Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΑΜ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΑΜ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

ΠΕΡΙ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ



Κι επειδή εκτός από  τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό και τις ελληνοτουρκικές αψιμαχίες στο Αιγαίο είχαμε και τον εμβολισμό ελληνικού περιπολικού από τούρκικο πλοίο που ανέβασε σε υψηλό τόνο, ένθεν κακείθεν  του Αιγαίου, τον εθνικιστικό λόγο, οι ανησυχίες για εφαρμογή σχεδίων που ευνοούν ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς μοιάζει να μην είναι εξωπραγματικές.
               Και νιώθει κανείς αδύναμος να κατανοήσει, να επιλέξει για να δράσει. Είναι που με τον εκλεπτυσμό των μεθόδων της ιδεολογικής επιβολής και ενσωμάτωσης, με  την αδιαφάνεια και την επαγγελματοποίηση της πολιτικής ζωής, με την αποδοχή της  συναινετικής δημοκρατίας που βασίζεται καταρχήν στην ιδεολογική επικράτηση των αστικών δυνάμεων  έχει αλωθεί η σκέψη μας.
               Κι αν στην  αστική ιδεολογία το έθνος θεωρείται η ανώτατη εξωιστορική και υπερταξική μορφή κοινωνικής ενότητας, ένα σύνολο με ταυτόσημα τα βασικά συμφέροντα για όλα τα κοινωνικά στρώματα που το συγκροτούν, χωρίς να ομολογείται πως αυτά ταυτίζονται με της άρχουσας τάξης, δεν μπορεί  όμως  να παραβλεφθεί πως σε συνθήκες καπιταλισμού το εθνικό ζήτημα μπορεί να οδηγεί από την μια σε αφύπνιση εθνικής ζωής και πάλη ενάντια σε κάθε ζυγό, από την άλλη σε ανάπτυξη κάθε είδους σχέσεων μεταξύ εθνών αλλά και στη δημιουργία ενότητας του κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο, πβ. Ευρωπαϊκή Ένωση.  Ο αγώνας λοιπόν των λαών για αυτοδιάθεση στα χρόνια μας μπορεί να πάρει όχι πια όπως στον 19ο αιώνα αντιφεουδαρχικό ή όπως στον 20ο αντιαποικιακό αλλά κυρίως αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πολύχρονος αγώνας των Παλαιστινίων να συγκροτήσουν κράτος ανεξάρτητο  και οι αντιδράσεις από διεθνείς στρατιωτικούς ή διπλωματικούς οργανισμούς και μεγάλες δυνάμεις για να μη το καταφέρουν.
               Εξάλλου, η κυρίαρχη εξουσία του καπιταλισμού διαθέτει όλη την ευελιξία και πειστικότητα πότε να χρησιμοποιεί τον επιθετικό και φιλοπόλεμο εθνικισμό σαν όργανο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής, όπως συνέβη με την πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία,  πότε να χρησιμοποιεί την ελευθερία και δημοκρατία για να διασπάσει και αποδυναμώσει υποτάσσοντας το χάος που δημιουργεί στα ιμπεριαλιστικά σχέδιά της, όπως συμβαίνει με όλες τις πυροδοτούμενες έγχρωμες επαναστάσεις των τελευταίων ετών.  
               Το μοντέλο αποδυνάμωσης κρατικών οντοτήτων που περιλαμβάνει καταστροφή του έθνους –κράτους και κατά συνέπεια της κεντρικής οικονομίας και διακυβέρνησης μοιάζει να επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια.  Ο πρακτικός στόχος δεν είναι άλλος από την αποσύνθεση της κρατικής κεντρικής κυριαρχίας στην εθνική οικονομία, στη δημόσια υποδομή και στον όποιο πλούτο του έθνους που θ’  αντικατασταθεί  από ομοσπονδίες και αποκεντρωμένες εξουσίες, που θα επιβληθούν από την ιμπεριαλιστική δύναμη και δεν θα επιλεγούν από τους ίδιους τους λαούς,  για να επιτρέπουν στον ιμπεριαλισμό να κυριαρχεί μ’ ένα υποτιθέμενο προοδευτικό μάλιστα έμβλημα ελευθερίας και δημοκρατίας.
                Κι επειδή τα τελευταία χρόνια η εξ αριστερών κριτική στο ΚΚΕ επικεντρώνεται στη …σοβινιστική του στροφή που καταγγέλλει την τούρκικη προκλητικότητα κατηγορώντας το ότι έτσι εξυπηρετεί συμφέροντα της αστικής τάξης, αναρωτιέται κανείς για τη σκοπιμότητα της επανάληψης της ίδιας κριτικής που ενίσχυσε την εναντίον του πολεμική στα παλιότερα χρόνια. Τότε που ο Ν. Ζαχαριάδης, γγ. γραμματέας  του  ΚΚΕ, ενός  κόμματος ταξικού  και διεθνιστικού, με το πρώτο γράμμα από τη φυλακή προέτρεπε τους έλληνες να πολεμήσουν εναντίον του Μουσολίνι κι αργότερα με την ίδρυση του ΕΑΜ όταν το κόμμα  πήρε την πρωτοβουλία οργάνωσης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Κι έτσι επιτεύχθηκε στη διάρκεια της κατοχής η οργάνωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των εργατών και αγροτών, με τους αστούς ή αποτραβηγμένους από καιροσκοπισμό μέχρι να περάσει το κακό ή αντίπαλους σ’ αυτόν τον αγώνα, που πήρε τελικά κοινωνικά χαρακτηριστικά, εναρμονίζοντας εθνικά και ταξικά στοιχεία και ταυτίζοντας το στόχο της εθνικής ενότητας  με το ταξικό περιεχόμενο  των στόχων του ΚΚΕ. Ο εθνικός αγώνας απελευθέρωσε στην περίπτωση αυτή και δεν χειραγώγησε το προλεταριάτο, ενώ  κι ο εθνικός αγώνας πήρε αντιιμπεριαλιστική μορφή.
               Το όποιο εθνικό ζήτημα δεν μπορεί να υποτιμάται και στην αναζήτηση λύσης του να  παραβλέπεται η  εσωτερική ή εξωτερική κατάσταση. Δεν είναι απλώς ένα αξίωμα εφαρμοζόμενου επί χάρτου, ανεξαρτήτως των συνθηκών, η επιδίωξη ήττας σε κάθε πόλεμο για μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο για κατάργηση του αστικού καθεστώτος. Ταξική συνειδητοποίηση και συνοχή είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να μην περιορίζεται η ευαισθησία μας σε εθνικά ζητήματα με κίνδυνο εκμετάλλευσής μας από την άρχουσα τάξη κι εκφυλισμού της όποιας αγωνιστικότητας μας.

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

ΓΙΑ ΤΟ ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΤΟΥ ‘44

Η γνώση (πυρά της αστυνομίας προς το άοπλο πλήθος που διαδήλωνε και  σήμανε την έναρξη της ένοπλης ιμπεριαλιστικής επέμβασης των άγγλων) και κατανόηση των γεγονότων του Δεκεμβρίου του 1944, από τις πιο σημαντικές και οδυνηρές στιγμές της νεώτερης ιστορίας μας, βοηθά να ερμηνεύσουμε σωστά τη μεταπολεμική μας μοίρα που ο απόηχός της φτάνει μέχρι την εποχή των μνημονίων. Οι συνέπειες της σύγκρουσης εκείνης μας κυνηγούν ακόμα και τώρα. Και δεν είναι τυχαίο που όλο και επανέρχεται στο προσκήνιο εκείνη η εποποιία του ΕΑΜ της κατοχής μαζί με απόψεις που βουτηγμένες σε κάθε ποιότητας αντιδραστικό φαρμάκι θέλουν να παραπλανούν και να ξαναγράφουν την ιστορία για να δικαιώνουν τις παρούσες επιλογές.
Τα Δεκεμβριανά δεν αποτελούν παρά τον καρπό της αγαστής συμμαχίας της ντόπιας αστικής αντίδρασης  και του βρετανικού ιμπεριαλισμού, ενώ οι φιλελεύθεροι καλούμενοι πολιτικοί της εποχής τα κάλυψαν και τα στήριξαν όχι μόνο με τη σιωπή τους αλλά και τη συνεργασία τους. Η πανικόβλητη και στην ουσία συντριμμένη τότε ντόπια αστική τάξη και ο βρετανικός ιμπεριαλισμός οδήγησαν τη χώρα στη σύρραξη κι από εκεί στον αφοπλισμό και στη συντριβή των λαϊκών δυνάμεων.
              Το ΕΑΜ σ’ όλα τα χρόνια της γερμανικής κατοχής στάθηκε στο πλευρό του λαού και όσο περισσότερο οι σκοποί του συνειδητοποιούνταν και αγκάλιαζαν το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού, τόσο περισσότερο περίτρομη η αστική ηγεσία δολοπλοκούσε  για να ανατρέψει  τη λαϊκή συμμετοχή στη διακυβέρνηση του κράτους στην ελευθερωμένη Ελλάδα. Τη  δημιουργία της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, όπου συμμετείχαν έξι υπουργοί του ΕΑΜ, την επέβαλλε στα παραδοσιακά αστικά κόμματα και στους Άγγλους η σχεδόν καθολική λαϊκή υποστήριξη του εαμικού κινήματος και η ένοπλη λαϊκή δύναμη ο ΕΛΑΣ. Από την πλευρά του ΕΑΜ υπήρχε προσήλωση στην ανάγκη αναίμακτης εθνικής πορείας προς μια νέα ανεξάρτητη, δημοκρατική Ελλάδα. Από πλευράς ολιγαρχίας όμως ο πανικός τους να μη χαθεί γι’ αυτούς το μονοπώλιο της εξουσίας κατηύθυνε τους αστούς υπουργούς της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, με πρωτεργάτη τον αναξιόπιστο πρωθυπουργό της Γ. Παπανδρέου, πιστό συνεργάτη των Αγγλων, σε ενέργειες που θα απέτρεπαν να πραγματοποιηθούν οι ίδιες οι επαγγελίες της κυβέρνησης εθνικής ενότητας για ειρηνική διευθέτηση του μεταπολεμικού ελληνικού προβλήματος. Την ίδια στιγμή που το ΠΓ του ΚΚΕ δήλωνε πως «Υποστηρίζουμε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, γιατί οι προγραμματικοί της σκοποί συμπίπτουν με τους άμεσους σκοπούς του αγώνα μας”(...) Την υποστηρίζουμε υπό τη προϋπόθεση ότι θα πάρει όλα τα μέτρα πρακτικής εφαρμογής των προγραμματικών διακηρύξεων της”.
     Κι επειδή οι αναθεωρητές της ιστορίας αρέσκονται να μιλούν για διάσταση ηγεσίας ΚΚΕ και λαού, για λάθη της κομμουνιστικής ηγεσίας εντοπίζοντάς τα στην έλλειψη συνδιαλλαγής της,  αντίθετα το   λάθος της ήταν πως εμπιστεύτηκε τους  αστούς πολιτικούς και την ιμπεριαλιστική Μ. Βρετανία, πως πίστεψε ότι μπορούσαν να συνυπάρξουν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και τα εγγλέζικα στρατεύματα μαζί με τη λαϊκή εξουσία του ΚΚΕ-ΕΑΜ μέσα σε πλαίσιο πολιτικής ενότητας. Ήταν  το ΚΚΕ που προσπαθούσε να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες, για να αποφύγει την ένοπλη σύγκρουση και ιδιαίτερα την επέμβαση του βρετανικού στρατού, με την πεποίθηση  πως δεν θα τολμούσαν, αστική ηγεσία και άγγλοι,  να τα βάλουν με το σύνολο των λαϊκών δυνάμεων  που το υποστήριζε, κι ενώ οι συνθήκες φαινόταν πως έδιναν τη δυνατότητα για  επιλογή της επαναστατικής τακτικής. Το ΚΚΕ είχε το μεγάλο πλεονέκτημα ότι είχε την πλειοψηφία του λαού με το μέρος του, τον ένοπλο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ που  πέρα από  αντιστασιακό ήταν και κοινωνικό-πολιτικό κίνημα βαθιά ριζωμένο στο λαό.
 Όλο  αυτό το  διάστημα, από την απελευθέρωση μέχρι τα Δεκεμβριανά, με τη βοήθεια των άγγλων ανασυγκροτείται το μοναρχοφασιστικό κράτος, αντί να εκκαθαρίζεται  ο  κρατικός μηχανισμός και τα σώματα ασφαλείας από συνεργάτες των γερμανών και φασίστες. Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν ήταν παρά ένας τρόπος  για να κερδηθεί χρόνος από τις αντιδραστικές δυνάμεις, ώστε να  έρθουν οι φιλικές τους στρατιωτικές δυνάμεις στην Αθήνα (όπως η Ορεινή ταξιαρχία), να ανασυγκροτηθεί η Αστυνομία, να οργανωθούν και να εξοπλιστούν οι ταγματασφαλίτες, οι Χίτες του Γρίβα, γενικά οι φασιστικές ομάδες. Οι προσπάθειες συμβιβασμού που φαινόταν πως έκανε ο Γ.  Παπανδρέου δεν απέβλεπαν, με τη σύμφωνη γνώμη και των Βρετανών, παρά στην αποφυγή πρόωρης κυβερνητικής κρίσης πριν να είναι η αντίδραση έτοιμη να την αντιμετωπίσει. Πίσω από τις  υπαναχωρήσεις του Παπανδρέου με την καθοδήγηση του στρατηγού Σκόμπι και του πρεσβευτή Λίπερ, βρίσκεται στην πραγματικότητα η προσχεδιασμένη απόφαση της Αγγλικής κυβέρνησης αλλά και των αστικών δυνάμεων, να εξωθήσουν τα πράγματα στα άκρα, στη σύγκρουση, επιλέγοντας οι ίδιοι τη στιγμή γι’ αυτό.  Ο κύριος στόχος είναι να αφοπλιστεί το λαϊκό απελευθερωτικό κίνημα με τη διάλυση του ΕΛΑΣ, να εξοπλιστεί το υπό ανασυγκρότηση αστικό κράτος, να αναδιοργανωθεί ο κρατικός διοικητικός μηχανισμός και να ξηλωθούν όλες τις δομές της νέας λαοκρατικής εξουσίας που είχαν δημιουργηθεί από το λαό μέσα στην κατοχή. Η  πολιτική των άγγλων, στην προστασία των οποίων προσέφευγε η αστική μας τάξη,   εξωθούσε μεθοδευμένα τα πράγματα στα άκρα, στη χωρίς όρους παράδοση του ΕΛΑΣ και  στη στρατιωτική επέμβαση για τη συντριβή του ΕΛΑΣ και την πολιτική ήττα του ΕΑΜ και ΚΚΕ.
Η στρατιωτική σύγκρουση λοιπόν επιβλήθηκε από την ιμπεριαλιστική βρετανική δύναμη και την ντόπια αστική ηγεσία, μάλιστα σε μια περίοδο  που  ακόμα δεν είχε τελειώσει ο αντιναζιστικός πόλεμος. Και σ’ εκείνες τις συνθήκες σύμμαχος στρατός στράφηκε, απροκάλυπτα με όπλα,  εναντίον αντιστασιακού κινήματος, του μεγαλύτερου στην Ευρώπη μαζί με αυτό της Γιουγκοσλαβίας, σε μια μόλις απελευθερωθείσα χώρα.
 Γιατί βεβαίως πάντα η αστική τάξη φοβάται το ένοπλο λαϊκό απελευθερωτικό κίνημα, την πολιτική χειραφέτηση των λαϊκών στρωμάτων και πρωτίστως ενδιαφέρεται για τα ταξικά και μόνο συμφέροντά της.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΚΙΖΑΣ



Κι έχουν περάσει 72 χρόνια από τη συμφωνία της Βάρκιζας. Μια συμφωνία που κάθε τόσο ανακαλείται κυρίως στη συμβολική της διάσταση για δικαίωση σύγχρονων επιλογών ή εκτόξευση κατηγοριών. Κι η εύκολη αναφορά σ’ αυτήν τις περισσότερες φορές  γίνεται είτε για να απαξιωθεί το κομμουνιστικό κίνημα που η ηγεσία του το προδίδει είτε για να προβληθεί το επαναστατικό αίτημα που η ηγεσία του ΚΚΕ αποδυναμώνει.
Πριν ενάμισι χρόνο, Ιούλιο 2015, όταν παρελάμβανε ο Γ. Κατρούγκαλος το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων από τον Π. Σκουρλέτη θεώρησε υποχρεωμένος να δηλώσει πως η άρτι υπογραφείσα συμφωνία με τους δανειστές «δεν είναι Βάρκιζα γιατί δεν παραδόθηκαν τα όπλα, δηλαδή η εξουσία». Ο Τ. Μπαλτάκος, πρώην γ.γ της κυβέρνησης του Α. Σαμαρά, μετά τις ευρωεκλογές του 2014 και τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, διαβεβαίωνε ότι η αριστερά δεν θα τα καταφέρει όπως δεν τα κατάφερε το ΕΑΜ το 1945, κι ίσως για να γίνει πιο πειστικός επικαλέστηκε τη συμφωνία της Βάρκιζας λέγοντας,  «Θα έχουμε νέα «Συμφωνία της Βάρκιζας». Πάλι θα παραδώσουν τα όπλα».
Κι αν αναφέρονται αυτά τα δυο περιστατικά είναι γιατί ακριβώς είναι χαρακτηριστικά για τον τρόπο που ερμηνεύεται η συμφωνία εκείνη –οι ερμηνείες είναι ενσωματωμένες στις πράξεις τους. Ο μεν  ΣΥΡΙΖΑ θέλει να συνδέει  τη διακυβέρνησή του με την ηρωική εκείνη περίοδο και να θεωρείται συνέχεια εκείνης της επαναστατικής παράδοσης, η μεν  Ν. Δημοκρατία ν’ αναδειχτεί η ανικανότητα ή και δειλία του λαϊκού κινήματος, που ευλόγως το ταυτίζει με το ΣΥΡΙΖΑ.
 Κι αν τόσα χρόνια μετά, εκείνη η δεκαετία επανέρχεται πάλι και πάλι είναι γιατί τότε τέθηκε το σημαντικότερο πολιτικό ζήτημα, το ζήτημα της κατάληψης της  εξουσίας. Κι  επειδή ήταν οι κομμουνιστές που το έθεσαν και πολέμησαν για αλλαγή των συσχετισμών στην εξουσία,  το βαρύ πυροβολικό της επιχειρηματολογίας της αστικής τάξης στρέφεται εναντίον τους. Η αστική τάξη από τη σύγκρουση και καταδίωξη του κομμουνισμού πέρασε στην ανοχή  του ή και  φαινομενικά αποδοχή του στα μεταπολιτευτικά χρόνια, για να περάσει στην εξουδετέρωση με την απαξίωση, συκοφάντηση, διαστρέβλωση. Κι επειδή ο ηρωισμός και ο αγώνας των κομμουνιστών δεν προσφέρεται για την απαξίωσή τους  είναι όμως ό,τι πρέπει για απομυθοποίηση στα πλαίσια της …φρέσκιας ματιάς της ιστορίας, εφευρέθηκε το αντιθετικό ζεύγος ηγεσία και κίνημα,  που υπερβαίνει το ταξικό και σβήνει την αντιπαράθεση κομμουνιστών –αστών.
               Στη συμφωνία της Βάρκιζας με τα εννιά της άρθρα η κυβέρνηση Πλαστήρα που είχε διαδεχτεί εκείνη του Παπανδρέου αναλάμβανε την υποχρέωση της αποκατάστασης  των συνδικαλιστικών ελευθεριών, της ελευθερίας της έκφρασης και του τύπου, του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι καταργώντας κάθε προηγούμενο ανελεύθερο νόμο, της κατάργησης  του στρατιωτικού νόμου, της διεξαγωγής δημοψηφίσματος  για το πολιτειακό, της εκκαθάρισης υπαλλήλων κι ένστολων με κριτήριο και τη συνέργεια με τον εχθρό και την προσχώρηση στη δικτατορία και της παροχής αμνηστίας με την εξαίρεση που περιείχε, των κοινών αδικημάτων κατά ζωής και περιουσίας και της άρνησης παράδοσης των όπλων.
               Πέρα από την κριτική γενικά για την ίδια τη συμφωνία, και ειδικότερα για  την παράδοση των όπλων όπως και την υποχώρηση στο ζήτημα της αμνηστίας, εξ ίσου σημαντικό, και όχι για ιστορικούς λόγους,  είναι εκείνα  τα συμπεράσματα που προκύπτουν και μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του παρόντος.
               Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι αυτό που προκύπτει από τη διαπίστωση  πως ενώ από τα εννιά άρθρα της συμφωνίας τα δύο που αναφέρονται σε υποχρεώσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εφαρμόστηκαν,  από τα υπόλοιπα εφτά άρθρα της συμφωνίας, η οποία αναπτέρωσε αρχικά στο λαό τις ελπίδες για έναν ομαλό πολιτικό βίο, κανένα δεν εφαρμόστηκε από την κυβέρνηση και τις αστικές  δυνάμεις. Αντίθετα, το κράτος και το πολιτικό σύστημα που ανασυγκροτήθηκε μετά τη Βάρκιζα σε συμφωνία με παρακρατικές αντικομμουνιστικές οργανώσεις και έναν τρομοκρατικό μηχανισμό καταστολής και εξόντωσης των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης οργάνωσε ένα όργιο τρομοκρατίας κατά του ΕΑΜ και του ΚΚΕ αδιαφορώντας, και μάλιστα προκλητικά, για τη συμφωνία της Βάρκιζας με την ανοχή και στήριξη των βρετανικών στρατευμάτων κατοχής. Που σημαίνει ότι καμιά συμφωνία δεν έχει σημασία όταν δεν υπάρχει η πολιτική βούληση εφαρμογής της, και στην προκειμένη περίπτωση αναφερόμαστε στο αστικό  ελληνικό κράτος που ανασυγκροτούνταν με τη βοήθεια των Άγγλων.  
Την εποχή εκείνη η πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης και το αστικό καθεστώς με τα έντονα φασιστικά στοιχεία, παρά την παρουσία του αγγλικού στρατού και τη νίκη του Δεκέμβρη, δεν είχαν ακόμα εδραιωθεί και αμφισβητούνταν σοβαρά από το λαό. Αν εφαρμόζονταν λοιπόν η συμφωνία αυτό θα σήμαινε πως θα γινόταν αποδεκτό το ΕΑΜ και το ΚΚΕ στο ίδιο το κράτος, μέσα από την κυριαρχία στις δημοτικές εκλογές, στις συνδικαλιστικές επιλογές, στο δημοψήφισμα αλλά και στις βουλευτικές εκλογές. Η συνθήκη της Βάρκιζας ήταν συμβιβασμός και για την αστική τάξη, που επειδή έβλεπε ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί δεν της επέτρεπαν την απόλυτη κυριαρχία της ήθελε να φανεί διαλλακτική. Για να ποδοπατήσει βέβαια αμέσως μετά την όποια συμφωνία που στεκόταν εμπόδιο στην εξασφάλιση της πολιτικής της κυριαρχίας.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου αυτονόητη η σύνδεση της κυριαρχίας της αστικής εξουσίας με την κατοχύρωση των αστικών δημοκρατικών ελευθεριών. Η άρχουσα τάξη μιας καπιταλιστικής χώρας, η οποία σημειωτέον στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν εξαρτημένη και υποδεέστερη εντός του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, αποδέχεται την κατοχύρωση των αστικών δημοκρατικών ελευθεριών όταν σίγουρα έχει εξασφαλίσει τον πλήρη έλεγχο της κρατικής εξουσίας αλλά και την ιδεολογική κυριαρχία της στην κοινωνία. Τότε εκ του ασφαλούς δέχεται και ελεύθερες εκλογές, σίγουρη ότι τα αστικά κόμματα θα πλειοψηφούν.  
Επομένως, το κύριο και βασικό συμπέρασμα είναι πως δεν μπορεί να υπάρξει καμιά εγγύηση εφαρμογής οποιασδήποτε συμφωνίας ανάμεσα στην κυρίαρχη τάξη και τα λαϊκά στρώματα, όταν οι πολιτικοί συσχετισμοί (όπως στη συμφωνία της Βάρκιζας, με την παράδοση των όπλων και τον έλεγχο των σημαντικών οργάνων του κράτους από τις αστικές δυνάμεις και την παρουσία του αγγλικού στρατού) αλλάζουν εις βάρος του λαϊκού κινήματος και δεν μπορεί να επιβάλλει την εφαρμογή της. Και είναι τότε που αποκαλύπτεται πόσο εύθραυστη είναι η συνεργασία στην εξουσία με την κυρίαρχη τάξη στα πλαίσιο ενός ταξικού συμβιβασμού, παρόλα τα φιλολαϊκά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει.  Και πάντα το λαϊκό κίνημα και η ηγεσία του πρέπει να βρίσκονται σε επιφυλακή, ακόμα κι αν φαίνεται πως  οι διεθνείς συνθήκες το ευνοούν, όπως τότε –υπογραφή του Χάρτη του Ατλαντικού, αποφάσεις της Τεχεράνης, συγκρότηση σε Ιταλία και Γαλλία κυβερνήσεων ευρέος δημοκρατικού φάσματος και με τη συμμετοχή κομμουνιστικών κομμάτων, αντιφασιστική νίκη των λαών.

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ



 Μια ακόμη επέτειος του ιστορικού ΟΧΙ που γιορτάστηκε στέκεται αφορμή για να αντιληφθούμε πόσο σημαντικός είναι ο τρόπος που μια κοινωνία ξαναβλέπει το παρελθόν της, επειδή ακριβώς το παρόν είναι αποτέλεσμα διαδικασιών του παρελθόντος  και αφετηρία των εξελίξεων του μέλλοντος, ενώ η έκβαση  του αύριο  εξαρτάται από τη δική μας συνειδητή και υπεύθυνη δράση. Γιατί μόνο έτσι θα ανακαλύψουμε τις πολιτικές σκοπιμότητες που εξυπηρετούνται από την χρησιμοποίηση συμβόλων που εκκενώνονται από την ουσία τους, για να θεμελιώσουν την ασκούμενη πολιτική σ’ ένα ιδεολογικό φανταστικό νομιμοποιώντας την στη συνείδησή μας (π.χ. επίσκεψη του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα στον Αη Στράτη) ή να  συνειδητοποιήσουμε τους μύθους που οικοδομούνται πάνω στην εθνική ενότητα και λειτουργούν ακόμα συσπειρώνοντας κοινωνικές τάξεις με διαφορετικά συμφέροντα (π.χ. σύγκριση της συγκέντρωση χιλιάδων κόσμου στη στρατιωτική παρέλαση κι αυτών σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας) Το θέμα λοιπόν το τι συνέβηκε τότε συνεχίζει να είναι καυτό κι όχι αρχειακό. 
               Τι πραγματικά συνέβηκε στην Ελλάδα στα 1941-44; Ένας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας κατά των γερμανοϊταλών; Ένας αντιφασιστικός αγώνας για την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας;  Μια εμπλοκή της χώρας σ’ ένα παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο που ο αληθινός του χαρακτήρας αποκρύπτεται στις επίσημες ερμηνείες; Ο ελληνικός λαός  σύρθηκε και αυτός στο σφαγείο χωρίς η πάλη  του να οδηγήσει στην πραγματική απελευθέρωση που η απατηλή ιδεολογία τού υποσχόταν με τα εθνικά της προστάγματα; Η κατάληξη ήταν  να μην είναι, παρά τα φαινόμενα, ο φασισμός, ο πραγματικός ηττημένος του β παγκοσμίου πολέμου;
               Δεν είναι λοιπόν τυχαίος ούτε αθώος ο πολιτικός διάλογος και κυρίως αυτός που βαφτίζεται επιστημονικός για τα ιστορικά γεγονότα εκείνης της εποχής,  που μοιάζει μάλλον να λειτουργεί συσκοτιστικά με τις μόνιμες επικαλύψεις και τα αναφυόμενα ψευδοπροβλήματα του. Η αναθεώρηση της ιστορίας που επιχειρείται, εν ονόματι μιας αμφισβητούμενης αντικειμενικότητας, κατά βάθος μοιάζει αν όχι να δικαιώνει, ακόμα, πάντως να δικαιολογεί την άλλη πλευρά, των ναζιστών, δοσιλόγων, εφησυχαζόντων. Κι έτσι π.χ αμφισβητείται  η όποια συμβολή των ανταρτών στην στρατιωτική νίκη των συμμάχων, ή θεωρούνται αιτία των ανήκουστων εγκλημάτων των ναζιστών οι πράξεις αντίστασης των ανταρτών που  τα προκαλούσαν ως αντίποινα κλπ.
        Κι από την άλλη αδυνατώντας να διαμορφωθούν σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους τα  πλαίσια  ανάπτυξης λαϊκών αγώνων στις μέρες μας,  είναι δύσκολο να κατανοηθεί πώς ένα κόμμα ταξικό και διεθνιστικό, το ΚΚΕ, πήρε την πρωτοβουλία για έναν εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο κερδίζοντας την εμπιστοσύνη όχι μόνο της εργατικής τάξης αλλά και της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού εκείνα τα χρόνια.
            Ο β’ παγκόσμιος πόλεμος είναι σίγουρα ιμπεριαλιστικός για την Αγγλία και Γαλλία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, των οποίων η άρχουσα τάξη πολεμούσε για να υπερασπιστεί την πολιτική της κυριαρχία και τα ιμπεριαλιστικά-αποικιοκρατικά συμφέροντα και όχι από αντίθεση στα φασιστικά καθεστώτα. Άλλωστε  η Αγγλία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ ενίσχυσαν τη Γερμανία του Χίτλερ να αναπτυχθεί και αδιαφορούσαν με προσχήματα στις επανειλημμένες προτάσεις της ΕΣΣΔ για σύναψη αντιχιτλερικού αμυντικού συμφώνου. Μόνο που ακολουθώντας  μια αφηρημένη απλουστευτική λογική δεν μπορεί να ταυτίζονται χώρες με κάποια πλαίσια δημοκρατικών δικαιωμάτων  κι ελευθεριών με το ναζιστικό και φασιστικό καθεστώς. Ο φασισμός δεν είναι απλώς μια άλλη μορφή της καπιταλιστικής εξουσίας, είναι  αλλαγή στη μορφή ταξικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Με το φασισμό στην εξουσία δε μένει ούτε ίχνος από τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που έχουν κατακτήσει ιστορικά η εργατική τάξη και οι λαοί απογυμνώνονται από κάθε ανθρώπινο δικαίωμα. Γι’ αυτό και η αναζήτηση αντιχιτλερικών συμμάχων ανεξάρτητα από την ταξική τους τοποθέτηση στις δοσμένες συνθήκες ήταν αναγκαία για τα κομμουνιστικά κόμματα, γνωρίζοντας βέβαια τα όρια αυτών των συμμαχιών.  Ο αγώνας για τις δημοκρατικές ελευθερίες και την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας από την απειλή του φασισμού, στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες, συγκεντρώνει και συσπειρώνει  κοινωνικές  και πολιτικές δυνάμεις εναντίον του φασισμού, με προοπτική όμως  ένα μεταβατικό λαϊκό Μέτωπο, που θα επιδιώξει όχι φυσικά την αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας, αλλά μια μεταβατική λαϊκή εξουσία, με την εργατική τάξη ηγετική δύναμη. 
     Κι επειδή στα χρόνια της κατοχής η εθνική ενότητα του ΕΑΜ ήταν ενότητα επιβολής του συνασπισμού εργατών και αγροτών πάνω στην ελληνική κοινωνία και την αστική τάξη, τα εθνικά και ταξικά στοιχεία στην πολιτική του ΚΚΕ  δε βρίσκονταν σε δυσαρμονία. Η προσπάθεια όμως του ΚΚΕ να διαμορφώσει τους καλύτερους δυνατούς όρους, ώστε μετά την απελευθέρωση να κυβερνήσει στα πλαίσια ενός προωθημένου αστικού καθεστώτος και να εφαρμόσει τη Λαοκρατία ή Λαϊκή δημοκρατία ή έστω να είναι ισχυρή πολιτική δύναμη και να επηρεάζει σημαντικά τις εξελίξεις, βρίσκει σθεναρά αντίθετη όχι απλώς την ελληνική αστική τάξη που τόχε βάλει στα πόδια τα δύσκολα χρόνια αλλά  την βρετανική διπλωματία με την οποία συμπράττει. Είναι που  Αγγλία και οι ΗΠΑ, ιμπεριαλιστικές χώρες αλλά με αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, που πολεμούσαν τον Άξονα, επειδή μετά την απελευθέρωση επεδίωκαν φυσικά  να συνεχίσει να υπάρχει και να λειτουργεί το σύστημα του καπιταλισμού και στην Ελλάδα, η ταξική σύσταση του ΕΑΜ τους φόβιζε, γιατί το έβλεπαν σαν απειλή για το αστικό καθεστώς σε περίπτωση που επικρατούσε το ΕΑΜ πολιτικά μετά την απελευθέρωση.
 Και γενικά,  επειδή η  νίκη επί του φασισμού είναι νίκη των λαών που απέβλεπαν με τον αγώνα τους σε κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές, σε συνδυασμό με την αύξηση της δύναμης και του γοήτρου της ΕΣΣΔ, η κυρίαρχη τάξη σφόδρα ανησύχησε  και προσπάθησε μεταπολεμικά να ενισχύσει τις πιο συντηρητικές κι αυταρχικές τάσεις καταπνίγοντας το λαϊκό  κίνημα
         Κι αν τώρα η εξαθλίωση μας δεν έχει όρια είναι γιατί δίνουμε την εντύπωση μιας θεληματικής υποταγής στις αποφάσεις της άρχουσας τάξης και γι’  αυτό ακριβώς δεν φοβούνται να ενισχύονται οι πιο αντιδραστικές δυνάμεις του φασισμού. Γι’ αυτό κι εκείνη η περίοδος του αντιφασιστικού αγώνα  πρέπει να γίνεται σημείο αναφοράς κάθε φορά που οι περιστάσεις μας παρακινούν να συγκεντρωθούμε και να καθορίσουμε τον προσανατολισμό μας και την πορεία που θ’ ακολουθήσουμε, γιατί τότε ο λαός –εργάτες κι αγρότες κυρίως- δεν δίστασε και δεν φοβήθηκε   να αγωνιστεί.

Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΜΑΣ

Μια ακόμα  ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται ικανοποιημένη από τη συμφωνία του Γιούρογκρουπ, με την εκπρόσωπο της κυβέρνησης Ολ. Γεροβασίλη να υπογραμμίζει ότι «εξασφαλίστηκε για μακρύ χρονικό διάστημα η χρηματοδότηση της οικονομίας», με την αξιωματική αντιπολίτευση να παιδεύεται να αρθρώσει αντιπολιτευτικό λόγο με την ελπίδα να αντικαταστήσει γρήγορα στην εξουσία το παρόν κυβερνητικό σχήμα και τους εργαζόμενους εν πλήρει συγχύσει  περισσότερο να γκρινιάζουν και να αυτοοικτίρονται παρά να οργανώνονται και να αντιδρούν.
             Στη Γαλλία πάλι, φαίνεται να κλιμακώνονται από τους εργαζόμενους οι κινητοποιήσεις εναντίον του νομοσχεδίου που γκρεμίζει τα δικαιώματά τους, με  διαδηλώσεις και συγκρούσεις με την αστυνομία  σ’ όλη τη χώρα, και, πέρα από ολονυκτίες,  με τα συνδικάτα να οργανώνουν απεργίες σε διυλιστήρια, δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων, πυρηνικούς σταθμούς, μεταφορές, και  την κυβέρνηση να στέλνει δυνάμεις ασφαλείας για να άρουν τους αποκλεισμούς.
               Ενώ  στη χώρα μας, όλα αυτά τα χρόνια του μνημονίου ένα μεγάλο τμήμα των εργαζομένων όλο αναρωτιέται για τις αναιμικές κινητοποιήσεις που, χρεώνοντας τες στα κόμματα και το συνδικαλισμό που το πρόδωσε, απορρίπτει κάθε μορφή οργάνωσης, επιμένοντας να θαυμάζει το αυθόρμητο και αυτόνομο  κίνημα το οποίο σαν από θαύμα  θα αναπτυχτεί και θα σαρώσει τα πάντα, θεωρώντας τις απεργίες αναχρονιστικό μέσο αγώνα. Αφού καπηλεύτηκαν διάφορα «κινήματα» –από τις πλατείες μέχρις τις «πατάτες» και «δεν πληρώνω» - τους αγώνες του ΕΑΜ για να γίνει πειστική η ενότητα συμφερόντων όλων όσοι δήλωναν αντιμνημονιακοί, χρεώνοντας στο ΚΚΕ που έμενε σταθερό στον ταξικό αγώνα την αναποτελεσματικότητα των κινητοποιήσεων, τώρα που οι αντιμνημονιακοί ανέλαβαν την κυβέρνηση θρηνούν για την προδοσία και καλλιεργούν τη μοιρολατρία.
Γι’ αυτό και το κείμενο του Δ. Γληνού που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 1942 με τις επισημάνσεις του για τους κινδύνους που απειλούν τον λαϊκό αγώνα έχουν, τηρουμένων των αναλογιών -ο αγώνας μας είναι ταξικός, αντικαπιταλιστικός-, μια επικαιρότητα που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε και τη δική μας κατάσταση.
               «(…) Μέσα στην σκληρότατη και απάνθρωπη σκλαβιά, την πείνα, την αρρώστια και την εξαθλίωση (…) υπάρχει κι ένας ακόμα εχθρός, ο πιο επικίνδυνος απ’  όλους. Ο εχθρός αυτός είναι κείνος, που καλλιεργεί τη μοιρολατρεία και την ψυχική νάρκωση, όπου έχουν συμφέρο να μας ρίξουν οι καταχτητές μας και οι κάθε λογής σύμμαχοί τους, φανεροί και κρυφοί. Η μια μορφή μοιρολατρείας είναι κείνη που ψιθυρίζει στον καθένα μας πως είμαστε πολύ  μικροί και αδύνατοι για ν’  αντισταθούμε στην κολοσσιαία υπεροχή της δύναμης, που έχουν απέναντί μας οι εχθροί (…). Ο,τι έγινε λοιπόν, έγινε. Νικηθήκαμε, χάσαμε τα πάντα. Ας υποταχθούμε στη μοίρα μας και ας κοιτάζει  ο καθένας να βολέψει τον εαυτούλη του, καταφέρνοντας τα όπως μπορεί (…).
Η δεύτερη μορφή της μοιρολατρείας είνε κείνη, που ψιθυρίζει στ’  αυτί του καθενός μας, πώς κάθε αντίσταση και κάθε αγώνας ενάντια στον εχθρό είνε άσκοπος και κάθε θυσία μάταιη, αφού έτσι κι αλλιώς άλλοι αγωνίζονται να μας λυτρώσουν. Οι εγγλέζοι και οι αμερικανοί, οι ρώσοι και οι κινέζοι όλοι αυτοί παλεύουν τόρα και για λογαριασμό δικό μας. Εμείς αρκετά αγωνιστήκαμε και πάθαμε, ας καθήσουμε τόρα ήσυχοι. Ας σταυρώσουμε τα χέρια μας και ας περιμένουμε  τη λευτεριά σα δώρο δοσμένο από τους άλλους. Το παράδειγμα στη δεύτερη τούτη μορφή της προδοσίας  το δίνουν οι πολιτικοί εκείνοι ηγέτες από τα’  αστικά  κόμματα, που φοβούμενοι το λαϊκό παράγοντα και μη κουνώντας ούτε το μικρό δαχτυλάκι τους για τον απελευθερωτικό αγώνα, περιμένουν νάρθει η στιγμή που με δόξες και τιμές θα ξανακαθήσουν πάλι αυτοί και οι συμμορίες τους στο σβέρκο του ελληνικού λαού. Και είναι προδοσία και τούτη, όπως κι ή άλλη, γιατί όποιος περιμένει να του δώσουν οι άλλοι τη λευτεριά του, είνε κιόλας δούλος για πάντα(…)
Παρ’ όλα αυτά ο ελληνικός λαός έδειξε κιόλας πως δεν εννοεί να συμβιβαστεί με τη σκλαβιά. Πώς όμως θα ενεργήσει, πώς θα οργανωθεί, πώς θα καθοδηγηθεί στην πάλη για να πετύχει το αποτέλεσμα; Σ’ αυτό δείχτηκε ο δρόμος και το δρόμο τον έδειξε το ΚΚΕ υποστηρίζοντας από την πρώτη στιγμή, με όλη τη δύναμη του την πολιτική του εθνικού απελευθερωτικού μετώπου(…)
Τόρα κατανοούμε πως ένας λαός δεν μπορεί ν’  αγωνιστεί για τη λευτεριά του, αναθέτοντας το έργο αυτό σε λίγα άτομα ή σε μερικές ομάδες ή σε μερικά μπουλούκια ή σε λίγους τρομοκράτες ή σε λίγους επαγγελματίες των αγώνων. Μαζική πάλη σημαίνει πάλη ολοκλήρου του λαού. Και επειδή ο απελευθερωτικός αγώνας δε μπορεί να φτάσει ποτέ σε αποτελέσματα αν γίνεται από ασύνταχτα πλήθη ή από μπουλούκια, μαζική πάλη σημαίνει οργανωμένη πάλη,  πάλη του λαού οργανωμένου και κινητοποιημένου προς ένα σκοπό.
Απαραίτητη λοιπόν και πρώτη προϋπόθεση της μαζικής πάλης είνε η οργάνωση ολόκληρου του λαού μέσα στα οργανωτικά πλαίσια που δίνει η ίδια η ζωή του λαού. Το σύνθημά μας λοιπόν το γενικότερο πρέπει να είνε τώρα: “κανένας έλληνας ανοργάνωτος”. Οργανωθείτε όλοι οι εργάτες στα συνδικάτα σας, όλοι μα όλοι χωρίς εξαίρεση. Οι επαγγελματίες στα επαγγελματικά σωματεία σας, όλοι μα όλοι. Οι αγρότες στους συνεταιρισμούς σας, όλοι οι υπάλληλοι δημόσιοι και ιδιωτικοί στα σωματεία σας, χωρίς εξαίρεση.(…). Προμηθευτικοί συνεταιρισμοί, εστίες, συνοικιακές  επιτροπές για συσσίτια, όλα τούτα είνε μια μορφή οργάνωσης. Κανένας, ούτε άντρας, ούτε γυναίκα, ούτε νέος, ούτε παιδί ακόμα δεν πρέπει να είνε ξεκολλημένος, ξεκάρφωτος, άτομο έρημο και ασύνταχτο. (…) Συνδεθείτε και οργανωθείτε. Κινηθείτε και οργανωθείτε. Κινηθείτε ομαδικά για κάθε διεκδικησή σας. Αυτό πρέπει να είνε το γενικό σύνθημα όλων μας. Οι τύραννοι πρέπει ν’ αντιμετωπίζουνε κάθε στιγμή, ένα ενιαίο, οργανωμένο συνταγμένο λαό. Ένα τείχος από στήθη φλογισμένα από τον έρωτα της λευτεριάς και αποφασισμένα για κάθε θυσία. Η παλλαϊκή λοιπόν οργάνωση είνε η πρώτη και απαραίτητη προϋπόθεση για τον παλλαϊκό μαζικό αγώνα. Το να σπρώξουμε λοιπόν όλο το λαό σ’  αυτή την οργάνωση και το να πετύχουμε σε όσο μπορεί μεγαλύτερο βαθμό την οργάνωση αυτή είνε ο πρώτος, ο αμεσότερο σκοπός για τις ενέργειές μας.
Και μόνο σε μια τέτια παλλαϊκή οργάνωση μπορεί να πετύχει ο γενικός φρονηματισμός του λαού, το χτύπημα της μοιρολατρειας, της αδιαφορίας, το ατομικισμού, της προδοσίας κάθε μορφής. Γιατί όλοι θα πρέπει να καταλάβουμε πως η προδοσία αρχίζει από την αδιαφορία. Από τη στιγμή που αποφεύγεις να οργανωθεί, αρχίζεις κιόλας να προδίνεις τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Ο γενικός φρονηματισμός του λαού, το χτύπημα της αδιαφορίας, του ξεγλυστρήματος, του “ας σωθώ εγώ κι ας χαθούν οι άλλοι”, είναι ο δεύτερο άμεσος και σημαντικότατος σταθμός του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Χρέος λοιπόν όλων των συνειδητών αγωνιστών είνε να φρονηματίζουν όλο το λαό γύρω τους, να δυναμώνουν όσους λιγοψυχούν, να κεντρίζουν τους αδιάφορους, να χτυπούν τους τομαρόφιλους, που είνε κιόλας μέσα στην προδοσία (…)»
                                     Δ. Γληνού, «Εκλεκτές σελίδες», τ. τέταρτος, εκδ. Στοχαστής, 1975

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

"Η ΑΓΩΝΙΑ ΕΝΟΣ ΛΑΟΥ"



         Το  νέο ρεκόρ που κατέγραψε η ανεργία στην Ελλάδα, τον Ιούνιο του 2013 εκτοξεύθηκε στο 27,9%, επιβεβαιώνει ότι όλο το βάρος της κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος όπως εκδηλώνεται στην Ελλάδα, η κυρίαρχη τάξη το ρίχνει στην εργατική τάξη και στα μεσαία και μικρά αστικά στρώματα του πληθυσμού. Η οικονομική λοιπόν κρίση με τις ολέθριες συνέπειές της στις υποτελείς τάξεις έχει άμεσο  και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στη φτώχεια τους και στον κοινωνικό αποκλεισμό. Στην πραγματικότητα έχει ξεκινήσει ένας ταξικός πόλεμος άγριος κι αδυσώπητος που οι υποτελείς τάξεις ενώ βιώνουν τις συνέπειές του δεν τον αναγνωρίζουν ακόμα σαν τέτοιο.
         Ταξικά συμφέροντα εξυπηρετούσε και ο β παγκόσμιος πόλεμος που  πριν από εβδομήντα και χρόνια  ξεκίνησαν τα φασιστικά καθεστώτα της Ευρώπης που εκφράζανε και εξυπηρετούσαν τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις του κεφαλαίου. Στην περιγραφή που, πριν 71 χρόνια, κάνει ο Δ. Γληνός για τις  συνθήκες  που βίωνε ο λαός μετά την νίκη των ναζιστών στο «Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο» περιγράφοντας  την «Αγωνία ενός λαού» ποιες ομοιότητες αναγνωρίζουμε;
            «Απέναντι σ’  αυτή τη φοβερή συμφορά, την άγρια μπόρα που ξέσπασε πάνω στη χώρα μας και καταβασανίζει το λαό μας, ποια είναι η στάση  του λαού; Πώς αντιμετωπίζει ο λαός τα χτυπήματα που αναταράζουν όλη του τη ζωή; Από τη μια μεριά τα χτυπήματα της τυραννίας των ξένων καταχτητών,  την αρπαγή του ψωμιού του, την ολόπλευρη στέρηση των μέσων της ζωής του, την αβεβαιότητα, τη μαύρη έγνοια που τον κατατρώγει την πάσαν ημέρα, το θάνατο που τον τριγυρίζει με χίλιες μορφές την κάθε στιγμή; Και από την άλλη μεριά τα χτυπήματα της προδοσίας, την άγρια και αχόρταγη μανία της κερδοσκοπίας, την αισχρή συνωμοσία των εκμεταλλευτών της δυστυχίας του;
          Από τη μια στιγμή  στην άλλη, όλα τα στρώματα του λαού μας είδανε να αναποδογυρίζεται και να γκρεμίζεται γύρω τους το οικοδόμημα της ζωής τους. Ο εργάτης έχασε τα δουλειά του, βρέθηκε στο δρόμο απένταρος. Μα και όποιος είχε  δουλειά, το μεροκάματό του έγινε με μιας μηδενικό των μηδενικών. ¨Ο,τι  κέρδιζε όλο το μήνα δεν του έφτανε  πια για να ζήσει ούτε μιαν ημέρα. Αν πρωτύτερα μπορούσε να τρώει  αυτός και τα παιδιά του ένα κομμάτι ψωμί, λίγες ελιές, λίγα χορταρικά, τώρα χάθηκε και το ψωμί και η ελιά και το χόρτο. Το σκληρό μονοπάτι που βάδιζε πάντα, έγινε τώρα δρόμος μαρτυρίου, που οδηγούσε κι αυτόν και τη γυναίκα  του και τα παιδιά του κατευθείαν στο νεκροταφείο. Στην ίδια θέση βρέθηκαν όλοι οι μισθωτοί. Ο ιδιωτικός και δημόσιος υπάλληλος, ο τραγικός αυτός αιώνιος  ακροβάτης ανάμεσα στην πείνα  και στην κοινωνική αξιοπρέπεια, έχασε κάθε ισορροπία. Το κρυφό  μαρτύριό τους έγινε τώρα πια φανερό. Σιγά σιγά αποσκελετώθηκε αυτός και η φαμελιά του. Τα ρούχα του κυλάν από πάνω του, το πρόσωπό του εσούρωσε. Όλοι γέρασαν με μιας και στα μάτια τους ζωγραφίστηκε η μαύρη έγνοια και η αγωνία η θανάσιμη. Η διάσταση ανάμεσα στο εισόδημα και στα πιο απαραίτητα έξοδα της ζωής έγινε τρομαχτική. ¨Ολος ο μισθός δε φτάνει για να αγοράσει τα τρόφιμα δέκα ημερών, πέντε ημερών, τριών ημερών, μιας ημέρας. Όλος ο μισθός ενός μηνός δε φτάνει για να περάσει ένα ζευγάρι σόλες στα τρύπια παπούτσια του! Και για το μισθωτό, λοιπόν, άνοιξε πλατύς ο δρόμος του νεκροταφείου, η μαύρη πύλη του θανάτου από μαρασμό, που καταπίνει  τα παιδιά του, τους γονιούς του, τη γυναίκα του και αυτόν τον ίδιο. Οι συνταξιούχοι πολιτικοί και στρατιωτικοί και τα θύματα των πολέμων έπαθαν χειρότερα. Οι μικροί και μεσαίοι εισοδηματίες και πολλοί, γλυκά αποκοιμισμένοι απάνω στο μαλακό προσκέφαλο της εξασφαλισμένης ζωής, ξύπνησαν τραγικά μπροστά στο τρομαχτικό φάσμα της πείνας.
         Και όλοι αυτοί, εργάτες, υπάλληλοι, επαγγελματίες, βιοτέχνες, εισοδηματίες, που άνοιξε με μιας βαθύς ο λάκκος  μπροστά τους, άρχισαν να ξεπουλάνε ό, τι βρισκόταν  σπίτι τους. Δαχτυλίδια, βέρες, ρολόγια, έπιπλα, χαλιά, τεντζερέδια, πιατικά, παπλώματα, κουβέρτες, ρουχισμός πήρανε το δρόμο της αγοράς. Κάθε μικροοικονομία εξανεμίστηκε(…)
          Τα ίδια και χειρότερα γίνονται στα χωριά, μ΄ όλη τη φαινομενική υπερτίμηση των αγροτικών προϊόντων και το φαινομενικό πλούτο που συσσωρεύεται στις κασσέλες μερικών αγροτών. Εδώ βέβαια φάνηκε στην αρχή σα να ήρθε αναπάντεχα ο χρυσός αιώνας. Οι χωριάτες είδανε με μιας να τρέχουνε τα χιλιάρικα μέσα στο σπιτικό τους, να μπαίνουνε από τις πόρτες και τα παράθυρα τα λεφτά, και να χρυσοπουλιέται το σιτάρι τους, το καλαμπόκι τους, το λαχανικό τους, η πατάτα τους, η ελιά τους, το κρασί τους, το τυρί τους, το γάλα τους. Πίστεψαν πως τώρα μπορούνε κι’ αυτοί να ξεχρεώσουν τα χτήματά τους, ν’  αγοράσουνε κι άλλα χτήματα, ν’ αγοράσουνε σπίτια στις πολιτείες(…) Σιγά- σιγά όμως άρχισαν  να βλέπουν να λυώνει μπροστά στα μάτια τους  ο θησαυρός(…) Δεν έχουν γάλα, δεν έχουνε αυγό να φάνε. Και ήρθε και το κράτος να τους πάρει κα τα γεννήματα με τη βοήθεια των καραμπινιέρων. Στο τέλος στερήθηκαν  και το ψωμί. Δεκάδες πεθαίνουν οι φτωχοί χωριάτες από πείνα, γυμνοί  και ξυπόλητοι περπατάνε. Και στο τέλος τέλος και κείνοι που έχουν σωριασμένα τα χιλιάρικα στις κασέλες τους θα ιδούνε πως δεν θα μπορούν ούτε στο τοίχο να τα κολλήσουνε για ταπετσαρία γιατί θα τους λείπει η κόλλα. Είναι κοινή η συμφορά για όλους κι ας μη μας ξεγελάει ο Νιαγάρας του χαρτιού. Τα πραγματικά αγαθά, τα προϊόντα μας, ό,τι έχουμε υλικό αγαθό, αυτό εξατμίζεται, φεύγει, πάει στα ξένα χέρια και σε ξένες κοιλιές.(…)
        Και κανένας μας αληθινά δεν ξεγελιέται. Απέναντι σ’ αυτή τη μαύρη δυστυχία, που μας έρριξαν, και που ο μόνος σκοπός τους είναι να την μονιμοποιήσουν, μια και μόνη είναι η ψυχική στάση του λαού μας απ΄ άκρη σ’ άκρη, εξόν από τους προδότες και τα τσακάλια. Μίσος άγριο κι άρνηση απόλυτη!
       Οι ξένοι καταχτητές και οι ντόπιοι αιματορουφηχτάδες ένα σκοπό έχουνε: Να μας λυγίσουν τις ψυχές κάτω από τα χτυπήματα της συμφοράς, να σπάσουνε τα ζωτικά νεύρα της ζωής μας, να τσακίσουν την ψυχική μας αντίσταση, να μας κάνουνε να δεχτούμε τη μαύρη μοίρα  να μας ρίξουνε στην απελπισία και στη μοιρολατρεία(…)
       Ο λαός που τσακίζεται από την υπέρτερη βία για μια στιγμή, δεν είναι ακόμα σκλάβος. Σκλάβος γίνεται  από τη στιγμή που ψυχικά δέχεται τη σκλαβιά(…)»
     

Δ. Γληνού, εκλεκτές σελίδες, τόμος τέταρτος, εκδ. Στοχαστής