. Szechi, Daniel (1994). The Jacobites, Britain and Europe, 1688-1788. 48: Manchester University Press. ISBN 0719037743. 
  121. Miller, 235
  122. Miller, 235–236
  123. SCOTTISH ROYAL LINEAGE - THE HOUSE OF STUART Part 4 of 6 online at burkes-peerage.net (accessed 9 February 2008)
  124. Miller, 238; Waller, 350
  125. Miller, 239
  126. Miller, 234–236
  127. Macaulay, 445
  128. 128,0 128,1 128,2 Miller, 240
  129. Miller, 240; Waller, 401; MacLeod, 349. Οι MacLeod και Waller λένε ότι ότι όλα τα λείψανα χάθηκαν. Ο McFerran λέει ότι μερός των σπλάχνων του στάλθηκε στην ενοριακή εκκλησία του Σαιν Ζερμαίν αν Λαι όπου ξαναβρέθηκαν το 1824 και ότι είναι τα μόνα γνωστά λείψανα που απέμειναν. The English Illustrated Magazines article on St. Germain from September 1901 concurs.
  130. 130,0 130,1 Harris, 493
  131. MacLeod, 349
  132. MacLeod 361–363
  133. MacLeod, 365–371
  134. MacLeod, 371–372
  135. MacLeod, 373–374
  136. Macaulay, 239
  137. Βλ. Prall, vii–xv, για πιο αναλυτική ιστοριογραφία.
  138. «James II of England». Dictionary of National Biography. London: Smith, Elder & Co. 1885–1900. http://en.wikisource.org/wiki/James_II_of_England_(DNB00). 
  139. Belloc, vii
  140. Ashley, 196–198
  141. Prall, 291–293
  142. 142,0 142,1 Ashley, 9
  143. Miller, ix
  144. 144,0 144,1 W. A. Speck (Σεπτέμβριος 2004). Oxford Dictionary of National Biography: James II and VII (1633–1701) (Μάΐος 2006, online έκδοση). Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2007. ...[Εκείνος] επιθυμούσε όλοι οι υπήκοοί του να πειστούν ότι η Καθολική εκκλησία ήταν η μόνη αληθινή εκκλησία. Επίσης είχε την πεποίθηση ότι η εγκαθιδρυμένη εκκλησία διατηρείτο τεχνητά από ποινικούς νόμους οι οποίοι καταδίκαζαν τον νονκομφορμισμό. Αν ανακαλούνταν, και οι μεταστροφές στον Καθολικισμό ενθαρρύνονταν, τότε θα ήταν πολυάριθμοι. Στην πράξη η αισιοδοξία του ήταν ανεδαφική, καθώς λίγοι μεταστράφηκαν. Ο Ιάκωβος υποτίμησε την αποδοχή του προτεσταντισμού γενικά και της Εκκλησίας της Αγγλίας ειδικότερα. His was the zeal and even bigotry of a narrow-minded convert... 
  145. Pincus, 475
  146. Sowerby (2013), σελίδες 51–53.
  147. Sowerby (2013), σελίδες 43–44.
  148. Sowerby (2013), σελίδες 227–239.
  149. 149,0 149,1 149,2 149,3 149,4 Weir, Alison (1996). 258. Britain's Royal Families: The Complete Genealogy. Revised Edition. Random House, London. ISBN 0-7126-7448-9.
  150. No. 1693. 6 February 1681. https://www.thegazette.co.uk/London/issue/1693/page/ ;
    No. 1728. 8 June 1682. https://www.thegazette.co.uk/London/issue/1728/page/ ;
    No. 1849. 6 August 1683. https://www.thegazette.co.uk/London/issue/1849/page/ 
  151. No. 2009. 16 February 1684. https://www.thegazette.co.uk/London/issue/2009/page/ 
  152. Coulombe, Charles (5 Μαρτίου 2019). «The forgotten canonisation Cause of King James II». Catholic Herald. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουνίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2019. 
  153. Velde, Francois R. «Marks of cadency in the British royal family». Heraldica. 
  154. Stuart, Catherine Laura[νεκρός σύνδεσμος]
  155. Stuart, Charles of Cambridge, Duke of Cambridge[νεκρός σύνδεσμος]
  156. Stuart, Charlotte Maria[νεκρός σύνδεσμος]
  • Ashley, Maurice, The Glorious Revolution of 1688, Charles Scribner's Sons, New York, 1966. ISBN 0-340-00896-2.
  • Hilaire Belloc, James the Second, J.B. Lippincott Co, Philadelphia 1928, popular; Catholic perspective
  • Callow, John, The Making of King James II: The Formative Years of a King, Sutton Publishing, Ltd, Thrupp, Stroud, Gloucestershire, 2000. ISBN 0-7509-2398-9.
  • Clarke, James S. (Editor), The Life of James II, London, 1816
  • Dekrey, Gary S. "Between Revolutions: Re-appraising the Restoration in Britain," History Compass 2008 6(3): 738-773,
  • Tom Devine, The Scottish Nation 1700-2007, Penguin Books, London, 2006. ISBN 0-14-102769-X
  • Glassey, Lionel, ed. The Reigns of Charles II and James VII and II (1997)
  • Goodlad, Graham. " Before the Glorious Revolution: The Making of Absolute Monarchy?," History Review. Issue: 58; 2007. pp 10+. Examines the Controversies Surrounding the Development of Royal Power under Charles II and James II. in Questia Αρχειοθετήθηκε 2011-08-12 στο Wayback Machine.
  • Henry Hallam, The Constitutional History of England from the Accession of Henry VII to the Death of George II, W. Clowes & Sons, London, 1855.
  • Harris, Tim, Revolution: The Great Crisis of the British Monarchy, 1685–1720, Penguin Books, Ltd., 2006. ISBN 0-7139-9759-1.
  • "James II," Encyclopædia Britannica, 11th ed. London, 1911: Cambridge University Press.
  • John Phillipps Kenyon, The Stuart Constitution 1603–1688, Documents and Commentary, 2d ed., Cambridge University Press, Cambridge 1986. ISBN 0-521-31327-9.
  • MacLeod, John, Dynasty, the Stuarts, 1560–1807, Hodder and Stoughton, London 1999. ISBN 0-340-70767-4.
  • Macaulay, Thomas Babington, The History of England from the Accession of James the Second. Popular Edition in Two Volumes. Longmans, London 1889.
  • Miller, John. James II (3rd ed. 2000) excerpt and text search, Miller sees James as more interested in his own survival and tolerance for Catholics and suggests he did not have a grand plan to Catholicize England
  • Miller, John. The Stuarts (2004), 320pp; standard scholarly survey
  • Miller, John. The Glorious Revolution, (2nd ed. 1997) excerpt and text search
  • McFerran, Noel S. (2003). "James II and VII."
  • Mullett, M. James II and English Politics 1678-1688 (1993) excerpt and text search
  • Pincus, Steve. 1688: The First Modern Revolution (2009) excerpt and text search, influential new interpretation
  • Prall, Stuart, The Bloodless Revolution: England, 1688, Anchor Books, Garden City, New York 1972.
  • Royle, Trevor, The British Civil Wars: The Wars of the Three Kingdoms, 1638–1660, Little, Brown, 2004. ISBN 0-312-29293-7.
  • Sowerby, Scott, "Of Different Complexions: Religious Diversity and National Identity in James II's Toleration Campaign," English Historical Review, vol. 124 (2009), pp. 29-52.
  • Speck, W.A. James II (2002), argues James did not seek to impose Catholicism, but his ambitions went far beyond equal treatment for Catholics.
  • Turner, Francis C., James II, Eyre and Spottiswoode, London, 1948
  • Waller, Maureen, Ungrateful Daughters: The Stuart Princesses who Stole Their Father's Crown, Hodder & Stoughton, London, 2002. ISBN 0-312-30711-X.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ιάκωβος Β΄ της Αγγλίας
Γέννηση: 14 Οκτωβρίου 1633 Θάνατος: 16 Σεπτεμβρίου 1701
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Κάρολος Β΄
Βασιλιάς της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας
1685–1688
Κενό
Τελευταίος που έφερε τον τίτλο ήταν
Γουλιέλμος Γ΄/Β΄ και Μαίρη Β΄
Επίτιμοι τίτλοι
Προκάτοχος
Ο Κόμης του Ουίντσιλσι
Λόρδος Φύλακας των Πέντε Λιμένων
1660–1673
Διάδοχος
Τζον Μπομόν
Πολιτικά αξιώματα
Κενό Λόρδος Αρχιναύαρχος
1660–1673
Διάδοχος
Κάρολος Β΄
Προκάτοχος
Ο Δούκας του Λέννοξ
Λόρδος Αρχιναύαρχος της Σκωτίας
1673–1701
Διάδοχος
Ο Δούκας του Ρίτσμοντ
Προκάτοχος
Ο Δούκας του Λόντερντεϊλ
Λόρδος Αρχιεπίτροπος στο Κοινοβούλιο της Σκωτίας
1680–1685
Διάδοχος
Ο Δούκας του Κουήνσμπερρυ
Προκάτοχος
Κάρολος Β΄
Λόρδος Αρχιναύαρχος
1685–1688
Διάδοχος
Γουλιέλμος Γ΄
Τίτλοι σε διεκδίκηση
Απώλεια τίτλου
Εκθρονίσθηκε στην Ένδοξη Επανάσταση
— ΚΑΤ' ΟΝΟΜΑ —
Βασιλιάς της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας
1688–1701
Διάδοχος
Ιάκωβος Φραγκίσκος Εδουάρδος Στιούαρτ
ως "Ιάκωβος Γ΄ "