Τετάρτη 27 Αυγούστου 2025

Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ ερμηνευτής του Εμμανουέλε Σεβερίνο


Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ ερμηνευτής του Εμμανουέλε Σεβερίνο
Francesco Alfieri

https://www.raicultura.it/filosofia/articoli/2019/07/Francesco-Alfieri-Martin-Heidegger-interprete-di-Emanuele-Severino-ed182669-99eb-438a-b0b7-39e167ae0821.html


Μαζί με τον καθηγητή Von Herrmann, το 2015 εργαζόμασταν πάνω σε κάποια αρκετά καυτά κείμενα του Martin Heidegger, τα μαύρα τετράδια. Είχαν ήδη ξεσπάσει, έναν χρόνο νωρίτερα, το 2014, πολλές πολεμικές για κάποιες υποτιθέμενες φράσεις αντισημιτισμού στον Heidegger, και έτσι αρχίσαμε να μελετάμε την αλληλογραφία του Heidegger, τα μαύρα τετράδια και άλλες σημειώσεις. Κατά τύχη ανακαλύψαμε αυτές τις τρεις σημειώσεις, δύο του 1958 και μία της δεκαετίας του ’60, του Heidegger για τον Εμμανουέλε Σεβερίνο.

Λίγο μας εντυπωσίασε το γεγονός, γιατί ο Heidegger πολύ δύσκολα κατέγραφε κάτι για άλλους στοχαστές, ιδιαίτερα λατίνους στοχαστές. Όμως δεν σκεφτήκαμε να πούμε τίποτα γι’ αυτές τις σημειώσεις, επειδή ήδη δουλεύαμε πάνω σε ένα κείμενο για τη Morcelliana, Martin Heidegger, Η αλήθεια για τα μαύρα τετράδια, που μας έπαιρνε πολύ χρόνο. Απλώς, βάλαμε αυτές τις σημειώσεις στην άκρη και μετά έτυχε, σε μια τηλεφωνική συνομιλία, να μιλάω με τον διευθυντή της Morcelliana, τον καθηγητή Ιλάριο Μπερτολέτι, και ένα απόγευμα —ήταν ακριβώς Φεβρουάριος εκείνης της χρονιάς, το 2019— με καλεί ο καθηγητής Εμμανουέλε Σεβερίνο, με τον οποίο δεν είχα ποτέ προηγουμένως καμία επαφή, και μου ζητούσε πληροφορίες για αυτές τις τρεις σημειώσεις.

Από εκεί γεννήθηκε όλη η ιδέα να προσκληθούμε στο συνέδριο, μαζί με τον καθηγητή Von Herrmann, για να εξηγήσουμε αυτές τις σημειώσεις. Υπήρχε ήδη μια ολόκληρη μακρά παράδοση που βοηθούσε να κατανοηθεί πώς ο Heidegger, υπό ορισμένες όψεις, είχε ενδιαφερθεί για τη σκέψη του Εμμανουέλε Σεβερίνο μέσω του Cornelio Favro. Ο ίδιος ο καθηγητής το αναφέρει, ο καθηγητής Σεβερίνο, στην αυτοβιογραφία του είχε ξαναδιαβάσει Η μνήμη των αιωνίων (δεν ξέρω αν ακριβώς αυτός είναι ο τίτλος, αλλά αυτή είναι η αυτοβιογραφία του του 2011).

Ο Σεβερίνο δεν είχε ποτέ στείλει στον Heidegger αυτά τα έργα του, όμως ο καθηγητής Von Herrmann διηγείται πώς το Η Μεταφυσική και η επιστροφή στον Παρμενίδη ήταν δύο κείμενα που κυκλοφορούσαν ούτως ή άλλως μέσα στον κύκλο των φαινομενολόγων του Φράιμπουργκ. Μιλάμε για τον Eugen Fink, μιλάμε για τον Heidegger και επίσης για τον Hans-Georg Gadamer. Έπειτα, μέσα από κάποιες συναντήσεις, όταν πήγαινα στο Φράιμπουργκ για να δουλέψω με τον καθηγητή Von Erman, αποφασίσαμε να πάμε στο Messkirch, όπου κατοικεί ο Heinrich Heidegger, γιος του Fritz Heidegger και ανιψιός του Martin.

Και εκεί ο ίδιος ο Heinrich Heidegger μας έλεγε ότι το όνομα του Σεβερίνο δεν του ήταν άγνωστο· πολλές φορές ο Martin πήγαινε στο Messkirch γιατί μαζί με τον αδελφό του εργάζονταν για να δακτυλογραφήσουν τα χειρόγραφά του. Και η ανάμνηση, το όνομα του Σεβερίνο, λοιπόν, δεν του ήταν άγνωστο, επειδή ακριβώς ο Martin μιλούσε συχνά γι’ αυτόν και με τον αδελφό του Fritz. Και από εκεί αποφασίσαμε να εμβαθύνουμε σε αυτές τις τρεις σημειώσεις και να καταλάβουμε τι ενδιέφερε τον Heidegger σε αυτές.

Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η έννοια της υπέρβασης της Μεταφυσικής, η οποία όμως σημαίνει και παραμονή σε αυτήν· «υπέρβαση» είναι μια λέξη-κλειδί που τη βρίσκουμε και στην εισαγωγική του ομιλία το 1929, και στο μεταγενέστερο επίμετρο. Είναι όμως μια θεμελιώδης έννοια, γιατί μας δείχνει πώς ο Σεβερίνο στη διατριβή του το 1950 είχε κατανοήσει πολύ καλά ότι το οικοδόμημα του Heidegger, όσο κι αν φαινομενικά μπορούσε να θεωρηθεί μη-μεταφυσικό, εισερχόταν στη Μεταφυσική με πλήρη δικαιώματα.

Και κατεξοχήν η έννοια της επιστροφής στον Παρμενίδη. Η ιδέα της επιστροφής στους προσωκρατικούς ήταν πολύ κοντά τόσο στον Heidegger όσο και στον Σεβερίνο, αλλά με αποτέλεσμα πολύ διαφορετικό. Η επιστροφή στον Παρμενίδη, για τον Σεβερίνο, σημαίνει ανάκτηση της έννοιας της αιωνιότητας του Είναι του Παρμενίδη, μιας έννοιας αμετάβλητης, μη υποκείμενης στον χρόνο, στη γένεση, αλλά κυρίως προσπάθεια ανάκτησης όλων των προσδιορισμών που είναι συνδεδεμένοι με το Είναι, δηλαδή τα όντα.

Μεταξύ των όντων είμαστε κι εμείς. Για τον Heidegger, όμως, η επιστροφή στον Παρμενίδη, στους προσωκρατικούς, στον Ηράκλειτο, στον Αναξίμανδρο, σήμαινε να ερευνήσει πώς μέσα στα λόγια τους το ερώτημα του Είναι παρέμενε ένα ανοιχτό ερώτημα, αλλά ταυτόχρονα ήταν πηγή αυτού που αργότερα η μεταφυσική σκέψη ή η μετα-μεταφυσική, με κάποιον τρόπο, είχαν θάψει. Εγώ πάντα έβρισκα πολύ ενδιαφέρουσα τη θεώρηση του Heidegger για τα όντα, τα φαινόμενα.

Αυτός το λέει ήδη στο έργο του του 1929· ο άνθρωπος είναι βυθισμένος μέσα στον κόσμο και στον κόσμο των φαινομένων. Ο κόσμος των φαινομένων, υπό ορισμένες όψεις, είναι ο κόσμος της ασφάλειας του ανθρώπου. Επειδή είναι υπερβολικά βυθισμένος, όπως και η επιστήμη που στρέφει όλη την προσοχή της στα όντα, κατά κάποιον τρόπο αυτή η ασφάλεια τον έκανε να λησμονήσει το θεμελιώδες ερώτημα, το ερώτημα του Είναι.

Για τον Heidegger παραμένει πάντα ανοιχτή η αντίθεση μεταξύ του Είναι και του μηδενός. Αλλά τι είναι το μηδέν στον Heidegger; Αυτός λέει ότι είναι μια σπάνια εμπειρία. Σας εξηγώ.

Μια εμπειρία που ο Heidegger την έζησε προσωπικά. Λέγεται πως στο Tottenhauberg, ένα χειμώνα —αγαπούσε πολύ το σκι— κάνοντας σκι πήρε ένα ύψωμα και εκεί έκανε ένα τόσο μεγάλο άλμα, όπου βιώνει ότι μέσα σε αυτό το άλμα όλα τα όντα και όλη η ασφάλεια, ακόμη και το γεγονός ότι εμείς καθόμαστε, στηριζόμαστε, που είναι μια ασφάλεια για εμάς, αυτή η ασφάλεια εκλείπει. Όταν λοιπόν εκλείπει όλη αυτή η ασφάλεια, εκεί ο Heidegger κατανοεί ότι δεν είναι ότι τα όντα εκμηδενίζονται, αλλά απομακρύνονται τόσο, γίνονται τόσο απόμακρα, ώστε μέσα του αναδύεται το θεμελιώδες ερώτημα.

Γι’ αυτό, στο τέλος του Was ist Metaphysik, του έργου του 1929, λέει ότι η εμπειρία του μηδενός είναι μια εμπειρία με την οποία πρέπει να αναμετρηθούμε, μια εμπειρία που αντιτίθεται στην εμπειρία του όντος. Στον Σεβερίνο δεν συναντούμε όλη αυτή τη σύλληψη, γιατί στον Σεβερίνο βρίσκουμε τη θετική απάντηση σε εκείνο που αποτελεί την ουσία του μηδενισμού, που μπορούμε να βρούμε, για παράδειγμα, στον Heidegger, όπου το ον ποτέ δεν μπορεί να εξομοιωθεί με το μηδέν. Το γεγονός ότι ο Σεβερίνο λέει ότι κάθε ον —και το είπε σωστά— προέρχεται από την αρχέγονη δομή, από το έργο αυτό, είναι αιώνιο, σημαίνει ότι από τη στιγμή που είναι, δεν υπήρξε ποτέ στιγμή που να μην ήταν ούτε θα υπάρξει.

Παραδείγματος χάρη, εμείς είμαστε εδώ παρόντες σήμερα, αλλά το γεγονός ότι κάποιος από εμάς θα εκλείψει, αυτή η απουσία δείχνει ωστόσο πάντοτε μια παρουσία, μια διαρκή παρουσία. Δηλαδή, η γένεση, τόσο ισχυρή στον Heidegger —κι επομένως η γένεση σημαίνει ότι το υποκείμενο είναι εκτεθειμένο στο να μην είναι ή στο να μην είναι πλέον— δεν είναι κάτι που συναντούμε στη δομή της σκέψης του Εμμανουέλε Σεβερίνο. Φυσικά μιλάμε για δύο γίγαντες, που ο καθένας στην πορεία του έδωσε τη διατύπωση μιας εναλλακτικής. Ποια ήταν η εναλλακτική που αναζητούσε ο Heidegger; Κυρίως, μια εναλλακτική στη υποκειμενικότητα και στην κυριαρχία της υποκειμενικότητας.

Όπως είπα και στην εισήγησή μου, η κυριαρχία πάνω στα όντα, που μπορούμε να ανιχνεύσουμε ήδη από το βιβλίο της Γένεσης, όταν στον άνθρωπο ανατίθεται το έργο να ονομάσει, να υποτάξει τη γη, η κυριαρχία επί των όντων είναι σαν να έκανε τον άνθρωπο να χάσει όχι μόνο το ερώτημα για το Είναι, αλλά και την ανάγκη να μπορεί αυτό το ερώτημα να αναδυθεί. Η εναλλακτική που θέτει ο Heidegger στην πορεία του είναι μια εναλλακτική σε μια κυρίαρχη υποκειμενικότητα. Όσον αφορά όμως τον Εμμανουέλε Σεβερίνο, η εναλλακτική που αυτός δημιουργεί είναι η ανάκτηση εξ ολοκλήρου αυτού που είναι ο κόσμος του πραγματικού, αλλά ενός πραγματικού που, όπως το Είναι, είναι αιώνιο· ενός πραγματικού που, υπό ορισμένες όψεις, η παρουσία του —είτε ως κοινό ον είτε ακόμη και ως ίδια η δημιουργία— έχει μια θέση όχι πλέον μέσα στη γένεση, αλλά σε μια αιώνια διάσταση, που κάνει ώστε τα πράγματα, όταν δεν θα είναι πλέον στο μη εμφανίζεσθαι τους, να μπορούν να γίνονται πάντοτε εκείνο που υπήρξαν πριν. Δηλαδή, να το πούμε πιο καθαρά: η πραγματικότητα και όλα όσα βλέπουμε έχουν μια θέση στον κόσμο, αλλά είναι αυτή η θέση που κάνει ώστε να την έχουν πάντοτε.

Η αντίθεση που βρίσκουμε στον Heidegger είναι εντελώς διαφορετική. Στον Heidegger δεν υπάρχει απόρριψη του όντος· υπάρχει όμως η δυνατότητα αυτό το ον να έχει υπερισχύσει σε σχέση με εκείνα που είναι τα θεμελιώδη ζητήματα τα οποία αυτός θέλησε να θέσει. Να θυμάστε ότι η εισαγωγική διάλεξη του 1929 ήταν μια διάλεξη που προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο· βρισκόμαστε ήδη μετά το ’27, μετά τη δημοσίευση του Είναι και Χρόνος. Πολλοί θεωρούν όλη αυτήν την εισαγωγική του διάλεξη, αυτόν τον λόγο του, για το μηδέν, τη μηδένιση. Όμως το μηδέν του Heidegger δεν είναι η απουσία του όντος.

Το ον θεωρείται απομακρυσμένο, δεν εισέρχεται και δεν έχει τίποτα να κάνει με αυτήν τη διάσταση· είναι μόνο χάνοντας εκείνη την ασφάλεια που μπορούμε να αναρωτηθούμε σοβαρά για τα θεμελιώδη ζητήματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: