Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οροσειρά Αλτάι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 49°N 89°E / 49°N 89°E / 49; 89

Αλτάι
ΧώρεςΡωσία, Κίνα, Μογγολία, Καζακστάν
Υψηλότερο Σημείοόρος Μπελούκα 4.506 μ

Η οροσειρά Αλτάι η Αλτάια όρη είναι οροσειρά στην Ανατολική-Κεντρική Ασία, στο σημείο όπου συναντώνται η Ρωσία, η Κίνα, η Μογγολία και το Καζακστάν και όπου πηγάζουν οι ποταμοί Ιρτίς και Ομπ. Το βορειοδυτικό άκρο της οροσειράς βρίσκεται στις συντεταγμένες 52° N και μεταξύ των 84° και 90° E (όπου συγχωνεύεται με τα όρη Σαγιάν ανατολικά) και εκτείνεται νοτιοανατολικά από 45° N και 99° E, όπου συγχωνεύεται με τα υψίπεδα της ερήμου Γκόμπι.

Στις Τουρκικές και Μογγολικές γλώσσες το όνομα Αλτάι, σημαίνει «Χρυσό Βουνό», al κοκκινόχρυσο tai/tag, βουνό (金山|l=Χρυσό Βουνό σε κινεζικά κείμενα). Η προτεινόμενη οικογένεια των Αλταϊκών γλωσσών παίρνει το όνομά της από την οροσειρά.

Τα σιβηρικά Αλτάι είναι η βορειότερη περιοχή, που επηρεάζεται από την τεκτονική σύγκρουση της ινδικής υποηπείρου στην Ασία. Μεγάλα συστήματα γεωλογικών ρηγμάτων διατρέχουν την περιοχή, μάλιστα ορισμένα από αυτά είναι τεκτονικά ενεργά. Ο τύπος των πετρωμάτων στα βουνά είναι τυπικά γρανίτης και μεταμορφωσιγενείς σχιστόλιθοι, κοντά σε ζώνες ρηγμάτων. Είναι ορεινή περιοχή, που αποτελείται από μεγάλα στρώματα εκρηξιγενών πετρωμάτων. Ως προς τη γεωλογική της σύσταση και εξέλιξη, η περιοχή των Αλτάι διακρίνεται για την καληδονική πτύχωση[1], βορειοανατολικά του ορεινού συγκροτήματος και τα βαθιά ερκυνικά ρήγματα που το χωρίζουν από το νοτιοδυτικό τμήμα του.

Στο ευρύτερο σύστημα της οροσειράς, υπάρχουν πλούσια κοιτάσματα σιδήρου, υδραργύρου, χρυσού και άλλων σπάνιων μεταλλευμάτων. Η διαμόρφωση του υπεδάφους συνδέεται με τις μεταβολές του γήινου φλοιού και την ηφαιστειακή δράση του ανώτερου παλαιοζωικού. Αν και η σεισμική δραστηριότητα είναι γενικά σπάνια, στις 27 Σεπτεμβρίου 2003 μείζων σεισμός, κλίμακας MW 7,3, συνέβη στο λεκανοπέδιο Τσούγια νότια της περιοχής των Αλτάι. Ο σεισμός και η μετασεισμική δραστηριότητα ερήμωσε το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής, σβήνοντας από τον χάρτη το χωριό Μπελτίρ[2].

Λίμνη Κουτσέρλα στην οροσειρά Αλτάι
όρος Μπελούκα
Μπελούχα, το υψηλότερο όρος των Αλτάι
Όρη Αλτάι, Καζακστάν

Βόρεια της περιοχής βρίσκονται τα όρη Σαϊλούγκεμ, που εκτείνονται βορειοανατολικά από 49° N και 86° E προς το δυτικό άκρο των ορέων Σαγιάν σε πλάτος 51° 60' N και μήκος 89° E. Το μέσο υψόμετρο είναι 1.500 έως 1.750 μ. Η γραμμή χιονιού βρίσκεται στα 2.000 μ. στη βόρεια πλευρά και στα 2.400 μ. στη νότια, Οι ορεινές διαβάσεις κατά μήκος της οροσειράς είναι λιγοστές και δύσκολες στην προσέγγιση. Κύρια διάβαση είναι το Ούλαν-ντάμπαν νότια στα 2.827 μ. (2.879 μ. σύμφωνα με τον Κοζλόφ) και το Χάπχαν-ντάμπαν, βόρεια, στα 3.217 μ. Ανατολικά και νοτιοανατολικά η οροσειρά συγχωνεύεται σταδιακά με το μεγάλο υψίπεδο της Μογγολίας. Η συγχώνευση γίνεται σταδιακά με αρκετά μικρότερα υψίπεδα, όπως είναι το Ουκόκ στα 2.380 μ., με την κοιλάδα Πάζιρικ, το Τσούγια 1.830 μ. το Κέντικτι 2.500 μ. Κακ 2.520 μ. το Σούοκ 2.590 μ και το Γιούβλου-κουλ 2.410 μ.

Η περιοχή είναι διάσπαρτη με μεγάλες λίμνες όπως η Ουβς 720 μ. πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, η Χιάργκας, η Ντόργκον και η Χαρ 1.170 μ., και διασχίζεται από διάφορες οροσοσειρές με κυριότερη την οροσειρά Τάνου Όλα, σχεδόν παράλληλη με τα όρη Σαγιάν, που φθάνει ανατολικά ως το Κόσο-γκολ και τα όρη Χαν Χόχιι.

Οι βορειοδυτικές και βόρειες πλαγιές των ορέων Σαϊλούγκεμ είναι εξαιρετικά απόκρημνες και δύσκολες στην πρόσβαση. Σε αυτή την πλευρά βρίσκεται η υψηλότερη κορυφή της οροσειράς, το όρος Μπελούκα με τη διπλή κορυφή 4.506 και 4.440 μ. αντίστοιχα, από όπου εκκινούν αρκετοί παγετώνες. Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών το ονομάζουν Κάντιν Μπάζι (Kadyn Bazhy) και Ουχ-Σουμέρ (Uch-Sumer)[3]. Η δεύτερη υψηλότερη κορυφή βρίσκεται στο μογγολικό τμήμα της οροσειράς και ονομάζεται Χούιτεν Πικ (Khüiten Peak) με ύψος 4.374 μ. Διάφοροι πύργοι (σπιρούνια στην ορειβατική γλώσσα), εκτείνονται προς όλες τις κατευθύνσεις από τα όρη Σαϊλούγκεμ, ανάμεσα στην οροσειρά και τις πεδιάδες του Τομσκ. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η οροσειρά Τσούγια, με μέσο υψόμετρο 2.700 μ., με κορυφές από 3.500 έως 3.700 μ. και τουλάχιστον δέκα παγετώνες στις βόρειες πλαγιές, η οροσειρά Κατούν, με μέση ανύψωση 3.000, και εκτεταμένη ζώνη χιονιού, η οροσειρά Χολζούν, η οροσειρά Κόργκον 1.900 έως 2.300 μ, η οροσειρά Τάλιτσκαντ Σέλιτσκ και οι οροσειρά Τίγκερεσκ.

Οι γεωγράφοι διακρίνουν επίσης αρκετά δευτερεύοντα υψίπεδα με χαμηλότερο υψόμετρο. Η κοιλάδα Κατούν ξεκινά σαν απόκρημνη χαράδρα στη νοτιοδυτική πλαγιά του Μπελούκα. Κατόπιν μετά από μία μεγάλη καμπύλη, διασχίζει την οροσειρά Κατούν σε μήκος 600 χλμ ο ποταμός Κατούν, που κυλά σε μεγαλύτερη και χαμηλότερη κοιλάδα, με υψόμετρο από 600 έως 1.100 μ, την οποία ακολουθεί για να ενωθεί με τον Μπίγια. Ο ποταμός Κατούν και ο ποταμός Μπίγια μαζί σχηματίζουν τον Ομπ.

Η επόμενη κοιλάδα ονομάζεται Χάρις, με την οροσειρά Κόργκον και Τίγκερεσκ στη μία πλευρά και την οροσειρά Ταλίσκ και Μπασαλάσκ στην άλλη. Ιδωμένα από αυτή την κοιλάδα, τα όρη Αλτάι συνθέτουν εξαιρετικές εικόνες, περιλαμβάνοντας και τη λίμνη Κολίβαν (υψόμετρο 360), που περιβάλλεται από γρανίτινα συμπλέγματα.

Δυτικότερα, προς το Ιρτίς απλώνονται οι κοιλάδες του ποταμού Ούμπα, η Ούλμπα και η Μπουχτάρμα Το κατώτερο τμήμα της Ούλμπα, όπως και της Χάρις είναι πυκνοκατοικημένα. Στην κοιλάδα Ούλμπα βρίσκεται το ορυχείο Ρίντερσκ, στις πρόποδες του Ιβανόφ Πικ (2.060 μ), μέσα σε αλπικά λειβάδια. Η κοιλάδα Μπουχτάρμα με μήκος 320 χλμ, επίσης προέρχεται από το Μπελούκα και την οροσειρά Κατούν. Στα ανώτερα τμήματά της αφθονούν οι παγετώνες με γνωστότερο τον παγετώνα Μπέρελ. Στη βόρεια πλευρά της οροσειράς, που διαχωρίζει την άνω Μπουχτάρμα από τον άνω ποταμό Κατούν βρίσκεται ο παγετώνας Κατούν, με εύρος περίπου 700 έως 900 μέτρων στο κατώτερο τμήμα του. Από μία σπηλιά σε αυτόν τον παγετώνα πηγάζει ο ποταμός Κατούν.

Το μέσο και τα κατώτερα τμήματα της κοιλάδας αποικίστηκαν κατά τον 18ο αιώνα από φυγάδες Ρώσους, δουλοπάροικους και σχισματικούς (Ρασκόλνικ), που δημιούργησαν ελεύθερη δημοκρατία σε κινεζική περιοχή. Αργότερα το συγκεκριμένο κομμάτι της κοιλάδας προσαρτήθηκε στη Ρωσία το 1869 και αποικίστηκε με ταχύ ρυθμό. Οι κοιλάδες που απλώνονται σε μεγαλύτερα υψόμετρα βόρεια, στη δυτικήόψη της οροσειράς Σαϊλούγκεμ, είναι λίγο γνωστές, καθώς οι μοναδικοί επισκέπτες τους είναι ποιμένες Κιργκίζ.

Οι ποταμοί Μπασκάουζ, Τσούλισμαν και Τσούλχα οδηγούν στην αλπική λίμνη Τελέτσκογιε (μήκος 80 χλμ, μέγιστο πλάτος 5 χλμ; υψόμετρο 520, έκταση 230.8 χλμ2, μέγιστο βάθος 310 μ, μέσο βάθος 200 μ), η οποία κατοικείται από τους Τελενγκίτ. Οι όχθες της λίμνης υψώνονται σχεδόν κάθετα σε ύψος 1.800 μ. Από εδώ πηγάζει ο Μπίγια, που ενώνεται με τον ποταμό Κατούν στο Μπίισκ και απλώνονται μαιανδρικά στους βορειοδυτικούς λειμώνες των Αλτάι.

Βορειότερα, τα υψίπεδα των Αλτάι συνεχίζονται στην περιφέρεια Κουζνέτσκ, η οποία έχει μεν ελαφρά διαφορετική γεωλογική, αλλά ανήκει ουσιαστικά στο γεωλογικό σύστημα των Αλτάι. Ωστόσο, ο ποταμός Αμπάκαν, που πηγάζει από ττην οροσειρά Σαγιάν, ανήκει στο σύστημα του Γιενισέι. Η οροσειρά Κουζνέτσκ Άλα-τάου στη δυτική όχθη του Αμπάκαν διατρέχει βορειοανατολικά την περιοχή του Γενισέισκ, ενώ ένα σύμπλεγμα ορεινών όγκων απλώνεται προς τον Υπερσιβηρικό και δυτικά προς τον ποταμό Ομπ.

Πανίδα και χλωρίδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κρανίο σιβηρικού αγριοκάτσικου κοντά στο Μπελούκα
Αγέλη βισώνων σε αναπαραγωγικό σταθμό της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στα ρωσικά Αλτάι

Η ευρύτερη περιοχή των Αλτάι καλύπτεται από μεγάλες στέπες με ποώδη φυτά, αψινθιές και φυτά του είδους festuca ovina. Στα υψίπεδα κυριαρχούν δάση.

Η πανίδα της περιοχής ποικίλει εξαιτίας των διαφορετικών ενδιαιτημάτων, όπως οι στέπες οι τάιγκες και η αλπική βλάστηση. Στις απότομες πλαγιές ζει το σιβηρικό αγριοκάτσικο (Capra sibirica), ενώ το σπάνιο πρόβατο αργκάλι (Ovis ammon) ζει σε λιγότερο απόκρημνες εκτάσεις. Το ελάφι εδώ αντιπροσωπεύεται με 5 διαφορετικά είδη, το ελάφι των Αλτάι (Cervus elaphus sibiricus), την άλκη (Alces alces), τον τάρανδο των δασών (Rangifer tarandus valentinae), σιβηρική μοσχοφόρο έλαφο (Moschus moschiferus) και τη σιβηρική δορκάδα (Capreolus pygarus). Το αγριογούρουνο (Sus scrofa) απαντάται στους πρόποδες χαμηλότερων λόφων και στις περιβάλλουσες πεδιάδες. Έως πρόσφατα η μογγολική γαζέλα (Procapra gutturosa) απαντάτο στα ρωσικά Αλτάι, ιδιαίτερα στη στέπα του ποταμού Τσούγια κοντά στα μογγολικά σύνορα. Τα μεγάλα αρπακτικά αντιπροσωπεύονται εδώ από τη λεοπάρδαλη του χιονιού ή ούνκια (Uncia uncia), τους λύκους (Canis lupus), τον λύγκα (Lynx lynx) ή ρήσο και την καφέ αρκούδα (Ursus arctos), Στα βορειότερα τμήματα απαντάται το αδηφάγο (Gulo gulo)[4].

Έως τον 20ό αιώνα η τίγρη απαντάτο στο νότια τμήματα των Αλτάι, κοντά στη λίμνη Ζαϊζάν και τον μαύρο Ιρτίς. Τίγρεις κυνηγήθηκαν και σε βορειότερο πλάτος για παράδειγμα κοντά στο Μπαρναούλ[5].

Ο βίσωνας απαντάτο στα Αλτάι έως τον μεσαίωνα. Σήμερα υπάρχει μικρή προστατευομενη αγέλη στη Δημοκρατία των Αλτάι[6].

Ιστορία και προϊστορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα όρη Αλτάι διατήρσαν ένα αξιοσημείωτα σταθερό κλίμα που άλλαξε λίγο από την εποχή της τελευταίας παγετώδους[7]. Επιπρόσθετα τα θηλαστικά που απαντώνται εδώ παρέμειναν σε σημαντικό βαθμό τα ίδια με λιγοστές εξαιρέσεις -τα εξαφανισμένα μαμούθ για παράδειγμα, καθιστώντας την περιοχή μοναδική για τη διατήρηση της πανίδας της παγετώδους[7]

Τα Αλτάι υπήρξαν ενδιαίτημα της ανθρωπίνας Ντενίσοβα κλάδου των ανθρωπιδών συγχρόνων των Νεάντερταλ και του homo sapiens (σύγχρονων ανθρώπων), που έφθασαν στην Ασία πριν τους σύγχρονους ανθρώπους[7]. Η ανθρωπίνα Ντενίσοβα, 40.000 π.π., ανακαλύφθηκε στο σπήλαιο Ντενίσοβα των Αλτάι, σύμπλεγμα σπηλαίων στη νότια Σιβηρία το 2008. Οι γνώσεις μας για τη συγκεκριμένη ανθρωπίνα προέρχεται αρχικά από μαρτυρίες DNA και τέχνεργα, καθώς δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί σκελετικά υπολείμματα. Η μαρτυρία DNA διατηρήθηκε ασυνήθιστα καλά εξαιτίας της χαμηλής μέσης θερμοκρασίας των σπηλαίων Ντενίσοβα. Στο ίδιο σπήλαιο ανακαλύφθηκαν οστά Νεάντερταλ και εργαλεία Homo sapiens, κάνοντας το σπήλαιο τόπο μοναδικό, στον οποίο συνυπήρξαν και οι τρεις διαφορετικές ανθρωπίδες[7].

Κυνόμορφος κυνίδης ηλικίας 33.000 ετών βρέθηκε στο σπήλαιο Ραζμπονίτσια[8][9]. Ανάλυση του DNA δημοσιεύτηκε το 2013 και επιβεβαίωσε ότι ήταν κοντύτερα στους σύγχρονους σκύλους παρά στους λύκους[10].

Τα όρη Αλτάι θεωρούνται σημείο προέλευσης ενός πολιτισμικού αινίγματος που είναι γνωστό με τον όρο Φαινόμενο Σέιμα-Τουρμπίνο[11], που ξεκίνησε κατά την ορειχάλκινη εποχή κατά την έναρξη της 2ης χιλιετίας ΠΚΕ και οδήγησε σε ταχεία και μαζική μετανάστευση ανθρώπων από την περιοχή σε μακρινούς τόπους στην Ευρώπη και την Ασία.

Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια αχανής έκταση 16.178 χλμ² —συμπερίληψη των Αλτάι και του Φυσικού Πάρκου Κατούν, της λίμνης Τελέτσκογιε, του όρους Μπελούκα και του υψιπέδου Ουκόκ— συνθέτει Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO με τίτλο Χρυσά Όρη των Αλτάι. Σύμφωνα με την περιγραφή της UNESCO για την τοποθεσία, «η περιοχή απεικονίζει την πληρέστερη αλληλουχία ζωνών βλάστησης στην Κεντρική Σιβηρία, από στέπα, δασική στέπα, μεικτό δάσος, υποαλπική έως αλπική βλάστηση». Στην αιτιολόγηση της απόφασής της για την κήρυξη της περιοχή ως μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς η UNESCO ανέφερε επίσης τη σημασία των Αλτάι για τη διατήρηση θηλαστικών που κινδυνεύουν με αφανισμό, όπως είναι η λεοπάρδαλη του χιονιού και το Αργκάλι των Αλτάι[12].

  1. «Καληδόνια ορεογένεση». ΔΟΜΗ. Υγεία online. 28 Φεβρουάριος 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2014. 
  2. Baryshnikov, Gennadiy Y.; Boris N. Luzgin, Valeriy S. Imaev (2006). «Catastrophic Earthquakes in the Altai Mts». Prace Geograficzne (Kraków) (116): 42. 
  3. «Altai Republic: official portal». Eng.altai-republic.ru. 30 Ιουνίου 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2012. 
  4. Gerhard Klotz et al.: Hochgebirge der Erde und ihre Pflanzen und Tierwelt. Urania Verlag, Leipzig 1989, ISBN 3-332-00209-0.
  5. Vratislav Mazak: Der Tiger. Nachdruck der 3. Auflage von 1983. Westarp Wissenschaften, Hohenwarsleben 2004, ISBN 3-89432-759-6.
  6. Taras P. Sipko: European bison in Russia – past, present and future. In: European Bison Conservation Newsletter. Band 2, 2009, S. 148–159. Online-PDF Αρχειοθετήθηκε 2012-02-01 στο Wayback Machine.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Colin Barras (23 Ιανουαρίου 2014). «Ice-age animals live on in Eurasian mountain range». New Scientist. Ανακτήθηκε στις 4 Μαρτίου 2014. 
  8. Pritchard, Hamish (August 3, 2011). «Ancient dog skull unearthed in Siberia». BBC News. http://www.bbc.co.uk/news/science-environment-14390679. Ανακτήθηκε στις August 4, 2011. 
  9. Ovodov, Nikolai D.; Crockford, Susan J.; Kuzmin, Yaroslav V.; Higham, Thomas F.G.; Hodgins, Gregory W.L.; Plicht, Johannes van der (July 28, 2011). «A 33,000-Year-Old Incipient Dog from the Altai Mountains of Siberia: Evidence of the Earliest Domestication Disrupted by the Last Glacial Maximum». PLoS ONE. http://www.plosone.org/article/info%3Adoi%2F10.1371%2Fjournal.pone.0022821. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2011. 
  10. Druzhkova, Anna S.· Thalmann, Olaf· Trifonov, Vladimir A. (6 Μαρτίου 2013). «Ancient DNA Analysis Affirms the Canid from Altai as a Primitive Dog». PLOS ONE. 
  11. Keys, David (January 2009). «Scholars crack the code of an ancient enigma». BBC History Magazine 10 (1): 9. 
  12. «Greater Altai – Altai Krai, Republic of Altai, Tyva (Tuva), and Novosibirsk – Crossroads». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2006. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]