Αναγνώστες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

Μισό (ακομα ) σχολια για την Δημοκρατία στην Ευρωπη ..



Μισό (ακομα ) σχολια για την Δημοκρατία στην Ευρωπη ...
.του  Πέτρου Θεοδωρίδη

''όχι με έναν πάταγο -αλλά με ένα Λυγμό''( Έλιοτ)

ε ναι κάπως έτσι τελειώνουμε Η δημοκρατία ήταν μια ιστορία της Ευρώπης που αφορούσε λίγους ,πολύ λίγους .. Δεν είχε σχέση με την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία Οι ελευθεριες της ηταν αρχικά ελευθεριες φεουδαρχών- αυτων που υπεγραψαν την Μαγκνα καρτα. Η θρησκευτική ελευθερια ηταν αποτέλεσμα αδιέξοδου στους θρησκευτικούς πολέμους Αμοιβαίας εκεχειρίας σε μια κατάσταση Μη πολέμου που ακλούθησε μια γενική σφαγή. Αγγλική Επανάσταση , Γαλλική Επανάσταση , Ελληνική Επανάσταση: κατά τον 18 ο και 19ο αιώνα η Δημοκρατία προχωρούσε στην Ευρώπη με μικρά βήματα αρχικά που διαρκώς επιταχύνονταν - και με σφαγές. Ένα βήμα μπρος δυο βήματα πίσω . Ενώ μεταξύ ο κόσμος όλος γινόταν Ευρωπαϊκή αποικία και γνώριζε τον απολυτό τρόμο: γενοκτονίες -Εκατό εκατομμύρια ινδιάνοι, η Αφρική να αιμορραγεί από το δουλεμπόριο , παναρχαιοιπολιτισμοι να χάνονται στην Ασία οι αμποριγινες να εξοντώνονται συστηματικά.. Και η μετανάστευση με μια φορά ακριβώς αντίστροφη από την σημερινή. Ήταν οι φτωχοί κάτοικοι της Ευρώπης , ο πλεονάζων πληθυσμός της που πήγαινε να εγκατασταθεί στις αποικίες του υπόλοιπου κόσμου : ως Κυρίαρχη ράτσα . Δεν ήταν ο ρατσισμός που προηγήθηκε αλλά η αποικιοκρατία και η Μαύρη δουλεία που τον παρήγαγε Δεν υπήρχε ρατσισμός στην Ευρώπη με την έννοια του χρωματος,πριν ξεκινήσουν το δουλεμπόριο οι Πορτογάλοι πο πρωτοχρησιμοποιησηαν και τη λέξη razza , ο Οθελος του Σαίξπηρ ήταν μαύρος  αλλά  κατειχε   υψηλοτατο  αξίωμα   στον ενετικο στρατο....
συνεχιζεται .
 
 

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

You Pay Your Crisis: Ευρωπαϊκή προοπτική, εργατικό κίνημα και σοσιαλισμός

You Pay Your Crisis: Ευρωπαϊκή προοπτική, εργατικό κίνημα και σοσιαλισμός
του Κ. Καλλωνιάτη

Στο προτελευταίο άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στο youpay με τίτλο «Ούτε ίχνος αλήθειας ;» δέχθηκα ως σχόλιο μία πολύ σοβαρή κριτική για τις απόψεις που έχω προβάλλει σχετικά με την ΕΕ και τη στάση του κινήματος απέναντί της από τον Δημήτρη.Τ, στον οποίο και υποσχέθηκα μία πιο εκτενή και ολοκληρωμένη απάντηση σε μορφή ξεχωριστού κειμένου. Παραθέτω, λοιπόν, αμέσως τα πολύ ενδιαφέροντα ερωτήματα του Δ.Τ. και τις σχετικές απαντήσεις μου :
Ερώτηση 1η : Η ΕΕ δεν είναι ένα ενιαίο ευρωπαϊκό κράτος. Παραμένει μία ένωση ανεξάρτητων κρατών με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης και ισχύος. Η ΕΕ δεν ακύρωσε τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε αυτά τα κράτη. Η κρίση όξυνε αυτόν τον ανταγωνισμό. Το κοινωνικό κράτος και τα δικαιώματα δεν είναι αποτέλεσμα της ΕΕ. Αντίθετα η λεγόμενη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση διευκόλυνε και επιτάχυνε την αποδόμηση τους. Ποιό είναι το θετικό αποτέλεσμα που έχει φέρει η υπαρκτή ΕΕ μέχρι τώρα στους εργαζόμενους της Ευρώπης; Η υπαρκτή, όχι η φαντασιακή προβολή που επιχειρούν διάφοροι; Δεν πρόκειται περί μίας ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης που εκμεταλλεύεται τον τρίτο κόσμο (δες ΚΑΠ, εμπορική πολιτική κλπ) και ανταγωνίζεται αποτελεσματικότερα τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα;



Απάντηση : Έχετε δίκιο, η ΕΕ δεν είναι ένα ενιαίο ευρωπαϊκό κράτος. Δεν είναι όμως και μία απλή ένωση ανεξάρτητων κρατών όπως το παρουσιάζετε. Δεν αποτελεί πλέον ένα απλό άθροισμα κρατών. Κατά τον ίδιο τρόπο που η παγκόσμια οικονομία δεν αποτελεί ένα άθροισμα εθνικών οικονομιών. Είναι πολλά περισσότερα. Αγαθά, υπηρεσίες, κεφάλαια και σε μεγάλο βαθμό και εργατική δύναμη κινούνται ελεύθερα μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωζώνης στη βάση ενός κοινού νομίσματος και στα πλαίσια κάποιων κοινών κανόνων και πολιτικών (πχ δημόσιος τομέας, ενέργεια, τράπεζες κλπ), ενώ προς τα έξω (τρίτες χώρες) έχουν κοινή εμπορική πολιτική. Έτσι, ενώ η ανισόμετρη ευρωπαϊκή ανάπτυξη έχει αυξήσει τις εσωτερικές αντιθέσεις ανάμεσα σε διάφορες περιοχές και χώρες της ΕΕ με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, συγχρόνως έχει επιτρέψει τη στενή διαπλοκή των επιχειρηματικών και ταξικών συμφερόντων των αστικών τάξεων αυτών των χωρών σε επίπεδο κορυφής τουλάχιστον. Η ομογενοποίηση-σύγκλιση και η διαφοροποίηση-απόκλιση είναι δύο παράλληλες διαδικασίες που συνοδεύουν την καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη και όχι μόνον. Το ότι η κρίση όξυνε τον ανταγωνισμό και τις ανισότητες στο εσωτερικό της ΕΕ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Ότι η κυρίαρχη μορφή που λαμβάνει αυτός ο ανταγωνισμός είναι η παλιά μορφή του ανταγωνισμού των εθνικών κρατών, αυτό είναι κάτι για το οποίο δεν έχω καθόλου πεισθεί μέχρι τώρα. Αντίθετα, τείνω να δεχθώ πως η κρίση μαζί με την αύξηση των διαφορών και αποκλίσεων στα ενδοευρωπαϊκά επίπεδα ανάπτυξης, ενέτεινε και τη καθετοποίηση της ιεραρχίας (με όλο τον αυταρχισμό και πολιτικό δεσποτισμό που την συνοδεύει) αναδεικνύοντας τον κυριαρχικό ρόλο της γερμανογαλλικής ηγεσίας αλλά και τις μεταξύ της αντιπαλότητες. Το στοίχημα βεβαίως για την έκβαση της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης παραμένει ανοιχτό, όμως είναι φανερό νομίζω πως υπό την πίεση της κρίσης καταβάλλονται προσπάθειες από τις ευρωπαϊκές αστικές ελίτ και των πολιτικών εκπροσώπων τους για τη ενίσχυση των κεντρομόλων δυνάμεων και θεσμών που θα επιτρέψουν την προώθηση της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ. Ο νέος μηχανισμός διάσωσης προβληματικών και υπερχρεωμένων χωρών, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες με τις συνακόλουθες κυρώσεις σε περίπτωση παράβασής τους, οι σχεδιαζόμενες χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις και φορολογίες, ο ενεργειακός σχεδιασμός και η ατζέντα 2020 για την πράσινη ανάπτυξη κλπ αποτελούν μερικές αλλά σαφείς ενδείξεις των προσπαθειών της ευρωπαϊκής σύγκλισης με όλες τις παράλληλες διευρυνόμενες ανισότητες να ισχύουν με το παραπάνω.
Η αποδόμηση ή ελαχιστοποίηση του κοινωνικού κράτους που ορθά αναφέρετε είναι το σήμα κατατεθέν του ταξικού χαρακτήρα που λαμβάνει αυτή η τάση ευρωπαϊκής ενοποίησης σε συνθήκες κρίσης.  Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται το θετικό αποτέλεσμα που φέρνει στους ευρωπαίους εργαζόμενους η υπαρκτή ΕΕ. Γιατί, όπως έλεγαν από παλιά οι κλασσικοί του μαρξισμού, οποιαδήποτε διαδικασία καπιταλιστικής ενοποίησης και ανάπτυξης συνοδεύεται πάντα από την ταυτόχρονη ανάπτυξη των δυνάμεων που θα την ανατρέψουν. Και αυτές οι δυνάμεις δεν είναι άλλες από τους ίδιους τους εργαζόμενους των διαφόρων χωρών-μελών που βλέπουν τα εθνικά σύνορα να πέφτουν τόσο με τα κοινά προβλήματα και την παραπλήσια αντιμετώπισή τους από τις αγορές όσο ακόμη και με τον σχεδιασμό μέτρων τρέχουσας δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής που έχουν όλα «άρωμα Βρυξελλών», δηλαδή άρωμα μιας υπερεθνικής αστικής γραφειοκρατίας.
Τρία, πιστεύω, είναι τα κοινά μέτωπα δράσης όλων των ευρωπαίων εργαζομένων που πρέπει να προβληθούν και να αξιοποιηθούν κατάλληλα από την ευρωπαϊκή αριστερά : το ζήτημα της περιουσίας-χρέους, αυτό του εισοδήματος-απασχόλησης και, αυτό που μόλις έχει αρχίσει να ξεπροβάλλει αλλά ελάχιστα έχει συνειδητοποιηθεί, δηλαδή του εμπορικού πολέμου-ειρήνης. Και οι τρεις αυτοί τομείς συνιστούν τον κοινό παρονομαστή στα προβλήματα, τα αιτήματα και τις κινητοποιήσεις των ευρωπαίων εργαζομένων τους επόμενους μήνες και χρόνια.
Το ζήτημα της περιουσίας συναρτάται άμεσα με το πρόβλημα του χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού. Γιατί η κρίση της υπερχρέωσης είναι που οδηγεί σε δημοσιονομική λιτότητα, αυξήσεις στο κόστος του χρήματος και στάσιμη ή πτωτική οικονομική δραστηριότητα με τάση αποπληθωρισμού των περιουσιακών στοιχείων και έντονης πτητικότητας των αγορών. Η τάση για απομόχλευση τραπεζών και ιδιωτών συνεπάγεται περικοπές δαπανών και οικογενειακών προϋπολογισμών με συνέπεια τη κάμψη της ιδιωτικής ζήτησης και τον αποπληθωρισμό των περιουσιακών στοιχείων. Η αξία των τελευταίων πέφτει (ακίνητα, ομόλογα, μετοχές, συνταξιοδοτικά ταμεία, άλλες κοινωνικές παροχές), την ίδια ώρα που η φορολογία αυξάνει και τα χρέη παραμένουν αμετάβλητα. Τα ιδιωτικά και δημόσια χρέη στα οποία έχουν βυθιστεί λίγο πολύ όλοι οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι κατατρώγουν την περιουσία τους και σκλαβώνουν τα αβέβαια μελλοντικά τους εισοδήματα. Γεγονός που, είτε με την μορφή προτάσεων ακύρωσης χρεών,  είτε με την φορολόγηση και κρατικοποίηση τραπεζών,  αποτελεί έναν πολύ καλό βατήρα πολιτικοποίησης και αφετηρία κοινής δράσης του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη.
Το ζήτημα του εισοδήματος-απασχόλησης είναι ακόμη πιο σημαντικό γιατί όπως όλοι οι αστοί αναλυτές αναγνωρίζουν πλέον η όποια ανάπτυξη των επομένων ετών δεν πρόκειται να δημιουργήσει απασχόληση ικανή να απορροφήσει το νέο και πλεονάζον εργατικό δυναμικό. Αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση της ανεργίας σε μεσοπολεμικά ή σύγχρονα ελληνικά επίπεδα (20% και πάνω) με παρενέργειες την αποσταθεροποίηση της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος. Η απάντηση της αριστεράς δεν μπορεί να είναι άλλη από την μείωση του ωραρίου απασχόλησης και τη μοιρασιά της εργάσιμης εβδομάδας (βλ 30-35ωρο), την ανάπτυξη κοινοτικών και συνεργατικών μορφών εργασίας με κυρίαρχο το στοιχείο του αντιπραγματισμού και της αλληλεγγύης που τόσο έχει λείψει τις τελευταίες δεκαετίας (εξατομίκευση-καταναλωτισμός), καθώς και η προώθηση του εργατικού ελέγχου και της αυτοδιαχείρισης εργοστασίων και επιχειρήσεων που χρεοκοπούν αλλά οι εργαζόμενοι κρίνουν ότι μπορούν να τις δουλέψουν μόνοι τους. Πρόκειται για ένα πολύ γόνιμο μέτωπο κοινής δράσης για το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, καθώς το πρόβλημα της ανεργίας είναι οξύ, διογκούμενο, χρόνιο και γι’ αυτό γνώριμο με την έννοια της ύπαρξης συσσωρευμένων και πολύτιμων εμπειριών που πρέπει να αξιοποιηθούν καταλλήλως. Πρόκειται, επίσης, για έναν καθοριστικό τομέα στην εξέλιξη της ταξικής πάλης, αφού η ανεργία είναι το βασικό όπλο της εργοδοσίας παντού για τον εκφοβισμό, την καταπίεση και εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Τέλος, το ζήτημα του πολέμου και της ειρήνης αποτελεί επίσης μία κόκκινη γραμμή που διαπερνά το σύνολο των ευρωπαϊκών κοινωνιών που έχουν ακριβοπληρώσει με ποταμούς αίματος στο παρελθόν ένα είδος ευρωπαϊκού εμφυλίου (βλ δύο Παγκόσμιους Πολέμους). Ναι, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα πρέπει από τώρα να προτάξει σε κεντρικό επίπεδο το ζήτημα της ειρήνης αρνούμενο να συρθεί η ΕΕ σε μία αλληλουχία νομισματικών υποτιμήσεων, εμπορικών φραγμών και δασμών που η ιστορία μας έχει διδάξει πως αναπότρεπτα καταλήγουν στον μιλιταρισμό, τη στρατιωτική αναμέτρηση και τον πραγματικό πόλεμο. Αυτή η διαδικασία έχει μόλις ξεκινήσει διεθνώς αποκαλύπτοντας την ουσιαστική έλλειψη προοπτικής ομαλής εξόδου του καπιταλισμού από την κρίση. Μόνη εναλλακτική είναι ο βίαιος και κανιβαλικός ανταγωνισμός σε εθνική και περιφερειακή βάση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Μία αναμέτρηση που θα κλιμακωθεί και στης οποίας τη δίνη θα παρασυρθούν ούτως ή άλλως όλα τα μικρά «ανεξάρτητα» έθνη… Για τον λόγο αυτό πρέπει το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα να κάνει σημαία του το θέμα της ειρήνης δίνοντας μάχες για την αποτροπή ενός ευρωπαϊκού προστατευτισμού και την οικοδόμηση διεθνιστικών δεσμών με την εργατική τάξη στις άλλες χώρες και ηπείρους του πλανήτη. Διαφορετικά η καταστροφική δύναμη που λέγεται καπιταλισμός είναι ικανή να αφανίσει όλη την ανθρωπότητα.

Ερώτηση 2η : Η ΟΝΕ δεν αποτελεί μία βέλτιστη οικονομική ζώνη. Το ευρώ είναι μηχανισμός αποκλίσεων, αφού δεν είναι νόμισμα μίας ενιαίας οικονομικής και πολιτικής οντότητας. Το βασικό συγκολλητικό του στοιχείο είναι η ταξική προκατάληψη σε βάρος της εργασίας που φέρει στον πυρήνα του: το εργατικό κόστος ως ο μόνος ελαστικός παράγοντας προσαρμογής του νομίσματος στις διακυμάνσεις της αγοράς. Πρέπει να εξηγηθεί αυτό το γεγονός στο εργατικό κίνημα; Είναι το όριο των εργατικών διεκδικήσεων η διατήρηση του ευρώ;

Απάντηση : Ασφαλώς και η ΟΝΕ δεν αποτελεί μία βέλτιστη νομισματική ζώνη. Ασφαλώς και οι αποκλίσεις μεγάλωσαν στο εσωτερικό της με την Ευρωζώνη να μένει βασισμένη απλά στο ευρώ και να μην προχωρά τόσο καιρό σε μία δημοσιονομική και πολιτική ολοκλήρωση. Με την έννοια αυτή το ευρώ και η Ευρωζώνη αντιμετωπίζουν, πέρα από τη γενικότερη οικονομική κρίση, μία ειδική κρίση θεσμών, οικονομικής οργάνωσης και πολιτικής διαχείρισης. Όμως, ας μην μεγαλοποιούμε το ευρωπαϊκό πρόβλημα. Δεν υπάρχει καπιταλιστική οικονομία που εξαιτίας της κρίσης να μην αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της αύξηση των ανισοτήτων και αποκλίσεις στα επίπεδα ανάπτυξης. Μην πάτε στις ΗΠΑ ή την Ιαπωνία. Κοιτάξτε τι γίνεται μόνον στην Β. Ελλάδα συγκριτικά με την υπόλοιπη χώρα και θα καταλάβετε. Συνεπώς, η Ευρωζώνη είτε θα μετεξελιχθεί σε ένα περισσότερο ενιαίο  οικονομικό και πολιτικό μόρφωμα, είτε θα διαλυθεί πιθανότατα σε ομάδες χωρών, είτε θα στραφεί στον σοσιαλισμό.
Ασφαλώς, λοιπόν, η διατήρηση του ευρώ δεν είναι το όριο των εργατικών διεκδικήσεων. Δεν είναι όμως και η έξοδος από αυτό ή/και η καταστροφή του, η αφετηρία ή ο βασικός στόχος τους. Ας υποθέσουμε ότι οι κινήσεις που γίνονται σήμερα – υπό την πίεση της κρίσης - σε ευρωπαïκό επίπεδο για την επιβολή δημοσιονομικής πειθαρχίας, δημιουργίας μηχανισμών διάσωσης και συγκέντρωσης περισσότερων εξουσιών στις Βρυξέλλες αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς και, έστω, με αυταρχικό τρόπο, από τα πάνω και σταδιακά συγκροτείται το πρόπλασμα ενός ενιαίου ευρωπαϊκού  κράτους ικανού να κρατά τις στοιχειώδεις εθνικές και κοινωνικές ισορροπίες εντός της επικράτειάς του. Τι αλλάζει για τους έλληνες και ευρωπαίους εργαζόμενους ;
Οι συνθήκες διαβίωσης μπορεί και να χειροτερέψουν,  στο βαθμό που κάθε καπιταλιστική κρίση βασίζεται στην εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης, διευρύνει τις ανισότητες μεταξύ τάξεων, περιφερειών (βλ Ελλάδα) και χωρών και επιδεινώνει το βιοτικό επίπεδο. Αυτό, όμως, που αλλάζει δραστικά είναι το πεδίο της ταξικής πάλης. Γιατί όσο ομογενοποιούνται οι συνθήκες της οικονομικής δραστηριότητας και της εργασιακής εκμετάλλευσης, όσο οι κανόνες και οι θεσμοί που τους επιβάλλουν γίνονται ενιαίοι, τόσο μεγαλύτερη είναι η καθημερινή υλική σύγκλιση μεταξύ των ευρωπαίων εργαζομένων στους τομείς των προβλημάτων, της οργάνωσης, των αιτημάτων και των τρόπων διεκδίκησής τους. Η δύναμη βρίσκεται στην ενότητα. Και η αντικειμενική βάση της ενότητας είναι πλέον όχι μόνον υπαρκτή αλλά και ορατή δια γυμνού οφθαλμού σε όλους. 
Συνεπώς, ασφαλώς και το ευρώ δεν είναι το κυρίως πρόβλημα που απασχολεί ή πρέπει να απασχολεί το εργατικό κίνημα σε Ελλάδα ή αλλού. Αυτός είναι ο λόγος που θεωρώ ψευτοδίλημμα το «μέσα ή έξω από το ευρώ». Δεν θα έπρεπε να τίθεται τέτοια επιλογή στόχου για το εργατικό κίνημα. Γιατί, είτε έτσι είτε αλλιώς, μιλάμε για δύο αστικές πολιτικές ανάμεσα στις οποίες εσφαλμένα καλούνται οι εργαζόμενοι να επιλέξουν. Ενώ είναι γνωστό (ή θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον) πως οι μαρξιστές επιδιώκουν πάντα να σφυρηλατήσουν μία ανεξάρτητη ταξική πολιτική για το εργατικό κίνημα. Αυτή ήταν πάντα η προσέγγιση σε επίπεδο αρχής των Μαρξ-Ενγκελς. Κάνανε κριτική τόσο στο ελεύθερο εμπόριο (βλ σήμερα ΟΝΕ) όσο και στον προστατευτισμό (έξοδος από ευρώ, υποτίμηση δραχμής, βιομηχανική πολιτική, αυτοδύναμη ανάπτυξη). Όμως, αν τους υποχρέωνες να διαλέξουν, διάλεγαν υπέρ του ελεύθερου εμπορίου με το εξής σκεπτικό : ότι αποδεσμεύει χωρίς χαλινάρι τις αναπτυξιακές και γι’ αυτό καταστροφικές δυνάμεις του καπιταλισμού, με συνέπεια οι εργαζόμενοι να χάνουν τις αυταπάτες τους και να μπορούν να ενώσουν τις δυνάμεις τους πιο εύκολα πέρα και πάνω από εθνικά σύνορα.
Με άλλα λόγια η αντίθεσή μου με την «έξοδο από το ευρώ» δεν έχει να κάνει με το ευρώ αυτό καθεαυτό, αλλά με το σε ποια βάση εξυπηρετούνται καλύτερα τα συμφέροντα του ελληνικού και ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος. Αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί ένα διεθνιστικό κίνημα εργαζομένων να αναπτυχθεί ταχύτερα και αποτελεσματικότερα – δεδομένου και του διδάγματος του 20ου αιώνα ότι σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα είναι ανέφικτος - και όχι μία οπτική εγκατάλειψης της εθνικής πάλης του εργατικού κινήματος ή κάποιας μηχανιστικής πεποίθησης ότι οι αγώνες πρέπει να αναπτύσσονται ταυτόχρονα σε όλη την ΕΕ για να είναι αποτελεσματικοί,  όπως εσφαλμένα και στρεβλωτικά μου αποδίδεται από ορισμένους.

Ερώτηση 3η : Από τη στιγμή που η ΕΕ και η ΟΝΕ παραμένουν ενώσεις ανεξάρτητων κρατών, η ταξική πάλη μπορεί να τις διαπεράσει μόνο έμμεσα και διαμεσολαβημένα από τις εθνικές κυβερνήσεις και τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα κράτη. Σε αντίθεση με το εθνικό κράτος που το διαπερνά άμεσα, καθώς είναι το προφανές και άμεσο επίδικο των διεκδικήσεων. Με δεδομένη την ανισόμερη εξέλιξη της κρίσης, της οικονομίας και της ταξικής παλης ανάμεσα στα κράτη της ΕΕ και ΟΝΕ, πως είναι δυνατόν να εξαρτάται η αντιμετώπιση του άμεσου προβλήματος του χρέους της Ελλάδας, με την επίκληση στην ενότητα των εργαζομένων της Ευρώπης, η οποία είναι αντικειμενικά ένας εξαιρετικά μακροπρόθεσμος στόχος; Εάν θεωρείται πως αυτή η ενότητα είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, τότε φοβάμαι πως το αίτημα σας για διαγραφή του χρέους έως και 70%, με τη δική σας λογική δεν είναι το καταλληλότερο για να υπηρετήσει αυτή τη στρατηγική. Στους Γερμανούς εργαζομένους, που βλέπουν τους μισθούς τους να έχουν πέσει τα τελευταία χρόνια, δεν κάνει καμία αίσθηση. Αντίθετα, βοηθούντος και της αστικής προπαγάνδας το εκλαμβάνουν ως διεκδίκηση από τη μεριά των ελλήνων η χώρα τους να πληρώσει την κατανάλωση των ελλήνων (που πήραν σημαντικές αυξήσεις εν αντιθέσει με αυτούς). Το επιχείρημα να πληρώσουν οι τράπεζες δεν πείθει κανέναν τη στιγμή που τα κράτη πλέον ξεχρεώνουν τις τράπεζες με λεφτά των φορολογουμένων. Εάν θέλατε να είστε συνεπής με τη θέση περί ευρωπαϊκού συντονισμού των αγώνων, τότε το χρέος και η διαγραφή του δεν είναι το κατάλληλο αίτημα. Αντίθετα, στόχοι όπως ένας ευρωπαϊκός κατώτατος μισθός, ενιαία φορολόγηση, ευρωομόλογο κλπ θα ήταν καταλληλότερα αιτήματα. Που όμως δεν απαντούν στο άμεσο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας που είναι το χρέος.
Συνοψίζοντας όσο εύκολο είναι η δική σας πρόταση για κούρεμα του χρέους κατά 70% εντός ΟΝΕ, να δημιουργήσει ευρωπαϊκό κίνημα, άλλο τόσο είναι και η πρόταση του Καζάκη για στάση πληρωμών. Όσοι υποστηρίζουν πως τα άμεσα προβλήματα των μεμονωμένων οικονομιών της ΟΝΕ μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσα από την κοινή πάλη των ευρωπαίων εργαζομένων, αγνοούν την πραγματικότητα της ΕΕ και της ΟΝΕ. Σε τι ακριβώς καλούν το κίνημα να παλέψει; Να γίνει πρώτα η ΕΕ και η ΟΝΕ ένα κανονικό καπιταλιστικό κράτος, που θα εφαρμόσει ύστερα μία κεϋνσιανή, αναδιανεμητική πολιτική με κατεύθυνση έναν ευρωπαϊκό σοσιαλισμό;
Υπάρχει όμως και η λενινιστική πολιτική του "σπασίματος της αλυσίδας στον πιο αδύναμο κρίκο". Η ταξική πάλη σε μία χώρα θα πρέπει να οδηγείται στα άκρα με στόχο την αποδυνάμωση ή και το σπάσιμο όλης της αλυσίδας. Σε τελική ανάλυση ούτε το κράτος είναι το όριο των διεκδικήσεων μας. Εάν τα αιτήματα μας συναντούν την αδυναμία ή την άρνηση του καπιταλιστικού κράτους να τα υλοποιήσει τότε, καταστρέφουμε το κράτος και οικοδομούμε το εργατικό στη θέση του.
Απάντηση : Ρωτάτε «πως είναι δυνατόν να εξαρτάται η αντιμετώπιση του άμεσου προβλήματος του χρέους της Ελλάδας, με την επίκληση στην ενότητα των εργαζομένων της Ευρώπης ;» και λίγο παρακάτω πως εάν ήθελα να είμαι «συνεπής με τη θέση περί ευρωπαϊκού συντονισμού των αγώνων, τότε το χρέος και η διαγραφή του δεν είναι το κατάλληλο αίτημα. Αντίθετα, στόχοι όπως ένας ευρωπαϊκός κατώτατος μισθός, ενιαία φορολόγηση, ευρωομόλογο κλπ θα ήταν καταλληλότερα αιτήματα. Που όμως δεν απαντούν στο άμεσο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας που είναι το χρέος.»
Την απάντηση θα τη βρείτε στον παρακάτω πίνακα που έχει δημοσιεύσει τελευταία ο κ. Βιλιάρδος (βλ «Η έξοδος από τη κρίση» 11-10-10) όπου φαίνεται ο όγκος των ιδιωτικών χρεών που κουβαλούν στις πλάτες τους οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι – πολύ μεγαλύτερος των ελληνικών - και θα έχουν μεγάλο πρόβλημα να εξυπηρετήσουν προσεχώς. Και αυτό χωρίς να υπολογίζουμε τα βάρη από τα δημόσια χρέη που δεν απέχουν πολύ από το αντίστοιχο ελληνικό και τα οποία θα νιώσουν για τα καλά στο πετσί τους όταν τα προβλήματα αναχρηματοδότησης και αποπληρωμής γενικευτούν πέραν του ευρωπαϊκού Νότου.

ΠΙΝΑΚΑΣ VI: Συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό

Χώρα
Συνολικό Χρέος*
Δημόσιο Χρέος**
Ιδιωτικό Χρέος




Ελλάδα
252%
128,90
123,1%
Γερμανία
285%
76,70
208,3%
Ιταλία
315%
116,70
198,3%
Γαλλία
323%
82,50
240,5%
Πορτογαλία
323%
84,60
238,4%
Μ. Βρετανία
466%
80,00
386,0%
Πηγή: Συνδυασμός στοιχείων από Κομισιόν, McKinsey Global Institute και μελέτη της Deutsche Bank, σύμφωνα με την οποία το ιδιωτικό χρέος της Ελλάδας είναι 123% του ΑΕΠ, ενώ της Πορτογαλίας 239%
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
*    Δημόσιο και ιδιωτικό, εσωτερικό και εξωτερικό
**   Πρόβλεψη 2010
Με δύο λόγια, όπως η μεγάλη φούσκα των πιστώσεων ήταν και παραμένει παγκόσμια, το ίδιο παγκόσμιο και πανευρωπαϊκό είναι το πρόβλημα του χρέους. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα (όχι μία φαντασίωση) και αυτός είναι ο κοινός παρονομαστής για την συντονισμένη δράση του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος. Ποτέ στην ιστορία τα προβλήματα των εργαζομένων δεν ήταν τόσο κοινά στην ουσία τους και ποτέ άλλοτε το διεθνές θεσμικό και εργασιακό περιβάλλον δεν ήταν τόσο συγγενές για μία αποτελεσματική σύγκλιση των διεκδικήσεων και αγώνων τους. Το να αγνοούμε και να παρακάμπτουμε αυτή την πραγματικότητα, επειδή ο καπιταλισμός και η ζωή αναπτύσσονται ανισόμετρα και μέσα από αντιφάσεις είναι τεράστιο λάθος. Πολύ περισσότερο που ο νόμος της «ανισόμετρης και συνδυασμένης ανάπτυξης» επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις που το οργανωμένο πολιτικά εργατικό κίνημα οφείλει να λαμβάνει υπόψη του ή/και να προβλέπει.
Για παράδειγμα, μέχρι χθες στο μάτι του κυκλώνα του χρέους και των αγορών ήταν η Ελλάδα και όλοι μιλούσαν για «ελληνική κρίση». Σήμερα όμως τι ακριβώς συμβαίνει ; Το σκηνικό άλλαξε δραματικά χάρις στον συνδυασμό των ανισόμετρων εξελίξεων. Για πρώτη φορά στη Γαλλία μετρήθηκαν 3,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι να απεργούν κατά της ασφαλιστικής αντιμεταρρύθμισης της κυβέρνησης. Για πρώτη φορά είχαμε ανάλογες κινητοποιήσεις στη Ρουμανία και μαζικές απεργιακές εκδηλώσεις στην Ιταλία για τις περικοπές δαπανών στην Παιδεία. Ακόμη, για πρώτη φορά ο δυτικός τύπος διαπιστώνει πως το Βέλγιο τελεί υπό διάλυση και αναρωτιέται εάν η χώρα αυτή θα είναι η επόμενη βόμβα που θα σκάσει. Όλα αυτά χωρίς να αναφέρουμε τις εξελίξεις σε Ισπανία, Πορτογαλία, Βρετανία και Ιρλανδία. Αρκεί μόνον να πούμε πως η Ιρλανδία που είχε πολύ χαμηλό δημόσιο χρέος και έλλειμμα ξαφνικά σε μία μέρα είδε το έλλειμμά της να εκτινάσσεται σε 32% του ΑΕΠ (παγκόσμιο ρεκόρ) λόγω των προσπαθειών διάσωσης των προβληματικών τραπεζών της που αναπόφευκτα επωμίζονται οι ιρλανδοί φορολογούμενοι. Λέτε να μείνουν με σταυρωμένα χέρια ; Ή μήπως νομίζετε πως το πρόβλημά τους είναι εθνικό και ο αγώνας τους είναι αποκλειστικά «εθνικός» αγώνας ;
Ο πίνακας που παραθέσαμε είναι η απεικόνιση μιας ωρολογιακής βόμβας που κάνει τικ-τακ και όμως θέλουμε να αγνοούμε. Τα ευρωπαϊκά προβλήματα είναι κοινά στη βάση τους και δεν έχουν να κάνουν με τη φορολογία, τους μισθούς ή το ευρωομόλογο όπως εσφαλμένα τονίζετε (υπαρκτά αλλά δευτερεύοντα προβλήματα στην παρούσα συγκυρία), αλλά με τα χρέη, την ανεργία και τον επερχόμενο πόλεμο ! Αν δεν αντικρύσουμε κατάματα αυτή την πραγματικότητα και δεν αναζητήσουμε τους φυσικούς μας συμμάχους στο πρόσωπο των ευρωπαίων εργαζομένων, εάν στρουθοκαμηλίσουμε με τον αγώνα για «εθνική ανεξαρτησία» και «εθνική αυτοδυναμία» περιοριζόμενοι στο αναπτυξιακό πρόβλημα της «χώρας», τότε πολύ φοβάμαι ότι δεν θα καταλάβουμε γιατί η αριστερά (με ή χωρίς νέο ΕΑΜ) θα βρεθεί για άλλη μία φορά στο στρατόπεδο των νικημένων. Δεν θα αντιληφθούμε γιατί ενώ απέναντί μας δεν θα έχουμε μόνον τον ελληνικό αλλά όλο τον ευρωπαϊκό κρατικό μηχανισμό, οι έλληνες εργαζόμενοι θα είναι τραγικά μόνοι… Γιατί δεν θα έχουν ενώσει έγκαιρα τις δυνάμεις τους με τους άλλους ευρωπαίους πάνω σε μεταβατικά αιτήματα ικανά να οδηγήσουν στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της Ευρώπης.
Τέλος, όσον αφορά τη λενινιστική πολιτική του "σπασίματος της αλυσίδας στον πιο αδύναμο κρίκο" της, θέλω να παρατηρήσω τα εξής. Πριν 100 χρόνια η αλυσίδα έσπασε στον πιο αδύναμο κρίκο και συνέχισε μεταπολεμικά να σπάει σε άλλους αδύναμους κρίκους της καπιταλιστικής περιφέρειας (κυρίως σε πρώην αποικίες όπου κυριαρχούσε ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας και ο καπιταλισμός ήταν σε εμβρυακή κατάσταση). Τη συνέχεια όλη τη ξέρουμε. Ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός θριάμβευσαν μέχρι του σημείου να επανεντάξουν τους αδύναμους κρίκους στην ισχυρότερη από ποτέ αλυσίδα. Το «παιχνίδι» χάθηκε όμως στην αρχή, όταν το σπάσιμο της αλυσίδας στον αδύναμο κρίκο δεν συνοδεύτηκε από το σπάσιμό της και σε έναν δυνατό κρίκο. Όταν δηλαδή η πετυχημένη Οκτωβριανή επανάσταση δεν ακολουθήθηκε από μία ανάλογη επιτυχία της γερμανικής επανάστασης. Και αιτία για αυτό ήταν η περιορισμένη ιδεολογική προετοιμασία, πολιτική οργάνωση και συντονισμός του ευρωπαϊκού διεθνιστικού εργατικού κινήματος. Αν αφήναμε κατά μέρος τα τσιτάτα και τις μηχανιστικές αναφορές στις επαναστατικές συνθήκες των 100 προηγούμενων χρόνων και εάν προσπαθούσαμε να διδαχθούμε από τα ιστορικά λάθη και τις παραλείψεις του κινήματος, τότε θα είχαμε σοβαρές ελπίδες και κάθε δικαίωμα να ατενίζουμε το μέλλον των ελλήνων εργαζομένων και της ανθρωπότητας συνολικά με αισιοδοξία.

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Ούλριχ Μπεκ: Ευρωπαίοι ορθώστε το ανάστημά σας και ξεσηκωθείτε - Ή μαζί και ωφελημένοι ή χωρισμένοι και χαμένοι / αναδημοσίευση απο το Μετά την κρίση

Ούλριχ Μπεκ: Ευρωπαίοι ορθώστε το ανάστημά σας και ξεσηκωθείτε - Ή μαζί και ωφελημένοι ή χωρισμένοι και χαμένοι




Την Πρωτοχρονιά του 2015 πέθανε ξαφνικά ο Ούλριχ Μπεκ, o πολιτικός επιστήμονας και κοινωνιολόγος που πρώτος διέκρινε και μελέτησε την κοινωνία της παγκοσμιοποιημένης διακινδύνευσης, όπως αυτή παίρνει μορφή και αναπτύσσεται στον κόσμο όπου ζούμε. Οι κοινωνικές τάξεις, όπως τις ξέραμε στην παραδοσιακή βιομηχανική κοινωνία, αποσυντίθενται και αναδιαρθρώνονται, ενώ η παγκοσμιοποίηση οδηγεί σ' έναν «ταχύρρυθμο εκσυγχρονισμό» και σ' ένα είδος «δεύτερης νεοτερικότητας». Ενώ συμβαίνουν αυτά, αναπτύσσονται πολύμορφοι κίνδυνοι που εισβάλλουν στη ζωή του ατόμου: αρχίζουν από την ανεργία, την εξάπλωση της επισφάλειας και τα άλλα επακόλουθα των οικονομικών κρίσεων, και φθάνουν μέχρι την κλιματική αλλαγή και τις μεγάλες οικολογικές απειλές, την πολιτική τρομοκρατία καθώς και την ρευστότητα της οικογένειας ή άλλων δικτύων κοινωνικής συνοχής και σταθερότητας, που σε καιρούς θυέλλης όπως ο σημερινός, λειτουργούσαν ανέκαθεν ως «λιμάνια σ' έναν άκαρδο κόσμο» (Κρίστοφερ Λας).
 
Στη μνήμη του Ούλριχ Μπεκ δημοσιεύουμε το δοκίμιό του για την ευρωπαϊκή κρίση, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο τεύχος 34/2011 του περιοδικού © «Der Spiegel» και αναδημοσιεύτηκε με τον θάνατό του (pdf).
Η ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι, σε μια στροφή που είναι τόσο σημαντική όσο ήταν εκείνη της γερμανικής Ostpolitik, στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η λύση που βρέθηκε τότε ήταν «η αλλαγή μέσω της προσέγγισης» και το αντίστοιχό της σήμερα μπορεί να είναι «πιο πολλή δικαιοσύνη με πιο πολλή Ευρώπη». Και στις δύο περιπτώσεις, το ζήτημα είναι πως μπορεί να γεφυρωθεί ένα χάσμα: τότε το χάσμα ήταν μεταξύ Ανατολής και Δύσης, τώρα είναι μεταξύ Βορρά και Νότου.
Η Ευρώπη είναι μια κοινότητα πεπρωμένου, έτσι μας διαβεβαιώνουν διαρκώς οι πολιτικοί. Ήταν ήδη από την ίδρυση της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η ιδέα που προέκυψε μέσα στη φυσική και ηθική ερήμωση που άφησε πίσω του ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Ostpolitik ήταν η ιδέα που έμελλε να απαλύνει τον Ψυχρό Πόλεμο και να διαπεράσει το Σιδηρούν Παραπέτασμα.
Αντίθετα από παλιότερα κράτη και αυτοκρατορίες, που με περηφάνια γιόρταζαν ως απαρχές τους, τους δικούς τους μύθους και ηρωικές νίκες, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας διεθνικός και υπερεθνικός κυβερνητικός θεσμός που γεννήθηκε από την αγωνία της ήττας και από τον τρόμο μετά το Ολοκαύτωμα. Όμως σήμερα, τώρα που δεν τίθεται πια ζήτημα πολέμου και ειρήνης, τι σημαίνει ευρωπαϊκή κοινή μοίρα μέσα στις εμπειρίες των νέων γενεών; Η υπαρξιακή απειλή από την χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση της ευρωζώνης είναι αυτό που κάνει και πάλι τους Ευρωπαίους να συνειδητοποιήσουν ότι δεν ζουν στη Γερμανία ή στη Γαλλία, αλλά στην Ευρώπη. Οι νέοι της Ευρώπης βιώνουν για πρώτη φορά την «ευρωπαϊκή μοίρα» τους. Η μοίρα αυτή, με τη μορφή αγορών εργασίας κατεστραμμένων από την οικονομική κρίση και από τις απειλούμενες χρεοκοπίες κρατών, πλήττει τους νέους και τις προσδοκίες τους, παρ' όλο που αυτοί είναι καλύτερα εκπαιδευμένοι από κάθε άλλη εποχή. Το ένα πέμπτο των Ευρωπαίων κάτω των 25 ετών είναι άνεργοι.
Στις πλατείες όπου κατασκηνώνει το ακαδημαϊκό πρεκαριάτο και υψώνει τη φωνή του, όλες οι διαμαρτυρίες της νεολαίας ζητούν κοινωνική δικαιοσύνη. Στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, ακόμη και στην Τυνησία, την Αίγυπτο και στο Ισραήλ, με την εξαίρεση της Μεγάλης Βρετανίας, το αίτημα αυτό διατυπώνεται με τρόπο ειρηνικό, ωστόσο δυναμικό. Την Ευρώπη και τους νέους της, τους ενώνει η οργή εναντίον μιας πολιτικής η οποία με ποσότητες χρήματος μεγαλύτερες από κάθε φαντασία, διασώζει τράπεζες, υπονομεύοντας όμως το μέλλον των νέων. Αν οι ελπίδες της ευρωπαϊκής νεολαίας θυσιαστούν μέσα στην κρίση της ευρωζώνης, τι μέλλον θα έχει αυτή η Ευρώπη που γερνά όλο και πιο πολύ;
Σχεδόν καθημερινά οι ειδήσεις μας φέρνουν νέες ενδείξεις ότι εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή επικίνδυνης αταξίας, στην «παγκόσμια κοινωνία της διακινδύνευσης». Εδώ και καιρό, οι επικεφαλίδες διαδέχονται η μία την άλλη: Αβεβαιότητα για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, ο μηχανισμός διάσωσης της ΕΕ βρίσκεται σε κίνδυνο, η καγκελάριος Μέρκελ σε σύσκεψη με τον πρόεδρο Σαρκοζύ για την κρίση, οι οίκοι αξιολόγησης σκέφτονται να υποβαθμίσουν την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ. Σηματοδοτεί η χρηματοπιστωτική κρίση την παρακμή του παλιού οικονομικού κέντρου; Ακόμη και η υπό αυταρχική διακυβέρνηση Κίνα παριστάνει τον απόστολο της οικονομικής ηθικής και παραδίδει μαθήματα στη δημοκρατική Αμερική αλλά και στην ΕΕ.
Σε κάθε περίπτωση, η χρηματοπιστωτική κρίση προκάλεσε το εξής: Έβαλε όλους (ακόμη και τους ειδήμονες και τους πολιτικούς) μέσα σε μια κατάσταση που κανείς πια δεν μπορεί να κατανοήσει. Ως προς τις πολιτικές αντιδράσεις, υπάρχουν δύο αντίθετα ακραία σενάρια: Ένα εγελιανό, σύμφωνα με το οποίο, υπό τις απειλές που δημιουργεί ο καπιταλισμός της παγκόσμιας διακινδύνευσης, η «πανουργία του Λόγου» προσφέρει μιαν ιστορική επιλογή. Αυτή είναι η κοσμοπολιτική επιταγή: συνεργασία ή αποτυχία· ή μαζί και ωφελημένοι ή χωρισμένοι και χαμένοι.
Ταυτόχρονα, το ανεξέλεγκτο των χρηματοπιστωτικών κρίσεων (όπως και της κλιματικής αλλαγής και των μεταναστευτικών ρευμάτων), ανοίγει τον δρόμο και σε ένα σενάριο τύπου Καρλ Σμιτ: δηλαδή σε ένα στρατηγικό παιχνίδι της ισχύος, το οποίο, αν μετατρέψει σε κανονική κατάσταση αυτή την κατάσταση εξαίρεσης σε πλανητική κλίμακα, θα ανοίξει και πάλι διάπλατα την πόρτα στην εθνικιστική πολιτική και στην πολιτική των στενά κρατικών συμφερόντων.
Είτε με το ένα είτε με το άλλο σενάριο, είναι αδύνατο να αποφύγουμε την κοινότητα της μοίρας, το κοινό πεπρωμένο, επειδή, ό,τι και να κάνουμε εμείς, ο καπιταλισμός της παγκόσμιας διακινδύνευσης δημιουργεί νέου είδους υπαρξιακά ρήγματα και δεσμούς, τα οποία υπερβαίνουν τα σύνορα που χωρίζουν κράτη, εθνότητες, θρησκείες και πολιτικές.
Πως μπορεί η Ευρώπη να τα βγάλει πέρα σ' αυτές τις συνθήκες; Παραδόξως, η επιτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι και ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που έχει μπροστά της. Πολλά από τα επιτεύγματά της έφθασαν να θεωρούνται από τους ανθρώπους τόσο αυτονόητα, ώστε ίσως θα τα προσέξουν και θα τα εκτιμήσουν για πρώτη φορά μόνον τότε, όταν δεν θα υπάρχουν πια. Ας φανταστούμε ότι θα επιβληθούν και πάλι έλεγχοι διαβατηρίων στα σύνορα, ότι δεν θα υπάρχουν πια αξιόπιστες προδιαγραφές για τα τρόφιμα, κοινές για όλες τις χώρες, ότι δεν θα υπάρχει ελευθερία της γνώμης και του Τύπου βασισμένη σε κοινούς κανόνες (τους οποίους παραβιάζει σήμερα η Ουγγαρία και για το λόγο αυτό υφίσταται αυστηρή κριτική). Σκεφτείτε να πρέπει να αλλάζουμε συνάλλαγμα και να προσέχουμε τις ισοτιμίες των νομισμάτων όχι μόνον όταν ταξιδεύουμε στην Βουδαπέστη, στην Κοπεγχάγη ή στην Πράγα, αλλά και στο Παρίσι, στη Μαδρίτη ή στη Ρώμη. Η «πατρίδα Ευρώπη» έχει γίνει δεύτερη φύση μας και ίσως αυτό ακριβώς είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους την θέτουμε υπό αμφισβήτηση τόσο επιπόλαια.
Το ζήτημα που τίθεται είναι να διακρίνουμε και να αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα, δηλαδή ότι η Γερμανία έχει γίνει ένα κομμάτι της κοινότητας πεπρωμένου που λέγεται Ευρώπη, και μάλιστα με την έννοια που της έδωσε ο Βίλλυ Μπραντ στην πρώτη σύνοδο της ενιαίας γερμανικής ομοσπονδιακής βουλής, μετά την ένωση των δύο Γερμανιών: «Το γερμανικό και το ευρωπαϊκό, τώρα και ελπίζω για πάντα στο μέλλον, συνδέονται αδιαχώριστα».
Άραγε, ισχύει ακόμη η σκέψη του Χέγκελ, ότι στην ιστορία, πάντα υπερισχύει στο τέλος ο Λόγος, έστω και μετά από πολλές λοξοδρομήσεις; Ή έχει αναλάβει τα ηνία ο Καρλ Σμιτ, ο οποίος είχε τη γνώμη ότι μεταξύ των κρατών, σε περίπτωση αμφιβολίας επικρατεί πάντα η έχθρα;
Αντίθετα από την αναγκαστική κοινότητα πεπρωμένου που ενώνει τους ανταγωνιστές ΗΠΑ και Κίνα, η κοινότητα πεπρωμένου Ευρώπη στηρίζεται σε κοινό δίκαιο, σε κοινό νόμισμα, σε κοινά εξωτερικά σύνορα αλλά και στην αρχή «ποτέ ξανά!». Αντί να ομνύει σ' ένα αγνό και σεβάσμιο παρελθόν, η ΕΕ προσπαθεί να διασφαλίσει ότι το παρελθόν δεν θα επαναληφθεί. Αντί να γίνει ένα υπερκράτος ή ένας μηχανισμός που στην καλύτερη περίπτωση θα αντιπροσωπεύει τα πιο φωτισμένα, τα καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα, η ΕΕ έχει πάρει μια τρίτη μορφή. Ο πιο σημαντικός ρόλος της είναι αυτός που ενώνει, δημιουργώντας μιαν ορχήστρα. Κάνει πραγματικότητα ένα δίκτυο πρωτοβουλιών και δράσεων, που περιλαμβάνουν τα εθνικά κράτη, ωστόσο στη δραστηριότητά του προς τα έξω ο δίκτυο αυτό περιλαμβάνει και υπερεθνικούς οργανισμούς, ενώ προς τα μέσα περιλαμβάνει οργανισμούς δημοτικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, καθώς και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, με τη δημιουργία των μηχανισμών διάσωσης για τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, αναπτύχθηκε μια συγκρουσιακή λογική μεταξύ των πιστωτριών και των δανειοληπτριών χωρών. Οι πιστώτριες χώρες είναι αναγκασμένες να επιβάλλουν προγράμματα λιτότητας στο εσωτερικό τους και για το λόγο αυτό σφίγγουν πιο ασφυκτικά τη ζώνη στις δανειολήπτριες, προκαλώντας πολύ πόνο. Στην άλλη πλευρά, οι δανειολήπτριες χώρες βλέπουν τον εαυτό τους να εξαναγκάζεται να εφαρμόσει τις υπαγορεύσεις της ΕΕ, πράγμα που τραυματίζει την εθνική τους ανεξαρτησία και την αξιοπρέπειά τους. Και τα δύο υποδαυλίζουν στην Ευρώπη μίσος εναντίον της Ευρώπης, μιας και η Ευρώπη εμφανίζεται σε όλους με τη μορφή μιας συσσώρευσης εξαναγκασμών.
Επιπροστίθεται η αίσθηση της απειλής εκ των έξω. Οι επικριτές «του» Ισλάμ, που υποτίθεται ότι κακομεταχειρίζεται τις δυτικές αξίες της ελευθερίας, έχουν καταφέρει να συνδέσουν την ξενοφοβία με τον Διαφωτισμό. Μπορεί κανείς πια να είναι εναντίον της αποδοχής συγκεκριμένων κατηγοριών μεταναστών ακόμη και εν ονόματι του Διαφωτισμού. Μ' αυτό τον τρόπο συντονίζονται και αλληλοενισχύονται τρεις αυτοκαταστροφικές διαδικασίες στην Ευρώπη: Ξενοφοβία, ισλαμοφοβία και ευρωφοβία.
Πολλοί, όταν σκέφτονται την πολιτική, βλέπουν να έρχεται το τέλος της πολιτικής. Πως μπορεί να είναι τόσο τυφλοί; Στη μικρή και στη μεγάλη κλίμακα, ιδιαίτερα όμως στο επίπεδο της παγκόσμιας πολιτικής, μάχεται ο Χέγκελ, που πιστεύει στη δύναμη του Λόγου, με τον Σμιτ, που βλέπει παντού εχθρούς. Σε ό,τι αφορά την διαρκή και αιώνια κρίση που λέγεται Ευρώπη, μέσα στα πλαίσια αυτής της αντιπαράθεσης τίθενται στην ημερήσια διάταξη τα ακόλουθα ερωτήματα: Σε ποιο βαθμό η αφύπνιση της εξεγερμένης νεολαίας θα καταφέρει να δημιουργήσει πράγματι δεσμούς αλληλεγγύης που θα υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα; Σε ποιο βαθμό, το αίσθημα της αλληλεξάρτησης θα κάνει αυτή τη γενιά να βιώσει τον εαυτό της ευρωπαϊκά και θα οδηγήσει σε νέες πρωτοβουλίες για την ευρωπαϊκή πολιτική; Πως θα συμπεριφερθούν οι εργαζόμενοι, τα συνδικάτα και η μεσαία τάξη της ευρωπαϊκής κοινωνίας; Ποια από τα μεγάλα κόμματα, λόγου χάρη της Γερμανίας, θα έχουν το θάρρος να εξηγήσουν στους πολίτες πόσο μεγάλη αξία έχει γι' αυτούς η πατρίδα Ευρώπη;
Η Άνγκελα Μέρκελ προτιμά τις λοξοδρομήσεις του Λόγου, ακολουθεί τον Χέγκελ. Και για να το διατυπώσουμε μεταφορικά με χορευτικό τρόπο: δύο βήματα πίσω, ένα στο πλάι και μετά, απότομα, ένα νούμερο τσίρκου με ανάποδη κωλοτούμπα που τελειώνει με προσγείωση και ένα βηματάκι προς τα εμπρός. Έτσι χοροπηδά, σκοντάφτει και τρεκλίζει ο κυβερνητικός συνασπισμός στο Βερολίνο. Χορεύει με μια μουσική που δεν μπορούν να την ακούσουν ή να την καταλάβουν ούτε οι Γερμανοί ούτε οι άλλοι Ευρωπαίοι. Ενώ ο Χέλμουτ Κολ είχε προειδοποιήσει εναντίον μιας γερμανικής Ευρώπης και είχε ως στόχο μια ευρωπαϊκή Γερμανία, η Μέρκελ υποστηρίζει έναν γερμανικό εθνικισμό του ευρώ. Η Ευρώπη θα γίνει καλά αν ακολουθήσει τη θεραπεία της δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής που συνταγογραφεί το Βερολίνο.
Εν όψει της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ό,τι ήταν η Ostpolitik της δεκαετίας του 1970 στη χωρισμένη στα δυο Γερμανία, σήμερα πρέπει να είναι η ευρωπαϊκή πολιτική: μια ενωτική πολιτική που υπερβαίνει τα σύνορα. Για ποιο λόγο θεωρήθηκε αυτονόητα αποδεκτό το τεράστιο οικονομικό κόστος που δημιούργησε η ένωση της Δυτικής Γερμανίας με την Ανατολική, ενώ αντίθετα θεωρείται απαγορευτικό το κόστος της ολοκλήρωσης ως προς την οικονομική πολιτική των οφειλετριών χωρών, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία; Το ζήτημα δεν είναι μόνον ποιος θα πληρώσει το λογαριασμό. Ακόμη πιο σημαντικό ζήτημα είναι να επαναπροσδιορίσουμε και να επαναδιαμορφώσουμε το μέλλον της Ευρώπης και τη θέση της μέσα στον κόσμο.
Η εισαγωγή των ευρωομολόγων δεν είναι προδοσία των γερμανικών συμφερόντων. Ο δρόμος προς την ένωση αλληλεγγύης, όπως άλλοτε η αναγνώριση των μεταπολεμικών γερμανο-πολωνικών συνόρων της γραμμής των ποταμών Όντερ-Νάϊσσε, ανταποκρίνεται στα ύψιστα γερμανικά συμφέροντα. Είναι έκφραση ευρωπαϊκής-γερμανικής ρεαλιστικής πολιτικής. Για ποιο λόγο να μην θεσπίσει η Ευρώπη έναν φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν θα προκαλέσει πόνο σε κανέναν, ούτε καν στις τράπεζες, θα ωφελήσει όμως όλες τις χώρες-μέλη, θα δημιουργήσει νέα περιθώρια χρηματοδότησης για μια κοινωνική και οικολογική Ευρώπη, πράγμα που για τους εργαζόμενους σημαίνει κοινωνική ασφάλεια μέσω της Ευρώπης και συνακόλουθα είναι κάτι που ανταποκρίνεται ιδιαίτερα στις επιθυμίες των νεαρών Ευρωπαίων;
Περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη μέσω περισσότερης Ευρώπης - μέσα σ' αυτό υπάρχει και η έκκληση στα αισθήματα της διεθνικής και υπερεθνικής κοινότητας αλληλεγγύης: «Ευρωπαίοι ορθώστε το ανάστημά σας, ξεσηκωθείτε». Όπως άλλοτε, μόλις γινόταν λόγος για προσέγγιση στο μπλοκ των κομμουνιστικών χωρών, πολλοί αυτό το δαιμονοποιούσαν ως προδοσία της πατρίδας, έτσι τώρα, η απαίτηση «πιο πολλή Ευρώπη!» θεωρείται χτύπημα στο πρόσωπο της εθνικής αυτοσυνείδησης. Η πολιτική της Μέρκελ, που κινείται εδώ-κι-εκεί-και-μπρος-και-πίσω, θα μπορούσε να δώσει και ένα μεγάλο πλεονέκτημα για ένα κόκκινο-πράσινο εγχείρημα στο μέλλον. Όταν οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι κατανοήσουν ότι η κοινωνική Ευρώπη είναι κάτι πολύ περισσότερο από μπακάλικοι λογαριασμοί, δηλαδή, όπως λέει ο Χέγκελ, μια ιστορική αναγκαιότητα, τότε ακόμη και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα θ' αρχίσει να κερδίζει και πάλι σε ελκυστικότητα και τις εκλογές. Προϋπόθεση είναι, να έχει το θάρρος να προβάλει την ευρωπαϊκή πολιτική ως το βασικό του πολιτικό εγχείρημα, όπως πριν 40 χρόνια την Ostpolitik.


O Ulrich Beck (1944 - 1 Ιανουαρίου 2015) μεγάλωσε στο Aνόβερο, σπούδασε νομικά στο Φράιμπουργκ, γρήγορα όμως άλλαξε κατεύθυνση και στράφηκε στην κοινωνιολογία, στη φιλοσοφία και στις πολιτικές επιστήμες φοιτώντας στο Πανεπιστήμιο του Mονάχου, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας της κοινωνιολογίας (1972). Πήρε μέρος σε πολλά προγράμματα έρευνας και διδασκαλίας και το 1979-1980 εκλέχτηκε ως καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Münster με ειδίκευση στις οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες και αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης. Tο 1981 εξέδωσε το κοινωνιολογικό περιοδικό "Soziale Welt". Kατείχε επίσης την έδρα της Kοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Bamberg. Στο πλούσιο επιστημονικό και συγγραφικό έργο, στο οποίο συγκαταλέγονται τα βιβλία: "Risikogesellschaft" (Η Κοινωνία της διακινδύνευσης), "Die Erfindung des politischen" (Η Επινόηση του Πολιτικού), "Kinder der Freiheit" (Παιδιά της Ελευθερίας), καθώς και οι υπό την εποπτεία του συλλογές κειμένων "Politik der Globalisierung" και "Perspektiven der Weltgesellschaft".


http://www.biblionet.gr/book/186192/Beck,_Ulrich,_1944-2015/%CE%91%CF%80%CF%8C_%CF%84%CE%BF%CE%BD_%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B9_%CF%83%CF%84%CE%B7_%CE%9C%CE%B5%CF%81%CE%BA%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B9

Ulrich Beck - Συνεργασία ή αποτυχία
Στο συλλογικό τόμο: Δημοκρατία ή Καπιταλισμός - Η Ευρώπη σε κρίση, Τόμος Α’ (εκδόσεις "Επίκεντρο" σε συνεργασία με τις εκδόσεις Blätter für deutsche und internationale Politik). Περιέχονται και κείμενα των
Hauke Brunkhorst, Christian Calliess, Henrik Enderlein, Joschka Fischer, Claudio Franzius, Ulrike Guérot, Jürgen Habermas, Oskar Negt, Ulrich Κ. Preuss, Hans-Jürgen Urban.


Σαββοπουλιάδα

 Σαββοπουλιάδας επιμύθιο  ( Θα το γράφω σιγά σιγά)  ---‐'--','-----'''''.................. 🦋 Σκέφτομαι πως ...