Μετάβαση στο περιεχόμενο

Καφάνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καφάνα στο χωριό Μπόρατς, Σουμαντίγια, Σερβία.

Οι όροι καφάνα (στα βοσνιακάμαυροβουνιακά και σέρβικα προφέρεται kafǎna), καφεάνα (σλαβομακεδονικά: кафеана‎‎), καβάνα (στα κροατικά [kaʋǎna]) είναι όροι που χρησιμοποιούνται στις περισσότερες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας για ένα χαρακτηριστικό τοπικό μπιστρό, το οποίο σερβίρει κατά κύριο λόγο οινοπνευματώδη ποτά και καφέ, και συχνά επίσης ελαφριά σνακ («μεζέδες») και άλλα τρόφιμα. Τα περισσότερα έχουν και ζωντανή μουσική παράσταση.

Πρόκειται για τα αντίστοιχα των ελληνικών καφενείων.

Η έννοια ενός τόπου κοινωνικής συνάθροισης ανδρών για αλκοόλ και καφέ προέρχεται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και εξαπλώθηκε στη Νοτιοανατολική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.

Η λέξη προέρχεται από το τουρκικό kahvehane ή kahvene ("καφετέρια"), το οποίο στη συνέχεια προέρχεται από το περσικό qahveh-khaneh (<Αραβικά qahve 'καφέ + Περσικά khane 'σπίτι).[1]  

Καφάνα στο Βελιγράδι, 1910.

Κατά το 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα, η καφάνα ήταν οικογενειακή επιχείρηση, που περνούσε από γενιά σε γενιά.

Καθώς οι βαλκανικές πόλεις μεγάλωσαν σε μέγεθος και αστικοποιήθηκαν, τα καταστήματα αυτά άρχισαν να σερβίρουν φαγητό και να προσφέρουν περισσότερα στους πελάτες, καθώς υπήρχε πλέον ανταγωνισμός με άλλες παρόμοιες εγκαταστάσεις στην πόλη.

Οι μεγαλύτερες πόλεις και κωμοπόλεις αυτό το διάστημα είχαν μια Gradska kafana (το καφενείο της πόλης) μέσα ή γύρω από την κεντρική πλατεία, όπου σύχναζαν οι πιο εύποροι και σημαντικοί πολίτες. Οι τιμές σε αυτό το συγκεκριμένο κατάστημα συνήθως ήταν υψηλότερες σε σύγκριση με άλλα τριγύρω στην πόλη, που δεν απολάμβαναν το προνόμιο της αποκλειστικής αυτής θέσης.

Η έννοια της ζωντανής μουσικής εισήχθη στις αρχές του 20ου αιώνα από ιδιοκτήτες που ήθελαν να προσφέρουν διαφορετικά είδη ψυχαγωγίας στους επισκέπτες. Φυσικά, απουσία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τα συγκροτήματα αυτά είχαν αυστηρά τοπικό χαρακτήρα και έπαιζαν μόνο λαϊκή μουσική, η οποία ήταν δημοφιλής σε συγκεκριμένη περιοχή.

Καθώς κυλούσε ο 20ός αιώνας, στις βαλκανικές πόλεις άρχισαν να συρρέουν αγροτικοί πληθυσμοί, ιδιαίτερα μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και έτσι τα καφενεία διαφοροποιήθηκαν αναλόγως. Κάποια συνέχισαν να διατηρούν ένα υψηλότερο επίπεδο υπηρεσιών, ενώ άλλα άρχισαν να απευθύνονται σε νεοαφιχθέντες αγρότες στις πόλεις, οι οποίοι κυρίως εργάζονταν σε εργοστάσια και εργοτάξια.

Συνεπώς, ο όρος καφάνα σιγά-σιγά άρχισε να σχετίζεται με κάτι ανεπιθύμητο και κατάλληλο μόνο για τις κατώτερες τάξεις της κοινωνίας. Από τη δεκαετία του '80, ο όρος καφάνα έγινε σχεδόν προσβολή και οι περισσότεροι ιδιοκτήτες απέφευγαν να αποκαλούν τα καταστήματά τους με αυτό το όνομα, προτιμώντας δυτικοποιημένους όρους, όπως εστιατόριο, καφετέρια, μπιστρό, καφέ, μπαρ κλπ. Και οι όροι birtija, bircuz και krčma χρησιμοποιούνται επίσης για να υποδηλώσουν αγροτικούς ή ημιαστικούς βρώμικους καφενέδες.

Το κοινωνικό στερεότυπο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καφάνα αναφέρεται στερεοτυπικά ως ένα μέρος, όπου οι θλιμμένοι εραστές πνίγουν το ντέρτι τους στο αλκοόλ και τη μουσική, οι χαρτοπαίκτες σπαταλούν περιουσίες, οι σύζυγοι βρίσκουν καταφύγιο από τις κακιές γυναίκες τους, ενώ κλείνουν απατεωνιές "βρώμικοι" επιχειρηματίες, διεφθαρμένοι τοπικοί πολιτικοί και μικροεγκληματίες.

Όπως και σε πολλές άλλες κοινωνίες, όσοι συχνάζουν σε καφενέδες είναι κυρίως άνδρες και οι "έντιμες" γυναίκες τολμούν να επισκεφθούν πιο εκλεπτυσμένα μαγαζιά, συνήθως παρέα με άντρες.

Περιφερειακές διαφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ίσως η πιο αγνή μορφή καφάνα βρίσκεται στη Βοσνία, όπου δε σερβίρεται φαγητό, πιστή στο αρχικό μοτίβο τούρκικου καφέ και αλκοόλ.

Οι περισσότερες από τις παλιές κεντρικές Gradske Kafane έχουν οπτικά εκσυγχρονιστεί και αλλάξει τα ονόματά τους σε κάτι πιασάρικο και δυτικότροπο. Οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν στόχο τη νεολαία και προτιμούν να μην χρησιμοποιούν τον όρο καφάνα. Ωστόσο, στερεοτυπικές καφάνα είναι δημοφιλείς σε μαθητές και φοιτητές, καθώς και άτομα της εργατικής τάξης, που συχνάζουν στα μέρη αυτά λόγω των χαμηλών τους τιμών.

Διάσημη καφάνα "?" στο κέντρο του Βελιγραδίου

Το Βελιγράδι διαθέτει πολλές εγκαταστάσεις με κουζίνα, η οποία διαθέτει εκλεπτυσμένα μενού, και επίσημα ονομάζονται εστιατόρια, όμως οι περισσότεροι πελάτες τους τα αναφέρουν ως καφάνα.

Σύμφωνα με ορισμένους, η πρώτη καφάνα στο Βελιγράδι άνοιξε κάποια στιγμή μετά το 1738, όταν οι Οθωμανοί ανακατέλαβαν την πόλη από τους Αυστριακούς. Το όνομά της ήταν Crni orao (Μαύρος Αετός) και βρισκόταν στη συνοιγκία Ντόρκολ, στη διασταύρωση των σημερινών οδών Κράλια Πέτρα και Ντουσάνοβα. Σέρβιρε μονάχα τούρκικο μαύρο καφέ από ασήμι μπρίκι σε φλιτζάνια, καθώς και ναργιλέ.[2]

Στην Κροατία, η καβάνα διαφέρει ευρέως μεταξύ ηπειρωτικής Κροατίας και Δαλματικών ακτών. Ο όρος Kafić είναι πιο γενικός και περιλαμβάνει όλες τις εγκαταστάσεις που σερβίρουν καφέ και ποτά, ενώ το καβάνα είναι ονομασία για καθαρά στυλ μπιστρό, που περιγράφεται σε αυτό το άρθρο.

Επί του παρόντος, υπάρχουν 5.206 καφεάνι στη χώρα. Σύμφωνα με την Κρατική Στατιστική Υπηρεσία, υπάρχουν 989 (19% του συνολικού αριθμού) στην πρωτεύουσα Σκόπια, 413 στο Τέτοβο, 257 στη Μπίτολα, 244 στο Γκόστιβαρ, 206 στο Κουμάνοβο, 205 στην Στρούγκα, 188 στην Οχρίδα και 161 στη Στρώμνιτσα.[3]


  1. Λεξικό της κοινής νεοελληνικής, s.v. καφενεíο and s.v. καφενές
  2. Pohvala razvoju beogradske kafe-kulture: kafana;Politika, 10 July 2008
  3. Dnevnik newspaper (Macedonia) Αρχειοθετήθηκε 2011-07-27 στο Wayback Machine. Σφάλμα στο πρότυπο webarchive: Ελέγξτε την τιμή |url=. Empty.

Εξωτερικές συνδέσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]