Τα δημοτικά τραγούδια υπέστησαν ό,τι και η αρχαιοελληνική κληρονομιά. Κινδύνεψαν να μαγαριστούν από τους ελληνοκάπηλους κιβδηλοποιούς, των δικτατορικών καθεστώτων συμπεριλαμβανομένων. Τα προστάτεψε όμως η υψηλή ποιητική τους αξία, το εσώτερο ήθος τους. Η ανάκτησή τους με τους τρόπους της ανοιχτόκαρδης αγάπης, αλλά και με τους όρους της ανοιχτόμυαλης ανάγνωσης, στηριγμένης στις μεθόδους και τα πορίσματα της επιστήμης, μόνο να μας ωφελήσει μπορεί. Και να μας τέρψει.
Με τον ανά χείρας τόμο, αφιερωμένο στην εξαιρετική γλωσσική δημιουργικότητα της ποίησης, πρωτίστως της δημοτικής, ξεκινάει το ταξίδι της η σειρά : "Πιάνω γραφή να γράψω... Δοκίμια για το δημοτικό τραγούδι". Όταν ολοκληρωθεί, θα έχουν διερευνηθεί περί τα είκοσι θέματα. Με την ανώνυμη ελληνική ποίηση πάντα στο κέντρο, αλλά με πυκνές επισκέψεις στην επώνυμη σε όλες τις φάσεις της, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, καθώς και στην ανώνυμη γειτονικων μας λαών. Συντροφοδότης ο κόσμος των παραδόσεων, των παραμυθιών και των παροιμιών, αλλά και της αρχαίας μυθολογίας.
Να πω ιστορίες, αυτό θέλω: την ιστορία μιας λέξης (όπως η λέξη αγαπώ και η μεταβολή της από ρήμα σε ουσιαστικό : η αγαπώ / ο αγαπώς), ενός μοτίβου (και το μουστάκι του έστριφτε...), ενός λογοτεχνικού τεχνάσματος (λ.χ. οι αδύνατες ευχές), συμβόλων που υπηρετήθηκαν συστηματικά από την ανώνυμη ποίηση (το μαντίλι, η ελιά σαν σημάδι του σώματος, ο αριθμός εννιά), ενός πάθους (το ενεπίγνωστο οιδιπόδειο στα δημοτικά), ενός τραγουδιού ("Κόκκιν’ αχείλι φίλησα", "Η μάνα η φόνισσα" η "Ο γυρισμός του ξενιτεμένου") η μιας κατηγορίας τραγουδιών (της αγάπης, της ξενιτιάς η των μοιρολογιών)· τέλος, την ιστορία της σχέσης ορισμένων ποιητών μας (η συγκεκριμένων ποιημάτων τους) με τη δημοτική ποίηση.
Και να πω τις ιστορίες αυτές περίπου κατά τον τρόπο των παραμυθιών: με κλαδιά και κλαδάκια να ξεφυτρώνουν σχεδόν ατιθάσευτα πάνω στον κορμό, και δίχως τον φόβο της επανάληψης. Αλλά και με την παράθεση όσο το δυνατόν περισσότερων ακέραιων τραγουδιών, ώστε να αναμοχλεύεται αποτελεσματικότερα η μνήμη του αναγνώστη. Και να φανερώνεται πλήρης στα μάτια του η ποιητική ωραιότητα.
Γεννήθηκε το 1957 στο Λεσίνι του Μεσολογγίου. Αποφοίτησε από την Οδοντιατρική Αθηνών. Από το 1989 επιμελείται την ανά Τρίτη σελίδα του βιβλίου στην εφημερίδα "Καθημερινή", όπου επίσης δημοσιεύει καθ' εκάστην επιφυλλίδες κοινωνικού και πολιτικού σχολιασμού. Είναι διορθωτής και επιμελητής εκδόσεων. Από το 1980 έχει δημοσιεύσει στις εκδόσεις "Άγρα" τα βιβλία ποίησης "Αλγόρυθμος", "Η εκδρομή της Ευδοκίας", "Ο μέσα πάνθηρας", "Σήματα λυγρά", "Ο μάντης", "Οπόταν πλάτανος", καθώς ένα τόμο δοκιμίων και βιβλιοκριτικών, υπό τον τίτλο "Ενδεχομένως: Στάσεις στην ελληνική και ξένη τέχνη του λόγου". Έχει μεταφράσει, για τον ίδιο εκδοτικό οίκο, τον ελληνιστικό "Επιτάφιο Αδώνιδος του Βίωνος του Σμυρναίου" και τα ποιήματα του τόμου "Επιτάφιος λόγος: αρχαία ελληνικά επιτύμβια επιγράμματα". Το 2010 βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για την ποιητική του συλλογή "Ρήματα".
Έχουν ένα θαμβωτικό προτέρημα αυτά τα ποιήματα: συνιστούν γεγονότα σώματος και γεγονότα ψυχής· είναι σημεία βαθύτερα της γλώσσας. Κι έτσι όπως αχώριστα παντρεύουν ρυθμό και νόημα, μέλος και εικόνα, φωνή και σιωπή, δηλούμενο και υποδηλούμενο, αφηγηματικό και λυρικό, φυσικό και υπερφυσικό, επάνω τόπο και κάτω κόσμο, ακαριαίο και εκτενές, φύση και ανθρώπους, λογικό και απροσδόκητο, ομάδα και άτομο, σεμνό και προκλητικό, γενέθλιο και τελεσίδικο, κοινό και αλλόκοτο, σκωπτικό και φιλάνθρωπο, ζωηφόρο και πένθιμο, πραγματικό και υπερρεαλιστικό, αρχαιότατο και καινοτόμο· έτσι όπως φιλόξενα στεγάζουν εντός τους έναν τρόπο να δει κανείς το παν άτμητο, και άτμητο να το γευτεί, αποκαθιστούν και την ενότητα πνεύματος του αναγνώστη τους, που του προσφέρουν έναν απίστευτο αποκαλυπτικό πλούτο.
Το βιβλίο που με έκανε να το διαβάσω (και) περπατώντας στο δρόμο, κάτι το οποίο δεν έκανε και πολύ χαρούμενους τους δύο περαστικούς με τους οποίους συγκρούστηκα.
Εδώ και κάποια χρόνια παρακολουθώ τον Μπουκάλα, και τον εκτιμάω, αλλά για κάποιο λόγο δίσταζα να ξεκινήσω αυτό το βιβλίο. Και το ερωτεύτηκα από την πρώτη πρόταση. Ο συγγραφέας έχει κάνει ενδελεχή έρευνα πάνω στο δημοτικό τραγούδι και αυτό φαίνεται. Και, ευτυχώς, θα καταγράψει όλη του τη δουλειά σε πολλά ακόμα βιβλία. Βέβαια, και μόνο αυτό να έγραφε, έργο ζωής (αυτής και της επόμενης) θα το λέγαμε.
Το βιβλίο που εγκαινιάζει τη σειρά «Πιάνω γραφή να γράψω... Δοκίμια για το δημοτικό τραγούδι» θα μπορούσε να είναι απλώς αυτό που λέει ο τίτλος· μια συλλογή δοκιμίων. Ο Παντελής Μπουκάλας όμως δεν μένει σε αυτό, καθώς αφενός έχει κάνει σπουδαία βιβλιογραφική δουλειά και έχει μελετήσει χιλιάδες σελίδες υλικού (ο βιβλιογραφικός οδηγός του βιβλίου καταλαμβάνει σχεδόν 30 σελίδες!) και αφετέρου κατορθώνει να ενώσει τα δοκίμια του τόμου αυτού με ένα στέρεο νήμα που δεν είναι άλλο από τη γλωσσική δύναμη και δημιουργικότητα της δημοτικής ποίησης. Και όλα αυτά τα πετυχαίνει γράφοντας συναρπαστικές ιστορίες λέξεων, μοτίβων, λογοτεχνικών τεχνασμάτων, θεμάτων, συγκεκριμένων τραγουδιών της, παρακολουθώντας τα με έναν ρέοντα τρόπο μέσα από δεκάδες παραδείγματα και παραλλαγές δημοτικών τραγουδιών ή στίχων τους από όλη την επικράτεια του ελληνόφωνου χώρου. Παράλληλα, σε καθεμιά από αυτές τις ιστορίες δεν παραλείπει να μιλήσει και για τον τρόπο με τον οποίο συνομιλούν με όλα αυτά επώνυμοι ποιητές (σε αυτούς ίσως θα ήταν χρήσιμο να προστεθούν σε μια μελλοντική επανέκδοση, έστω και δειγματοληπτικά, και στιχουργοί του νεότερου και σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού που έχουν σαφείς επιρροές από το δημοτικό). Τέλος, η αψεγάδιαστη γλώσσα και το ύφος του Μπουκάλα είναι υπόδειγμα για ένα βιβλίο που απευθύνεται τόσο στον ειδικό, όσο και στον μέσο αναγνώστη. Απαραίτητο βιβλίο για τον μελετητή του είδους, χρήσιμο ανάγνωσμα για όποιον/α αγαπά τη δημοτική ποίηση.
Σπουδαίο έργο. Επίτευγμα ιστορικό, κριτικό και ανθολογικό, επιπλέον δε δοσμένο μ' έναν δοκιμιακό λόγο τερπνό, απευθυνόμενο στον common reader, όχι στο ειδικευμένο κοινό.
Συνολικά δώδεκα (!) βιβλία σχεδιάζουν οι εκδόσεις Άγρα και ο Παντελής Μπουκάλας πάνω στη θεματική του δημοτικού τραγουδιού. Και μόνο αυτό να μείνει, το πρώτο, πάλι έργο ζωής το λες.