ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας
Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση
Α΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Ἡ φυλακή μου, οἱ δήμιοί μου*
Ἀποδοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἀντίδραση ένεργητική
Ὄχι μόνο οἱ βιοπαλαιστές –ποὺ ἔχουν να κάνουν μὲ τὸν ἕναν καὶ τὸν ἄλλο, ποὺ ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν, προκειμένου νὰ ἐπιβιώσουν, τὸ ἕνα γεγονός, τὸ ἄλλο γεγονός- πελαγώνουν καὶ κατά κάποιον τρόπο βουλιάζουν ἐκεῖ μέσα καί γίνονται δυστυχισμένα πλάσματα, τη στιγμή πού ὁ Θεὸς τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι, ὥστε νὰ ἁγιάσουν, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι, πού δέν ἔχουν τέτοια προβλήματα καί ἔχουν νὰ κάνουν ἁπλῶς μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους καὶ μέ ὅσα ἔχουν μέσα τους –καί λίγο πολύ τί δὲν ἔχει ὁ καθένας!- ἀφήνονται σ' αὐτά, καὶ τοὺς παίρνει καὶ αὐτοὺς ἀπό κάτω το κύμα. Ἀλλά νά, ὁ Θεός γιὰ ἄλλους τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι, γιὰ ἄλλους τὰ οἰκονομεῖ ἀλλιῶς.
Κάποιοι λοιπὸν ἔχουν μέσα τους στοιχειά ἂν θέλετε, πέστε τα γονίδια ἡ ὅπως ἀλλιῶς καὶ ἄλλο κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μελαγχολεί, ἄλλο τὸν κάνει νὰ εἶναι ἐπιθετικός, ἄλλο τὸν κάνει νὰ ἔχει μειονεξία, νὰ ἔχει ταραχή, νὰ ἔχει θυμό, ἄλλο τόν κάνει νὰ ἐκνευρίζεται. Καὶ καθώς δὲν τὰ παίρνει κανείς σωστά τα πράγματα, όπως πρέπει να τα πάρει, κυριολεκτικά βουλιάζει, τον τρώει το παράπονο, συνεχώς γκρινιάζει, καί καθόλου ὁ ἀγώνας του δέν εἰναι ἀληθινός και σωστός.
Ἀπ᾿ ὅ,τι γνωρίζω, ἐλαχιστότατοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀποδέχονται πλήρως τὸν ἑαυτό τους: «Αυτὸς εἶμαι». Καὶ ἄν θέλετε, μπορεῖ νὰ βοηθηθεῖ κανείς κάπως καὶ ἀπό τήν ψυχολογία, για να συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν ἑαυτό του. Ἀλλά δέν ἔχει νὰ προσφέρει ή ψυχολογία τίποτε σπουδαίο για το ξεπέρασμα αὐτῆς τῆς καταστάσεως, πού τοῦ δημιουργοῦν τὰ διάφορα γονίδια ἢ τὰ στοιχειά πού ἔχει μέσα του, καὶ γιὰ τὴ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ. Ἁπλῶς βοηθάει τὸν ἄνθρωπο να καταλάβει λίγο καλύτερα τί τοῦ συμβαίνει, νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν κατάστασή του καὶ νὰ πεῖ: «Αὐτή εἶναι ἡ φυλακή μου! Αὐτό εἶναι το μαρτύριό μου! Αὐτοί εἶναι οἱ διῶκτες, αὐτοί εἶναι οἱ βασανιστές μου, αὐτοί εἶναι οἱ δήμιοί μου! Ἐγώ ἐδῶ ἄς μαρτυρήσω, ἄς πονέσω, ἄς βασανισθῶ». Ὄχι ὅμως παθητικά. Διότι ὁ ἄνθρωπος, ὅσο πεσμένος κι ἂν εἶναι καὶ ὅσο κι ἄν εἶναι εἴτε ἐξωτερικά εἴτε ἐσωτερικά ἐπηρεασμένος ἀπό ὁτιδήποτε, εἶναι ἔτσι φτιαγμένος ἀπό τόν Θεό, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ: «Ὄχι! Ὄχι! Δὲν θὰ βουλιάξω σε τοῦτο, δὲν θὰ πα ραδοθώ στό ἄλλο, δὲν θὰ κάνω το κέφι τοῦ ἑνός ή τοῦ ἄλλου», δηλαδή τῶν όποιων καταστάσεων ὑπάρχουν μέσα μας. Και θα ζήσει κανείς τη φυλακή του καὶ τὸ μαρτύριό του,
Το μαρτύριο ὅμως καὶ ἡ φυλακή εἶναι νὰ ἀντιδράσεις ἐνεργητικά καὶ ὄχι νὰ ἀφεθεῖς νὰ σὲ κανουν αὐτὰ ὅ,τι θέλουν. Νὰ ἀντιδράσεις. Μὲ τὴν ἀνtίδραση βέβαια αὐτά μπορεῖ νὰ θεριέψουν πιο πολύ ὅπως ἀκριβῶς τὴν ὥρα πού πρότειναν στον μάρτυρα να θυμιάσει στὰ εἴδωλα, καὶ αὐτὸς ἔλεγε «Όχι», την ὥρα ποὺ τὸν ρωτούσαν «Ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό;» καὶ αὐτὸς ἔλεγε «Όχι», οἱ ἐχθροί του θέριευαν ἀκόμη πιο πολύ, θύμωναν ἀκόμη πιο πολύ, αγρίευαν πιο πολύ. Καί παραδόξως ὁ μάρτυς, ὁ κάθε μάρτυς, δὲν φοβόταν, δὲν ἐπηρεαζόταν ἀπὸ τὴν ἀγριάδα. Να το λάβουμε καλά ὑπ' ὄψιν αὐτὸ.
Ἡ χάρη ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα
Βέβαια, αὐτά δέν γίνονται ἁπλῶς μὲ τὸ νὰ πεῖ κανείς ὅτι θὰ τὰ κάνει. Αὐτά γίνονται μόνο ἐν Χριστῷ, γίνονται μόνο με τη χάρη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό λοιπόν εἶναι τὸ μεγάλο θέμα: θέλουμε δὲν θέλουμε -ἔτσι τὰ οἰκονόμησε ὁ Θεός- θὰ μαρτυρήσουμε ἄλλος ἔτσι, ἄλλος ἀλλιῶς. Σήμερα όμως το μαρτύριο εἶναι κυρίως μέσα στην καρδιά μας, μέσα στην ψυχή μας. Καί ὅποια ἀρνητικά πράγματα ὑπάρχουν μέσα μας ἤ ἔτσι ἤ ἔτσι, μποροῦν νὰ γίνουν ὑπηρέτες μας, μποροῦν νὰ γίνουν αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ ὁποῖα θὰ συντελέσουν, ὥστε νὰ ἁγιάσει ἡ ψυχή μας. Ἐὰν ἐμεῖς, εἰς πείσμα ὅλων αὐτῶν τῶν ἀντίθετων καὶ ἀρνητικών πραγμάτων, πιστεύουμε στον Χριστό καὶ εἴμαστε πρόθυμοι χωρίς παράπονα να ζήσουμε αὐτή τή φυλακή, να ζήσουμε αὐτό τό μαρτύριο, να σηκώσουμε ό,τι κι ἂν συμβεῖ, ὄντως δὲν θὰ περάσει πολύς καιρός καὶ θὰ ἀρχίσουμε να νιώθουμε να ζωντανεύει αὐτὸ τὸ θαῦμα, νὰ γιγαντώνεται μέσα μας αὐτὸ τὸ θαῦμα ὄντως δηλαδὴ νὰ μᾶς μεταμορφώνει ὁ Κύριος.
14-1-1996
Νὰ μὴ δώσεις καμία σημασία στούς λογισμούς.
Όσοι το πιστεύουν, ὅσοι το δέχονται και κάνουν ἔτσι, ἀρκετά ἐλευθερώνονται.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ κάνεις αὐτό, πρέπει νὰ εἶσαι ταπεινός ἢ νὰ θέλεις νὰ εἶσαι ταπεινός.
«Αὐτά εἶναι γιά πέταμα, κι ἐγώ τὰ κρατάω;»
Σαν τὸ ἀνακατεμένο κουβάρι
Μὲ ἀφορμή το σημείωμα κάποιας ἀκροάτριας, λέχθηκαν τὰ ἑξῆς:
Χωρίς να το καταλαβαίνει ἡ γράφουσα, έφτιαξε ἕνα κείμενο, τὸ ὁποῖο ὄχι ὅτι εἶναι προσποιητό, όχι ὅτι εἶναι φτιαχτό, ἀλλά εἶναι γραμμένο μὲ ἕνα τέτοιο πνεῦμα: Εἶναι ἕνα κείμενο πού κάνει εντύπωση, ὅμως σὰν νὰ μὴ σὲ ἀφήνει να πιάσεις το θέμα. Ἀπλῶς σε κάνει να προβληματισθεῖς, νὰ ἐντυπωσιασθείς, λίγο να μελαγχολήσεις, λίγο νὰ πεῖς «Καλὰ τὰ λέει». Ἐγὼ τὰ φοβοῦμαι αὐτά, ὅπως φοβοῦμαι τὸ ἔργο που μπορεῖ νὰ κάνει ἕνας ψυχίατρος. Όχι ὅτι ἀρνοῦμαι τὸ ἔργο που κάνει ἕνας ψυχίατρος ὄχι. Ἀλλὰ τί;
Οἱ ψυχίατροι καὶ οἱ ψυχολόγοι ἀσχολοῦνται μὲ τὰ θέματα μὲ τὰ ὁποῖα ἀσχολοῦνται καὶ τὰ ψάχνουν ἀπό δῶ, τὰ ψάχνουν ἀπό κεῖ, τὰ ἐρευνοῦν. Καὶ ἔτσι ὅπως τὰ βλέπουν ἐκεῖνοι καὶ ἔτσι ὅπως τὰ ἐρευνοῦν καὶ ἔτσι ὅπως τὰ ἐντοπίζουν, δὲν λένε ἀναλήθειες, λένε ὑπαρκτά πράγματα, συγκεκριμένα πράγματα. Ἀλλά πολλές φορές τὸ ἔργο τους θυμίζει το κουβάρι μὲ τὴν μπερδεμένη κλωστή.
Να θυμηθοῦμε μιὰ εἰκόνα ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια. Ὅταν ἕνα κουβάρι κλωστής ξεχαστεί κάπου, καὶ τὸ βροῦν τὰ γατάκια καί παίξουν ὅλη τη νύχτα, θὰ μπλεχτεῖ ἕνα μεγάλο μέρος τῆς κλωστῆς. Μάλλον θὰ εἶναι ματαιοπονία καί χάσιμο χρόνου -και δέν ξέρω ἄν κερδίζει κανείς τίποτε- ἐὰν προσπαθήσει νὰ ξεμπλέξει τὸ ἀνακατεμένο κουβάρι, την κλωστή που μπόρεσαν καὶ τὴν ξετύλιξαν ἀπό τὸ κουβάρι τὰ γατάκια καὶ τὴν ἀνακάτεψαν καὶ τὴν ἔμπλεξαν. Ἴσως το πιο σωστό θὰ εἶναι νὰ κόψει κανείς την κλωστή την μπερδεμένη καὶ νὰ τὴν πετάξει.
Πολλά πράγματα μέσα μας που τα νιώθουμε ἀνακατεμένα καὶ μπλέκουμε και δεν βρίσκουμε ἄκρη εἶναι κάπως ἔτσι. Δεν χρειάζεται τόσο να τά ξεμπλέξεις, ὅσο χρειάζεται νὰ τὰ ἀφήσεις να φύγουν. Αὐτό δέν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ὁ ψυχολόγος, ὁ ψυχίατρος. Και να θέλει, δὲν μπορεῖ, ἐκτὸς ἐὰν ἀφήσει την ψυχιατρική του καί τήν ψυχολογία του. Να τὴν ἔχει ὑπ' ὄψιν του βέβαια, να προχωρήσει ὡς ἕνα σημεῖο μὲ αὐτήν γιὰ νὰ κάνει διάγνωση, ἀλλά μετά πρέπει νὰ ἐνεργήσει ὡς θεολόγος, ὡς πιστός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὡς ὁ γνωρίζων τὸ Εὐαγγέλιο, ὡς ὁ γνωρίζων τὰ τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, τὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ποιός τολμᾶ νὰ τὸ πεῖ αὐτό;
Ὡς ψυχολόγος ἁπλῶς καὶ ὡς ψυχίατρος δὲν μπορεῖ νὰ τὰ δεῖ ἀλλιῶς τὰ πράγματα· θὰ τὰ δεῖ μὲ βάση τήν ἐπιστήμη του, καί θά ἀσχολεῖται πῶς νὰ ξεμπλέξει τὴν ἀνακατεμένη κλωστή του κουβαριού. Ἐνῶ, τὸ καλύτερο εἶναι νὰ τὴν κόψει καὶ νὰ τὴν πετάξει. Πράγματα τὰ ὁποῖα μπερδεύονται μέσα μας, εἶναι κάπως έτσι. Και εἶναι μια καλή ευκαιρία, τώρα που μπερδεύτηκαν, νὰ δεῖς ὅτι ἦταν για πέταμα. Ἀλλιῶς, ἴσως δὲν θὰ τὸ ἔβλεπες, ἐνῶ, τώρα που μπερδεύτηκαν, βοηθιέσαι να καταλάβεις καλύ τερα τί εἶναι αὐτὰ καὶ νὰ πεῖς: «Αὐτὰ εἶναι γιὰ πέταμα, κι ἐγώ τὰ κρατάω τόσον καιρό».
Ναί, ἀλλά ποιός θα τα πετάξει; Ποιός θα τολμήσει να τα πετάξει; Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, πιστεύει στον Θεό, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ ἀποφασίσει να δώσει τον ἑαυτό του στον Χριστό, θά ἀποφασίσει να μπολιασθεῖ μὲ τὸν Χριστό, θα θελήσει να ζήσει μέσα του ὁ Χριστός, θα θελήσει να τον κυβερνάει ὁ Χριστός. Αὐτὸς θὰ ἔχει τήν τόλμη, θὰ ἔχει το κουράγιο να τὰ πετάξει. Ἀλλιῶς, θὰ ἀγωνίζεται να τα κρατήσει. Καί καθώς αὐτὰ θὰ εἶναι μπερδεμένα, ὅλο θὰ ἄσχολεῖται, γιὰ νὰ τὰ ξεμπερδέψει. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ ψυχολόγοι καί οἱ ψυχίατροι πολλές φορές τα ξεδιαλύνουν τα πράγματα. Ὄχι πάντοτε, ἀλλά πολλές φορές. Ὅμως, πέρα ἀπό τὸ ὅτι προσφέρουν μια κάποια ἀνακούφιση στόν ἄνθρωπο, μια κάποια νορμαλοποίηση, ἄν το δοῦμε τὸ θέμα πνευματικά, ὁ ἄνθρωπος δέν ὠφελεῖται. Καί πολλές φορές, θα λέγαμε, ἐνεργοῦν ἔτσι που σὰν νὰ θέλουν ἁπλῶς νὰ βρίσκονται σε δουλειές.
22-1-1995
Τέλος Κεφαλαίου Α
Ἡ φυλακή μου, οἱ δήμιοί μου*
Ἀποδοχή τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἀντίδραση ένεργητική
Ὄχι μόνο οἱ βιοπαλαιστές –ποὺ ἔχουν να κάνουν μὲ τὸν ἕναν καὶ τὸν ἄλλο, ποὺ ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν, προκειμένου νὰ ἐπιβιώσουν, τὸ ἕνα γεγονός, τὸ ἄλλο γεγονός- πελαγώνουν καὶ κατά κάποιον τρόπο βουλιάζουν ἐκεῖ μέσα καί γίνονται δυστυχισμένα πλάσματα, τη στιγμή πού ὁ Θεὸς τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι, ὥστε νὰ ἁγιάσουν, ἀλλά καί οἱ ἄλλοι, πού δέν ἔχουν τέτοια προβλήματα καί ἔχουν νὰ κάνουν ἁπλῶς μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους καὶ μέ ὅσα ἔχουν μέσα τους –καί λίγο πολύ τί δὲν ἔχει ὁ καθένας!- ἀφήνονται σ' αὐτά, καὶ τοὺς παίρνει καὶ αὐτοὺς ἀπό κάτω το κύμα. Ἀλλά νά, ὁ Θεός γιὰ ἄλλους τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι, γιὰ ἄλλους τὰ οἰκονομεῖ ἀλλιῶς.
Κάποιοι λοιπὸν ἔχουν μέσα τους στοιχειά ἂν θέλετε, πέστε τα γονίδια ἡ ὅπως ἀλλιῶς καὶ ἄλλο κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μελαγχολεί, ἄλλο τὸν κάνει νὰ εἶναι ἐπιθετικός, ἄλλο τὸν κάνει νὰ ἔχει μειονεξία, νὰ ἔχει ταραχή, νὰ ἔχει θυμό, ἄλλο τόν κάνει νὰ ἐκνευρίζεται. Καὶ καθώς δὲν τὰ παίρνει κανείς σωστά τα πράγματα, όπως πρέπει να τα πάρει, κυριολεκτικά βουλιάζει, τον τρώει το παράπονο, συνεχώς γκρινιάζει, καί καθόλου ὁ ἀγώνας του δέν εἰναι ἀληθινός και σωστός.
Ἀπ᾿ ὅ,τι γνωρίζω, ἐλαχιστότατοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀποδέχονται πλήρως τὸν ἑαυτό τους: «Αυτὸς εἶμαι». Καὶ ἄν θέλετε, μπορεῖ νὰ βοηθηθεῖ κανείς κάπως καὶ ἀπό τήν ψυχολογία, για να συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν ἑαυτό του. Ἀλλά δέν ἔχει νὰ προσφέρει ή ψυχολογία τίποτε σπουδαίο για το ξεπέρασμα αὐτῆς τῆς καταστάσεως, πού τοῦ δημιουργοῦν τὰ διάφορα γονίδια ἢ τὰ στοιχειά πού ἔχει μέσα του, καὶ γιὰ τὴ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ. Ἁπλῶς βοηθάει τὸν ἄνθρωπο να καταλάβει λίγο καλύτερα τί τοῦ συμβαίνει, νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν κατάστασή του καὶ νὰ πεῖ: «Αὐτή εἶναι ἡ φυλακή μου! Αὐτό εἶναι το μαρτύριό μου! Αὐτοί εἶναι οἱ διῶκτες, αὐτοί εἶναι οἱ βασανιστές μου, αὐτοί εἶναι οἱ δήμιοί μου! Ἐγώ ἐδῶ ἄς μαρτυρήσω, ἄς πονέσω, ἄς βασανισθῶ». Ὄχι ὅμως παθητικά. Διότι ὁ ἄνθρωπος, ὅσο πεσμένος κι ἂν εἶναι καὶ ὅσο κι ἄν εἶναι εἴτε ἐξωτερικά εἴτε ἐσωτερικά ἐπηρεασμένος ἀπό ὁτιδήποτε, εἶναι ἔτσι φτιαγμένος ἀπό τόν Θεό, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ: «Ὄχι! Ὄχι! Δὲν θὰ βουλιάξω σε τοῦτο, δὲν θὰ πα ραδοθώ στό ἄλλο, δὲν θὰ κάνω το κέφι τοῦ ἑνός ή τοῦ ἄλλου», δηλαδή τῶν όποιων καταστάσεων ὑπάρχουν μέσα μας. Και θα ζήσει κανείς τη φυλακή του καὶ τὸ μαρτύριό του,
Το μαρτύριο ὅμως καὶ ἡ φυλακή εἶναι νὰ ἀντιδράσεις ἐνεργητικά καὶ ὄχι νὰ ἀφεθεῖς νὰ σὲ κανουν αὐτὰ ὅ,τι θέλουν. Νὰ ἀντιδράσεις. Μὲ τὴν ἀνtίδραση βέβαια αὐτά μπορεῖ νὰ θεριέψουν πιο πολύ ὅπως ἀκριβῶς τὴν ὥρα πού πρότειναν στον μάρτυρα να θυμιάσει στὰ εἴδωλα, καὶ αὐτὸς ἔλεγε «Όχι», την ὥρα ποὺ τὸν ρωτούσαν «Ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό;» καὶ αὐτὸς ἔλεγε «Όχι», οἱ ἐχθροί του θέριευαν ἀκόμη πιο πολύ, θύμωναν ἀκόμη πιο πολύ, αγρίευαν πιο πολύ. Καί παραδόξως ὁ μάρτυς, ὁ κάθε μάρτυς, δὲν φοβόταν, δὲν ἐπηρεαζόταν ἀπὸ τὴν ἀγριάδα. Να το λάβουμε καλά ὑπ' ὄψιν αὐτὸ.
Ἡ χάρη ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα
Βέβαια, αὐτά δέν γίνονται ἁπλῶς μὲ τὸ νὰ πεῖ κανείς ὅτι θὰ τὰ κάνει. Αὐτά γίνονται μόνο ἐν Χριστῷ, γίνονται μόνο με τη χάρη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό λοιπόν εἶναι τὸ μεγάλο θέμα: θέλουμε δὲν θέλουμε -ἔτσι τὰ οἰκονόμησε ὁ Θεός- θὰ μαρτυρήσουμε ἄλλος ἔτσι, ἄλλος ἀλλιῶς. Σήμερα όμως το μαρτύριο εἶναι κυρίως μέσα στην καρδιά μας, μέσα στην ψυχή μας. Καί ὅποια ἀρνητικά πράγματα ὑπάρχουν μέσα μας ἤ ἔτσι ἤ ἔτσι, μποροῦν νὰ γίνουν ὑπηρέτες μας, μποροῦν νὰ γίνουν αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ ὁποῖα θὰ συντελέσουν, ὥστε νὰ ἁγιάσει ἡ ψυχή μας. Ἐὰν ἐμεῖς, εἰς πείσμα ὅλων αὐτῶν τῶν ἀντίθετων καὶ ἀρνητικών πραγμάτων, πιστεύουμε στον Χριστό καὶ εἴμαστε πρόθυμοι χωρίς παράπονα να ζήσουμε αὐτή τή φυλακή, να ζήσουμε αὐτό τό μαρτύριο, να σηκώσουμε ό,τι κι ἂν συμβεῖ, ὄντως δὲν θὰ περάσει πολύς καιρός καὶ θὰ ἀρχίσουμε να νιώθουμε να ζωντανεύει αὐτὸ τὸ θαῦμα, νὰ γιγαντώνεται μέσα μας αὐτὸ τὸ θαῦμα ὄντως δηλαδὴ νὰ μᾶς μεταμορφώνει ὁ Κύριος.
14-1-1996
Νὰ μὴ δώσεις καμία σημασία στούς λογισμούς.
Όσοι το πιστεύουν, ὅσοι το δέχονται και κάνουν ἔτσι, ἀρκετά ἐλευθερώνονται.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ κάνεις αὐτό, πρέπει νὰ εἶσαι ταπεινός ἢ νὰ θέλεις νὰ εἶσαι ταπεινός.
«Αὐτά εἶναι γιά πέταμα, κι ἐγώ τὰ κρατάω;»
Σαν τὸ ἀνακατεμένο κουβάρι
Μὲ ἀφορμή το σημείωμα κάποιας ἀκροάτριας, λέχθηκαν τὰ ἑξῆς:
Χωρίς να το καταλαβαίνει ἡ γράφουσα, έφτιαξε ἕνα κείμενο, τὸ ὁποῖο ὄχι ὅτι εἶναι προσποιητό, όχι ὅτι εἶναι φτιαχτό, ἀλλά εἶναι γραμμένο μὲ ἕνα τέτοιο πνεῦμα: Εἶναι ἕνα κείμενο πού κάνει εντύπωση, ὅμως σὰν νὰ μὴ σὲ ἀφήνει να πιάσεις το θέμα. Ἀπλῶς σε κάνει να προβληματισθεῖς, νὰ ἐντυπωσιασθείς, λίγο να μελαγχολήσεις, λίγο νὰ πεῖς «Καλὰ τὰ λέει». Ἐγὼ τὰ φοβοῦμαι αὐτά, ὅπως φοβοῦμαι τὸ ἔργο που μπορεῖ νὰ κάνει ἕνας ψυχίατρος. Όχι ὅτι ἀρνοῦμαι τὸ ἔργο που κάνει ἕνας ψυχίατρος ὄχι. Ἀλλὰ τί;
Οἱ ψυχίατροι καὶ οἱ ψυχολόγοι ἀσχολοῦνται μὲ τὰ θέματα μὲ τὰ ὁποῖα ἀσχολοῦνται καὶ τὰ ψάχνουν ἀπό δῶ, τὰ ψάχνουν ἀπό κεῖ, τὰ ἐρευνοῦν. Καὶ ἔτσι ὅπως τὰ βλέπουν ἐκεῖνοι καὶ ἔτσι ὅπως τὰ ἐρευνοῦν καὶ ἔτσι ὅπως τὰ ἐντοπίζουν, δὲν λένε ἀναλήθειες, λένε ὑπαρκτά πράγματα, συγκεκριμένα πράγματα. Ἀλλά πολλές φορές τὸ ἔργο τους θυμίζει το κουβάρι μὲ τὴν μπερδεμένη κλωστή.
Να θυμηθοῦμε μιὰ εἰκόνα ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια. Ὅταν ἕνα κουβάρι κλωστής ξεχαστεί κάπου, καὶ τὸ βροῦν τὰ γατάκια καί παίξουν ὅλη τη νύχτα, θὰ μπλεχτεῖ ἕνα μεγάλο μέρος τῆς κλωστῆς. Μάλλον θὰ εἶναι ματαιοπονία καί χάσιμο χρόνου -και δέν ξέρω ἄν κερδίζει κανείς τίποτε- ἐὰν προσπαθήσει νὰ ξεμπλέξει τὸ ἀνακατεμένο κουβάρι, την κλωστή που μπόρεσαν καὶ τὴν ξετύλιξαν ἀπό τὸ κουβάρι τὰ γατάκια καὶ τὴν ἀνακάτεψαν καὶ τὴν ἔμπλεξαν. Ἴσως το πιο σωστό θὰ εἶναι νὰ κόψει κανείς την κλωστή την μπερδεμένη καὶ νὰ τὴν πετάξει.
Πολλά πράγματα μέσα μας που τα νιώθουμε ἀνακατεμένα καὶ μπλέκουμε και δεν βρίσκουμε ἄκρη εἶναι κάπως ἔτσι. Δεν χρειάζεται τόσο να τά ξεμπλέξεις, ὅσο χρειάζεται νὰ τὰ ἀφήσεις να φύγουν. Αὐτό δέν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ὁ ψυχολόγος, ὁ ψυχίατρος. Και να θέλει, δὲν μπορεῖ, ἐκτὸς ἐὰν ἀφήσει την ψυχιατρική του καί τήν ψυχολογία του. Να τὴν ἔχει ὑπ' ὄψιν του βέβαια, να προχωρήσει ὡς ἕνα σημεῖο μὲ αὐτήν γιὰ νὰ κάνει διάγνωση, ἀλλά μετά πρέπει νὰ ἐνεργήσει ὡς θεολόγος, ὡς πιστός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὡς ὁ γνωρίζων τὸ Εὐαγγέλιο, ὡς ὁ γνωρίζων τὰ τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, τὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ποιός τολμᾶ νὰ τὸ πεῖ αὐτό;
Ὡς ψυχολόγος ἁπλῶς καὶ ὡς ψυχίατρος δὲν μπορεῖ νὰ τὰ δεῖ ἀλλιῶς τὰ πράγματα· θὰ τὰ δεῖ μὲ βάση τήν ἐπιστήμη του, καί θά ἀσχολεῖται πῶς νὰ ξεμπλέξει τὴν ἀνακατεμένη κλωστή του κουβαριού. Ἐνῶ, τὸ καλύτερο εἶναι νὰ τὴν κόψει καὶ νὰ τὴν πετάξει. Πράγματα τὰ ὁποῖα μπερδεύονται μέσα μας, εἶναι κάπως έτσι. Και εἶναι μια καλή ευκαιρία, τώρα που μπερδεύτηκαν, νὰ δεῖς ὅτι ἦταν για πέταμα. Ἀλλιῶς, ἴσως δὲν θὰ τὸ ἔβλεπες, ἐνῶ, τώρα που μπερδεύτηκαν, βοηθιέσαι να καταλάβεις καλύ τερα τί εἶναι αὐτὰ καὶ νὰ πεῖς: «Αὐτὰ εἶναι γιὰ πέταμα, κι ἐγώ τὰ κρατάω τόσον καιρό».
Ναί, ἀλλά ποιός θα τα πετάξει; Ποιός θα τολμήσει να τα πετάξει; Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, πιστεύει στον Θεό, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ ἀποφασίσει να δώσει τον ἑαυτό του στον Χριστό, θά ἀποφασίσει να μπολιασθεῖ μὲ τὸν Χριστό, θα θελήσει να ζήσει μέσα του ὁ Χριστός, θα θελήσει να τον κυβερνάει ὁ Χριστός. Αὐτὸς θὰ ἔχει τήν τόλμη, θὰ ἔχει το κουράγιο να τὰ πετάξει. Ἀλλιῶς, θὰ ἀγωνίζεται να τα κρατήσει. Καί καθώς αὐτὰ θὰ εἶναι μπερδεμένα, ὅλο θὰ ἄσχολεῖται, γιὰ νὰ τὰ ξεμπερδέψει. Καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ ψυχολόγοι καί οἱ ψυχίατροι πολλές φορές τα ξεδιαλύνουν τα πράγματα. Ὄχι πάντοτε, ἀλλά πολλές φορές. Ὅμως, πέρα ἀπό τὸ ὅτι προσφέρουν μια κάποια ἀνακούφιση στόν ἄνθρωπο, μια κάποια νορμαλοποίηση, ἄν το δοῦμε τὸ θέμα πνευματικά, ὁ ἄνθρωπος δέν ὠφελεῖται. Καί πολλές φορές, θα λέγαμε, ἐνεργοῦν ἔτσι που σὰν νὰ θέλουν ἁπλῶς νὰ βρίσκονται σε δουλειές.
22-1-1995
Τέλος Κεφαλαίου Α
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου