Νι
Το γράμμα νυ (απλοποιημένη γραφή: νι, κεφαλαίο: Ν, πεζό: ν) είναι το δέκατο τρίτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Στα νέα ελληνικά αντιστοιχεί, είτε ως μονό είτε ως διπλό γράμμα, με το έρρινο φατνιακό σύμφωνο /n/ που πραγματώνεται είτε με τον αντίστοιχο φθόγγο [n] είτε ως ουρανικό [ɲ] έναντι εμπρόσθιων φωνηέντων σε ορισμένες περιπτώσεις ουρανικοποίησης της νέας ελληνικής (π.χ. νιάτα).[1] Πέραν τούτου, η ουρανική πραγμάτωση έναντι του ουρανικού φωνήεντος /i/ είναι ίδιον πολλών διαλέκτων και λαλιών της ελληνικής.[2] Συμμετέχει επίσης στο δίγραφο <ντ> που αντιστοιχεί με το ηχηρό οδοντικό κλειστό φώνημα /d/ και φθόγγο.[1] Προήλθε από το φοινικικό γράμμα νουν, που στα φοινικικά σήμαινε ψάρι[3] και αποτέλεσε βάση για το αντίστοιχο γράφημα των λατινικών και κυριλικών αλφαβήτων.
Στο ελληνικό σύστημα αρίθμησης έχει αριθμητική αξία ν´ = 50.
Ως σύμβολο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]το κεφαλαίο "N" συμβολίζει:
- τους νέους οδηγούς
- τον Nότο
Το πεζό "ν" χρησιμοποιείται για να συμβολίζει:
- το νετρίνο στην φυσική στοιχειωδών σωματιδίων.
- την συχνότητα ενός κύματος στην φυσική.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Μποτίνης, Α. (2011): Φωνητική της ελληνικής. ISEL. σελ. 111.
- ↑ Pappas, P. (2006): «Stereotypes and /n/ variation in Patra, Greece» στο Hinskens, F.: Language Variation – European Perspectives: Selected papers from the Third International Conference on Language Variation in Europe (ICLaVE 3), Amsterdam, June 2005. John Benjamins.
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γ. (2005): Λεξικό της Νέας Ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. s.v. «Ν».
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Λεξιλογικός ορισμός του νι στο Βικιλεξικό
- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Nu (letter) στο Wikimedia Commons