Συνέχεια από: Δευτέρα 23 Ιουνίου 2025
Τρεις Διάλογοι και η Διήγηση περί Αντιχρίστου
Του Βλαδίμηρου Σολόβιεφ
Εκδόσεις Vita e Pensiero, 2024
Εισαγωγή, Μετάφραση (στα ιταλικά) και σχόλια, από τον Aldo Ferrari
ΕΙΣΑΓΩΓΗ δ
Οι Μογγόλοι και το βασίλειο της σύγχυσης
Η Διήγηση του Αντίχριστου είναι ουσιαστικά μια επεξεργασία των αφηγήσεων των εσχατολογικών δεδομένων που παρουσιάζονται στην Καινή Διαθήκη (Η Αποκάλυψη, κυρίως, αλλά και Μάρκος 13, Ματθαίος 24, Α΄ Θεσσαλονικείς 2, Α΄ Ιωάννης)¹. Ο υπεράνθρωπος-αυτοκράτορας και ο μάγος-πάπας (Ενδιαφέρουσα, έστω και μόνο εν μέρει αποδεκτή, είναι η απόπειρα του C.G. De Michelis να δείξει πώς «η αφήγηση όσο πιο οργανικά παπική κι αν έχει παραχθεί από τη σύγχρονη ρωσική κουλτούρα, καταλήγει να αφήνει να διαφανεί στο υπόβαθρο το σημάδι του “πάπα-αντίχριστου”, ένα σύμβολο κακίας βαθιά ριζωμένο στο εσωτερικό του ρωσικού πολιτισμού». Βλ. C.G. De Michelis, I nomi dell’Avversario. Il “papa-anticristo” nella cultura russa (Τα ονόματα του Αντιπάλου. Ο “πάπας-αντίχριστος” στον ρωσικό πολιτισμό), Τορίνο 1989, σελ. 59–62.) μιμούνται τα δύο θηρία της Αποκάλυψης από τα οποία αντλείται επίσης η μεγάλη αποστασία των χριστιανών, η εμφάνιση της «γυναίκας ενδεδυμένης τον ήλιο» και ούτω καθεξής. Το κείμενο του Σολόβιεφ, για τη νέα του απόπειρα επικαιροποίησης του εσχατολογικού μηνύματος, πρέπει αναγκαστικά να διαβαστεί με μη ιστορικό, αλλά μυστικο-φιλοσοφικό τρόπο. Ταυτόχρονα είναι απαραίτητο να δοθεί προσοχή και στο φανταστικο-ιστορικό σενάριο στο οποίο ο συγγραφέας θα το ενέτασσε. Κανονικά αυτό το σενάριο θεωρείται το πιο αδύναμο και θνησιγενές μέρος ολόκληρου του κειμένου· αλλά στην Προμετωπίδα ο ίδιος ο Σολόβιεφ προτρέπει τους αναγνώστες να διακρίνουν τον βιβλικό πυρήνα της Διήγησης από τις φανταστικές εφευρέσεις που αυτός εισάγει. Υπάρχουν όμως κάποιοι πλευρές που αξίζουν να τονιστούν.
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να μιλήσουμε για τη μογγολική εισβολή, η οποία στην πράξη ανοίγει την περιγραφή του Σολόβιεφ για τους «έσχατους καιρούς». Πρόκειται προφανώς για μια αφηγηματική μεταφορά του φόβου που εκείνα τα χρόνια προκαλούσε στη Ρωσία – και η Τσουσίμα και το Πορτ Άρθουρ θα επιβεβαίωναν αργότερα τη βασιμότητα αυτών των φόβων – η ενίσχυση της Ιαπωνίας και η πιθανότητα ότι αυτή η χώρα θα ηγείτο μιας «μογγολικής» Ανατολής, επιθετικής και αήττητης. Παρατηρούμε παρεμπιπτόντως ότι ο ίδιος ο Σολόβιεφ είχε εισαγάγει στη ρωσική κουλτούρα του τέλους του αιώνα το ίδιο θέμα της «ανατολικής απειλής» με ένα διάσημο ποίημα με εύγλωττο τίτλο Πανμογγολισμός, μερικοί στίχοι του οποίου αποτελούν μεταξύ άλλων το επίγραμμα της Αφήγησης περί του Αντιχρίστου. Φυσικά αυτή η «απειλή» ήταν ιδιαιτέρως ανησυχητική για μια ρωσική συνείδηση που ακόμη μετέφερε (Η μονομερώς αρνητική αποτίμηση του «ταταρικού ζυγού» είχε ήδη αναθεωρηθεί εν μέρει από τον Κλιουτσέφσκι και από τον Σ. Σολόβιεφ, τον πατέρα του Βλαδίμηρου, οι οποίοι παρατήρησαν μάλλον ότι η Μοσχοβίτικη Ρωσία όφειλε πολλά στον ζυγό αυτό από κρατική άποψη. Αυτή η αναθεώρηση αναπτύχθηκε κατόπιν με πολύ σαφή τρόπο από τους ευρασιανιστές Ρώσους του αιώνα μας, από τον Τρουμπετσκόι έως τον Λεβ Γκουμιλιόφ. Σε κάθε περίπτωση, το θέμα της «ανατολικής απειλής», του «πανμογγολισμού», θα γίνει ένα από τα κεντρικά μοτίβα της ρωσικής λογοτεχνίας των χρόνων εκείνων, διακλαδούμενο σε πολυάριθμους συγγραφείς (ας σκεφτούμε τον Μπέλυ, για παράδειγμα) και εν μέρει μεταβάλλοντας το ίδιο του το νόημα. Πράγματι, για τον Σολόβιεφ η Ανατολή, η Ασία, αντιπροσώπευαν απύθμενα βάθη, ανεξιχνίαστα, απειλητικά για την Ευρώπη και για τη Ρωσία η οποία πλέον είχε γίνει μέρος της Ευρώπης· πολλοί άλλοι αντίθετα θα αγαπήσουν τα επόμενα χρόνια την ιδέα να θεωρείται η Ρωσία μέρος της Ασίας, φυσικό στοιχείο, καταστρεπτικό και ανανεωτικό ταυτόχρονα, αντίπαλο προς τη στειρότητα της δυτικής κοινωνίας. Εξ ου και το «κίνημα των Σκύθων» και οι τόσες «ασιατικές» τάσεις που συγχωνεύθηκαν στο επαναστατικό ρεύμα. Βλ. επ’ αυτού το λαμπρό δοκίμιο του G. Nivat, Du panmongolisme à l’eurasisme, στο Vers la fin du mythe russe, Λωζάννη 1988, σσ. 126-142.) – ίσως με κάποια υπερβολή– τον ταπεινωτικό και καταστρεπτικό χαρακτήρα του δίσεκτου «ταταρικού ζυγού».
Πέρα από τον προφανή συγκυριακό του χαρακτήρα, αυτό το φανταστικό σενάριο αντανακλά, κατά τη γνώμη μου, τη στάση απέναντι στη διαδικασία της ιστορίας που ο Σολόβιεφ ανέπτυξε στα τελευταία του χρόνια. Μια στάση αποτελούμενη από ιστορικό πεσιμισμό και μεταφυσική αισιοδοξία. Η εικόνα του τελευταίου αιώνα, «τόσο προοδευμένου ώστε να είναι και ο τελευταίος», είναι όσο το δυνατόν πιο απομακρυσμένη από τα εξελικτικά και θεοκρατικά σχέδια του πρώιμου Σολόβιεφ: κοινωνικές συγκρούσεις και πλανητικοί πόλεμοι, εξασθένηση της πίστης και μαγικο-συγκρητιστικές εμμονές. Η προοδευτική ενσάρκωση της Σοφίας, η εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού, η εγκαθίδρυση της θειότητας μοιάζουν μακρινά όνειρα, διαλυμένα από τη δραματικότητα της πραγματικότητας.
Έχει όμως ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως η έλευση του Αντιχρίστου συμβαίνει στο τέλος των μεγάλων πολέμων, σε ένα πλέον μη-συγκρουσιακό σενάριο που θυμίζει χαρακτηριστικά εκείνο το «τέλος της ιστορίας» που είχε γίνει της μόδας μερικά χρόνια πριν. Μάλιστα, είναι ο ίδιος ο «υπεράνθρωπος» που επιτρέπει την οριστική ενοποίηση της ανθρωπότητας σε μια κακόβουλη παρωδία της «ελεύθερης θεοκρατίας» του Σολόβιεφ, της οποίας το τελικό αποτέλεσμα είναι η εγκαθίδρυση της «ισότητας του γενικού χορτασμού». Η κοινωνία της κατανάλωσης ως η τελευταία λέξη της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά ενσωματωμένη σε μια ριζική θρησκευτική απάτη, στην οποία συμμετέχουν ο υπεράνθρωπος-αυτοκράτορας και ο μάγος-πάπας. Δεν είναι δύσκολο να ταυτίσουμε αυτές τις μορφές με τα Θηρία για τα οποία μιλά η Αποκάλυψη. Το πρώτο είναι μια πολιτική δύναμη που βλασφημεί τον Θεό, επιδιώκει να λατρευτεί και διώκει τους πιστούς (Αποκ. 13, 1-8), το δεύτερο είναι μια θρησκευτική δύναμη που επιτελεί μαγικά θαύματα και παραπλανά τους ανθρώπους ώστε να λατρέψουν το πρώτο Θηρίο (Αποκ. 13, 11-18). Συνεχίζοντας να θεωρούμε έγκυρη τη θέση σύμφωνα με την οποία Οι τρεις διάλογοι και η αφήγηση του Αντιχρίστου συνιστούν μια αναθεώρηση (Παρατηρούμε παρεμπιπτόντως ότι αυτή η άποψη συμμερίζεται επίσης από τον S. Quinzio (La Croce e il Nulla (Ο Σταυρός και το Τίποτα), Μιλάνο 1984, σ. 124), χωρίς πάντως να προσθέτει κάτι στις ήδη αναφερθείσες ερμηνείες.), μπορούμε να σκεφτούμε ότι ο Σολόβιεφ πρόβαλε σε αυτές τις μορφές όχι μόνο τις ευαγγελικές αναφορές, αλλά και ορισμένες πλευρές της δραστηριότητάς του (τις κοινωνικο-πολιτικές και συνθετικο-οικουμενικές φιλοδοξίες του) και της προσωπικότητάς του (το ενδιαφέρον του για τον αποκρυφισμό και τη μαγεία).
Ωστόσο, εάν πράγματι πρόκειται για retractatio (αναθεώρηση), πρέπει να ειπωθεί ότι αυτή είναι απόλυτη, ειλικρινής, δραματική. Και το σημείο αναφοράς της είναι ο Χριστός, η πίστη στη σωτηριολογική πραγματικότητα της Ενσάρκωσης που τον είχε αμετάκλητα απομακρύνει από τον Τολστόι και, κατά κάποιον τρόπο, ακόμη και από την σχεδόν θεοσοφική ανάγνωση που ο ίδιος είχε δώσει σε προηγούμενα έργα. Ο ίδιος ο Besançon χαρακτηρίζει την τελευταία στιγμή της ανθρώπινης και πνευματικής πορείας του Σολόβιεφ ως εξής: «Απογυμνώνεται από όλους τους θεματικούς του στολισμούς, έρχεται σε επαφή με τη θεϊκή απλότητα. Η νοημοσύνη απελευθερώνεται όχι με την επίτευξη ενός υπερβατικού επιπέδου πολυπλοκότητας και βάθους, αλλά παίρνοντας θέση στο αρχικό, και αποφασιστικό, δίλημμα του καλού και του κακού. Η γνώση, από αυτό το σημείο και έπειτα, γελοιοποιείται. Αυτή η αποκάλυψη δεν είναι η αποκάλυψη του υψηλού, αλλά το πέρασμα του Σολόβιεφ από το κόσκινο της παρουσίας του Ενός και του Απλού». (Besançon, Η παραχάραξη του καλού..., σ. 105.) Ή ακόμη, σύμφωνα με τα λόγια του von Balthasar, «...ο Σολόβιεφ παραδίδει στον Αντίχριστο ένα μεγάλο μέρος της φιλοσοφίας του... Ο θερισμός του κόσμου έχει ήδη αρχίσει, αλλά στο όνομα της ανθρωπότητας, όχι του Χριστού... υπό αυτή την έννοια ο Σολόβιεφ έσκυψε μπρος στη δύναμη του σταυρού». (von Balthasar, Δόξα, τ. ΙΙΙ, Λαϊκά ύφη... Gloria, Stili laicali, σ. 324.)
Σ’ αυτό το κείμενο ο Σολόβιεφ όχι μόνο εγκαταλείπει την επιθυμία του για μια ενδοϊστορική λύση του ανθρώπινου πεπρωμένου, αλλά χλευάζει όλες τις τάσεις αυτού του είδους που χαρακτήρισαν τη σύγχρονη κουλτούρα —την ρωσική πρώτα απ’ όλα. Είναι η χρεοκοπία της «ελεύθερης θεοκρατίας» του, της «παγκόσμιας αρμονίας» που κήρυττε ο Ντοστογιέφσκι, του ηθικού ουμανισμού του Τολστόι, του «υπερηθικισμού» του Φιόντοροφ, αλλά και του παλιγγενετικού ριζοσπαστισμού της επαναστατικής intelligencija· με μια λέξη, της όλης μεσσιανικής επιδίωξης για την επίγεια εγκαθίδρυση της αλήθειας και της δικαιοσύνης που χαρακτήρισε τον ρωσικό πολιτισμό της εποχής, τόσο στο θρησκευτικό όσο και στο κοσμικό του σκέλος.
Ωστόσο, Η αφήγηση του Αντιχρίστου είναι ένα πράγματι «προφητικό» κείμενο στο ρωσικό πλαίσιο, δηλαδή υπό το φως της επαναστατικής τραγωδίας, όπου μια τέτοια παλιγγενετική επιδίωξη κατέληξε να επαληθευτεί ιστορικά, έστω και αν αντιστράφηκε και εκκοσμικεύτηκε. Η αξία και η σημασία αυτής της σύντομης πραγματείας παραμένουν ζωντανές, ιδίως λόγω της διαύγειας με την οποία ο ύστερος Σολόβιεφ κατόρθωσε να διακρίνει το πρόσωπο – ή μάλλον, ένα από τα πρόσωπα – του Αντιχρίστου στη σύγχρονη εποχή, σε έναν αποϊεροποιημένο κόσμο όπου η παραχάραξη του καλού και η γελοιοποίηση του Χριστού παρουσιάζονται κυρίως υπό το πρίσμα του ηθικισμού και του ευδαιμονισμού.
Πράγματι, μέσω αυτής της παραχάραξης ο Σολόβιεφ αποκάλυψε ένα πρόσωπο μόνο φαινομενικά λιγότερο καταστροφικό και άβυσσαλέο από εκείνο του ιδεολογικο-ολοκληρωτισμού που έχει ρημάξει τον αιώνα μας. Ο Αντίχριστός του φαίνεται να αγνοεί την ιδεολογία, τουλάχιστον στις μαζικές και θεοκρατικές της μορφές, όπως ο κομμουνισμός και ο ναζισμός μας δίδαξαν να την απεχθανόμαστε. Στην πραγματικότητα όμως, ο Αντίχριστος – ο οποίος είναι προφανώς πιο πονηρός από τον Λένιν και τον Χίτλερ – έχει κι αυτός μια ιδεολογία και ένα «μεγάλο έργο», η Ανοιχτή Οδός προς την Ειρήνη και την Παγκόσμια Ευημερία είναι το μανιφέστο του· πρόκειται όμως για μια ιδεολογία που δεν καταστέλλει και δεν επιδιώκει να εξαλείψει ορισμένες τάξεις ή φυλές προς όφελος άλλων, δεν «αποκλείει», αλλά «συμπεριλαμβάνει». Είναι μια συμφιλιωτική, συνθετική ιδεολογία, ικανή επομένως για σχεδόν άπειρη δύναμη σαγήνης και απομάκρυνσης από την αλήθεια. Έτσι όπως και τα άλλα ιδεολογικά δόγματα, έτσι και ο Αντίχριστος εισέρχεται σε μια ιστορία αποϊεροποιημένη, άδεια από υπερβατικούς ορίζοντες, αλλά – σε αντίθεση με τους προκατόχους του – δεν επιχειρεί να καλύψει αυτό το κενό με επιβολή νοήματος, αλλά με μια διάχυτη επιβολή του κενού, σε μια οριζόντια κατακερματισμένη πραγματικότητα θρησκειών, πολιτισμών, λαών που αγκαλιάζει κάθε όψη του πραγματικού απογυμνώνοντάς την ταυτόχρονα από την ουσία της.
Αποδέχεται και σέβεται και την Εκκλησία, αλλά χωρίς τον Χριστό. Η «εσχατολογική ουτοπία» του φέρει το στίγμα του Διαφωτισμού, της τεχνοκρατίας και της γνωστικιστικής σκέψης. Δεν είναι τυχαίο ότι «ο άνθρωπος του μέλλοντος» είναι ένας καπιταλιστής, τέκτονας και προοδευτικός.
Υπό αυτή την έννοια, ο Αντίχριστος του Σολόβιεφ εμφανίζεται σήμερα πιο επίκαιρος και απειλητικός από ποτέ, μέσα στην έρημο των αξιών της εποχής μας, όπως και του πρόσφατου παρελθόντος, της εποχής των ιδεολογικά «αποκλειστικών» ολοκληρωτισμών. Δρα σχεδόν χωρίς βία, φέρνοντας την ειρήνη, παρουσιάζοντας ένα όμορφο και φωτεινό πρόσωπο, υποσχόμενος σε όλους ό,τι ποθούν περισσότερο· και τηρεί τις υποσχέσεις του, ακόμη κι αν το τίμημα είναι το πιο υψηλό που μπορεί κανείς να φανταστεί. Ειρήνη, πρόοδος, ευημερία, πλουραλισμός αποκαλύπτονται ως διαβολικές και φονικές σαγηνεύσεις αποσυνδεδεμένες από την Αλήθεια· και όμως, από τις λίγες σελίδες αυτής της Αφήγησης (που επιπλέον αντανακλά πιστά τις ευαγγελικές πηγές), το είδος του ανθρώπου θα είναι έτοιμο να αναγνωρίσει στη συνολική της εικόνα το πρόσωπο του πειρασμού — με εξαίρεση λίγους χριστιανούς πιστούς στον Χριστό και τον εβραϊκό λαό, για τον οποίο ο Σολόβιεφ επιβεβαιώνει εδώ την αυθεντική μεσσιανική του κλήση[ΣΗΜΕΡΑ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ ΝΕΤΑΝΙΑΧΟΥ] (Υπάρχουν πολλά που θα μπορούσαν να ειπωθούν για τη στάση του Σολόβιεφ απέναντι στον Ιουδαϊσμό. Την ώρα που στη Ρωσία της εποχής του, για συγκεκριμένους πολιτικο-κοινωνικούς και πολιτιστικούς λόγους, αναπτυσσόταν το αντισημιτικό αίσθημα που θα κατέληγε σε αιματηρά πογκρόμ και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να ταπεινώνει μεγάλο μέρος της ρωσικής συλλογικής συνείδησης, εκείνος ανέτρεπε τους ίδιους τους όρους του ζητήματος, μιλώντας για ένα χριστιανικό ζήτημα σε σχέση με το εβραϊκό γεγονός.) (Οι Εβραίοι και το χριστιανικό ζήτημα είναι ο τίτλος ενός γραπτού του από τη δεκαετία του ’80). Ενδιαφέρουσες σελίδες για το θέμα αυτό στον Besançon, Η παραχάραξη του καλού..., σσ. 63-65.).
Η τελική σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις του καλού και εκείνες του κακού θα λάβει χώρα, επομένως, χωρίς η ιστορική εξέλιξη να έχει σημάνει μια πραγματική πρόοδο προς εκείνη τη Βασιλεία που ο Σολόβιεφ είχε με τόση εμπιστοσύνη προδιαγράψει στο μεγάλο του θεοκρατικό σχέδιο. Οι τρεις διάλογοι και η Αφήγηση περί του Αντιχρίστου μαρτυρούν έτσι την αναγνώριση της ανεπάρκειας του προηγούμενου έργου του, αλλά ταυτόχρονα σηματοδοτούν και τη στιγμή της ύψιστης διαύγειας και αποτελούν πολύτιμο δώρο για τον χριστιανό που δυσκολεύεται να προσανατολιστεί μέσα στην αντιφατικότητα μιας ιστορικής πορείας στην οποία το καλό και το κακό προχωρούν παράλληλα, συχνά συγκεχυμένα και αξεδιάλυτα.
Τέλος της «Εισαγωγής».
Συνεχίζεται με τον «Πρόλογο» του Σολόβιεφ
ΜΑΣ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΔΥΟ ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΓΝΩΣΤΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ. ΤΟΥ ΤΟΛΣΤΟΙ:
1. "Το κήρυγμα του Τολστόι προκάλεσε τη σφοδρή εχθρότητα όχι μόνο του Σολόβιεφ αλλά και της ρωσικής ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία έφτασε να τον αφορίσει για την απόρριψη της Ενανθρώπισης και της Ανάστασης. Αυτές οι κεντρικές αλήθειες της χριστιανικής πίστης θεωρούνταν από τον Τολστόι απλώς μεταγενέστερα «προσθήκες», κληρικές επινοήσεις που έπρεπε να εξαλειφθούν για να επιστρέψει κανείς στον «αληθινό» χριστιανισμό – ο οποίος στα δικά του χέρια κατέληγε να μοιάζει με θρησκεία ταυτόχρονα γνωστική και ηθικιστική – αφού θεμελιωνόταν στην προσωπική ανακάλυψη μιας πνευματικής αρχής μέσα στον άνθρωπο που ταυτίζεται με τον Θεό – και ήταν βαθύτατα ηθικιστικός. Ο Χριστός φαίνεται να είναι σημαντικός για ό,τι είναι, όχι για όσα λέει. Ο χριστιανισμός του Τολστόι συνδέεται με την ιδέα μιας ηθικής καθαρότητας, η οποία έχει ως κύρια εντολή όχι την αντίσταση στο κακό με το κακό, αλλά τη μη βία. Ακριβώς αυτό είναι το σημείο εκκίνησης των Τριών διαλόγων." ΟΠΩΣ ΤΟ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΣΑΝ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΣΤΟΝ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΚΛΗΡΟ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΣΤΟΝ ΑΝΩΤΕΡΟ ΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ.
2. "Στο τέλος του τρίτου διαλόγου – δηλαδή σε τμήμα του κειμένου που ο Σολόβιεφ συνέθεσε υπό την έντονη εντύπωση της ανάγνωσης της Ανάστασης – ο κύριος Ζ. ξεσκεπάζει τον πρίγκιπα ως οπαδό του ‘Θεού του κόσμου τούτου’. Ο Θεός του Τολστόι, λοιπόν, δεν είναι ο χριστιανικός Θεός, αλλά η μοχθηρή θεότητα των γνωστικών και του Μαρκίωνος. Ήδη προηγουμένως, και πάλι στον τρίτο διάλογο, ο στρατηγός είχε δηλώσει πως ο πρίγκιπας, αν και δεν είναι ο Αντίχριστος, κινείται στην ίδια γραμμή. Ακόμη και αν δεν είναι ο Αντίχριστος, ο πρίγκιπας κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Κι αυτό είναι ένα ζήτημα ύψιστης σημασίας και, όπως μου φαίνεται, δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Παρά την κατηγορηματική καταδίκη του Σολόβιεφ για τις τολστοϊκές ιδέες και την ένταξη του πρίγκιπα, που είναι ο εκπρόσωπός τους, στη «γραμμή του Αντίχριστου», παραμένει το γεγονός ότι το πρόσωπο αυτό, ο «υπεράνθρωπος», ο «πιστός πνευματιστής», ο «άνθρωπος του μέλλοντος», μοιάζει πολύ με τον πρίγκιπα και τον ίδιο τον Τολστόι. Ιδίως το «μεγάλο έργο», που εξασφαλίζει στον υπεράνθρωπο παγκόσμια αναγνώριση και θέτει τις βάσεις της μελλοντικής του δύναμης, έχει ελάχιστη σχέση με την Ανάσταση. Αυτό το βιβλίο, με τον σημαδιακό τίτλο Ο ανοιχτός δρόμος προς την ειρήνη και την παγκόσμια ευημερία,
«…αποκαλύπτει μέσα του μια δύναμη και μια ιδιοφυΐα άγνωστη· πρόκειται για κάτι παν-εμπεριεκτικό, που συμφιλιώνει όλες τις αντιφάσεις. Ένας ευγενής σεβασμός για τα αρχαία σύμβολα και τις παραδόσεις, συνδυασμένος με μια ευρύτατη και έντονη σκέψη πάνω στις κοινωνικοπολιτικές απαιτήσεις της εποχής· με κατανόηση για ό,τι είναι μυστικό, με μια χωρίς όρους αφοσίωση στο κοινό καλό, τον πιο υψηλό ιδεαλισμό στις θεμελιώδεις αρχές, ενωμένο με ζωτική πρακτική σαφήνεια στην επίλυση των προβλημάτων»".
«…αποκαλύπτει μέσα του μια δύναμη και μια ιδιοφυΐα άγνωστη· πρόκειται για κάτι παν-εμπεριεκτικό, που συμφιλιώνει όλες τις αντιφάσεις. Ένας ευγενής σεβασμός για τα αρχαία σύμβολα και τις παραδόσεις, συνδυασμένος με μια ευρύτατη και έντονη σκέψη πάνω στις κοινωνικοπολιτικές απαιτήσεις της εποχής· με κατανόηση για ό,τι είναι μυστικό, με μια χωρίς όρους αφοσίωση στο κοινό καλό, τον πιο υψηλό ιδεαλισμό στις θεμελιώδεις αρχές, ενωμένο με ζωτική πρακτική σαφήνεια στην επίλυση των προβλημάτων»".
Η ΠΡΩΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ. Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΟΜΩΣ ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ. ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΡΑ ΑΔΙΑΓΝΩΣΤΟ ΣΤΟ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟ ΣΥΜΠΑΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου