Το άρθρο της Christine Brinck στη γερμανική εφημερίδα Die Welt κρούει έναν σαφή και κατηγορηματικό συναγερμό: η εκπαίδευση στη Γερμανία βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Η δημοσιογράφος αποκαλύπτει μια δυσάρεστη πραγματικότητα: το ένα τέταρτο των παιδιών της τετάρτης δημοτικού δυσκολεύονται με την ανάγνωση, ένα ποσοστό που αποκαλύπτει μια «σιωπηλή καταστροφή» με καταστροφικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Η Brinck εντοπίζει τις αιτίες του προβλήματος σε διάφορους παράγοντες, όπως η κακή κουλτούρα ανάγνωσης στις οικογένειες και η υποεκτίμηση του αλφαβητισμού μεταξύ των εκπαιδευτικών. Ωστόσο, το κεντρικό ζήτημα που αναδύεται είναι ο αντίκτυπος της μαζικής και, προφανώς, κακώς διαχειριζόμενης μετανάστευσης, ιδίως όσον αφορά τη γλωσσική ενσωμάτωση.
Το άρθρο επισημαίνει ότι πολλά παιδιά, ειδικά εκείνα ξένης καταγωγής, φτάνουν στο σχολείο χωρίς να γνωρίζουν γερμανικά, θέτοντας ανεπανόρθωτα σε κίνδυνο την ακαδημαϊκή τους πρόοδο από νεαρή ηλικία. Η έλλειψη αποτελεσματικών πολιτικών, όπως η υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση με εντατικά μαθήματα γλώσσας, επιδεινώνει την κατάσταση. Η προτεινόμενη λύση της Brinck, μια υποχρεωτική προσχολική χρονιά αφιερωμένη στην εκμάθηση γερμανικών και βασικών δεξιοτήτων, παραμένει άπιαστη λόγω έλλειψης δημόσιας χρηματοδότησης.
Η Brinck εντοπίζει τις αιτίες του προβλήματος σε διάφορους παράγοντες, όπως η κακή κουλτούρα ανάγνωσης στις οικογένειες και η υποεκτίμηση του αλφαβητισμού μεταξύ των εκπαιδευτικών. Ωστόσο, το κεντρικό ζήτημα που αναδύεται είναι ο αντίκτυπος της μαζικής και, προφανώς, κακώς διαχειριζόμενης μετανάστευσης, ιδίως όσον αφορά τη γλωσσική ενσωμάτωση.
Το άρθρο επισημαίνει ότι πολλά παιδιά, ειδικά εκείνα ξένης καταγωγής, φτάνουν στο σχολείο χωρίς να γνωρίζουν γερμανικά, θέτοντας ανεπανόρθωτα σε κίνδυνο την ακαδημαϊκή τους πρόοδο από νεαρή ηλικία. Η έλλειψη αποτελεσματικών πολιτικών, όπως η υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση με εντατικά μαθήματα γλώσσας, επιδεινώνει την κατάσταση. Η προτεινόμενη λύση της Brinck, μια υποχρεωτική προσχολική χρονιά αφιερωμένη στην εκμάθηση γερμανικών και βασικών δεξιοτήτων, παραμένει άπιαστη λόγω έλλειψης δημόσιας χρηματοδότησης.
Χτύπησε ο συναγερμός;
Αυτή η ανάλυση συγκρούεται με την κυρίαρχη ρητορική, τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά, η οποία συχνά έχει υποτιμήσει τις δυσκολίες της ενσωμάτωσης. Η «μεταναστευτική» αισιοδοξία της αριστεράς, η οποία συχνά έχει υποσχεθεί αυτόματη και χωρίς τριβές ενσωμάτωση, συγκρούεται τώρα με τη σκληρή πραγματικότητα ενός εκπαιδευτικού συστήματος που λυγίζει κάτω από το βάρος των αριθμών και των προκλήσεων που δεν έχει καταφέρει να διαχειριστεί. Ομοίως, η υπερηφάνεια της φιλελεύθερης δεξιάς, πεπεισμένη ότι η «ανωτερότητα» του δυτικού πολιτισμού θα ήταν επαρκής για να διασφαλίσει την αφομοίωση, αποδεικνύεται αβάσιμη μπροστά σε μια πραγματικότητα όπου η έλλειψη ενσωμάτωσης δεν είναι μόνο θέμα θέλησης, αλλά και θέμα αριθμών.
Η μετανάστευση πρέπει να αντιμετωπίζεται με αριθμούς και τρόπους που καθιστούν την ένταξη όχι μόνο δυνατή, αλλά και αναπόφευκτη. Αυτό απαιτεί στοχευμένες πολιτικές, ειδική χρηματοδότηση και σαφή ανάληψη ευθύνης από το κράτος. Το άρθρο της Die Welt δεν αποτελεί απλώς μια κριτική του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά μια προειδοποίηση προς την Ευρώπη στο σύνολό της: χωρίς προσεκτική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και σοβαρές επενδύσεις στην ένταξη, η σημερινή «σιωπηλή καταστροφή» θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια πολύ βαθύτερη κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική κρίση αύριο.
Οι μετανάστες των οποίων ο πολιτισμός και η θρησκεία είναι πολύ ασύμβατες με εκείνες της χώρας υποδοχής καθιστούν την ένταξή τους, αν όχι αδύνατη, εξαιρετικά προβληματική.
Η ένταξη δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία. Είναι σκληρή δουλειά που απαιτεί δέσμευση από τον μετανάστη, σημαντικούς πόρους και ένα ρεαλιστικό, αμερόληπτο όραμα για να προσφέρει έναν διαφορετικό, νέο τρόπο ζωής στον ξένο.
Αξίζει τον κόπο;
Αυτή η ανάλυση συγκρούεται με την κυρίαρχη ρητορική, τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά, η οποία συχνά έχει υποτιμήσει τις δυσκολίες της ενσωμάτωσης. Η «μεταναστευτική» αισιοδοξία της αριστεράς, η οποία συχνά έχει υποσχεθεί αυτόματη και χωρίς τριβές ενσωμάτωση, συγκρούεται τώρα με τη σκληρή πραγματικότητα ενός εκπαιδευτικού συστήματος που λυγίζει κάτω από το βάρος των αριθμών και των προκλήσεων που δεν έχει καταφέρει να διαχειριστεί. Ομοίως, η υπερηφάνεια της φιλελεύθερης δεξιάς, πεπεισμένη ότι η «ανωτερότητα» του δυτικού πολιτισμού θα ήταν επαρκής για να διασφαλίσει την αφομοίωση, αποδεικνύεται αβάσιμη μπροστά σε μια πραγματικότητα όπου η έλλειψη ενσωμάτωσης δεν είναι μόνο θέμα θέλησης, αλλά και θέμα αριθμών.
Η μετανάστευση πρέπει να αντιμετωπίζεται με αριθμούς και τρόπους που καθιστούν την ένταξη όχι μόνο δυνατή, αλλά και αναπόφευκτη. Αυτό απαιτεί στοχευμένες πολιτικές, ειδική χρηματοδότηση και σαφή ανάληψη ευθύνης από το κράτος. Το άρθρο της Die Welt δεν αποτελεί απλώς μια κριτική του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά μια προειδοποίηση προς την Ευρώπη στο σύνολό της: χωρίς προσεκτική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και σοβαρές επενδύσεις στην ένταξη, η σημερινή «σιωπηλή καταστροφή» θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια πολύ βαθύτερη κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική κρίση αύριο.
Οι μετανάστες των οποίων ο πολιτισμός και η θρησκεία είναι πολύ ασύμβατες με εκείνες της χώρας υποδοχής καθιστούν την ένταξή τους, αν όχι αδύνατη, εξαιρετικά προβληματική.
Η ένταξη δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία. Είναι σκληρή δουλειά που απαιτεί δέσμευση από τον μετανάστη, σημαντικούς πόρους και ένα ρεαλιστικό, αμερόληπτο όραμα για να προσφέρει έναν διαφορετικό, νέο τρόπο ζωής στον ξένο.
Αξίζει τον κόπο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου